Ήταν 9 Αυγούστου του 1978 στις 2 το μεσημέρι, όταν οι Αθηναίοι έβλεπαν ένα Boeing να γλείφει σχεδόν τις ταράτσες των σπιτιών, καθώς πετούσε μόλις 55 μέτρα πάνω από το έδαφος. Από τον δρόμο έβλεπαν όλοι την κοιλιά του αεροσκάφους πάνω από τα κεφάλια τους σχεδόν. Μάλιστα, μια αεροσυνοδός της πτήσης είπε, μετά από χρόνια, πως πετούσαν τόσο χαμηλά που είδε τους υπαλλήλους του πύργου της Interamerican μες στο κτίριο να τους κοιτούν έντρομοι.
Όλα ξεκίνησαν όταν η πτήση 411 της Ολυμπιακής Αεροπορίας αναχώρησε από το αεροδρόμιο του Ελληνικού με προορισμό τη Νέα Υόρκη. Στο αεροσκάφος με το όνομα Olympic Zeus, ένα Boeing B-747-284B επέβαιναν 400 επιβάτες και 18 άτομα. Οι περισσότεροι επιβάτες ήταν Αμερικανοί τουρίστες που επέστρεφαν στην πατρίδα τους.
Την ώρα της απογείωσης ακούστηκε ένας εκκωφαντικός θόρυβος και οι πιλότοι συνειδητοποίησαν ότι είχε εκραγεί ο υπ’ αριθμόν 3 κινητήρας τους. Ακριβώς επειδή το αεροσκάφος είχε αποκτήσει πλέον ταχύτητα απογείωσης, ο Κυβερνήτης δεν μπορούσε να φρενάρει ή να σταματήσει το αεροπλάνο. Ο Ιπτάμενος Μηχανικός έκλεισε το σύστημα ψεκασμού νερού σε όλους τους κινητήρες καθώς υπήρχε πρόβλημα στο σύστημα και με αυτή την ενέργεια το αεροσκάφος έχασε την ισχύ του και μετά βίας κρατιόταν στον αέρα.

Οι πιλότοι, με επικεφαλής τον κύριο Μιγάδη μετρούσε 32 χρόνια εμπειρίας, παρέμειναν ψύχραιμοι και καταστρατήγησαν το πρωτόκολλο της Boeing προσπαθώντας να βρουν άμεσα ένα πλάνο διάσωσης. Ο Κυβερνήτης έδωσε εντολή να ανέβουν οι τροχοί (κάτι που απαγορεύεται) ώστε να μπορέσουν να πετάξουν πάνω από τον Λόφο Πανί στο Ελληνικό, από τον οποίο πέρασαν ξυστά (ο λόφος έχει ύψος 200 πόδια και το αεροπλάνο πέρασε στα 209 πόδια). Η ταχύτητα του αεροσκάφους έπεφτε διαρκώς φτάνοντας στα 164 που είναι πλέον επικίνδυνο να πέσει. Στην καμπίνα επικρατούσε απόλυτη σιγή, αφού, ως επαγγελματίες γνώριζαν όλοι πολύ καλά τι επρόκειτο να συμβεί.
"Αυτό που νιώσαμε ήταν πως εμείς έχουμε σκοτωθεί, είμαστε χαμένοι. Η μόνη σκέψη ήταν να φτάσουμε το όρος Αιγάλεω σε 1’ και να ρίξω το αεροπλάνο στο βουνό μήπως κατά τύχη σωθεί κάποιος. Για εμάς η υπόθεση είχε τελειώσει. Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να γλιτώσω τους από κάτω" θα έλεγε αργότερα σε συνέντευξή του ο κύριος Μιγάδης.
Στη συνέχεια ο πιλότος χαμήλωσε λίγο ακόμα το ύψος ελπίζοντας ότι θα αυξηθεί η ταχύτητά του. "Φτάσαμε στα 157 πόδια (55 μέτρα) στις κορυφές των σπιτιών" έλεγε ο κύριος Μιγάδης. Μία από τις σημαντικότερες παραμέτρους ήταν όμως όταν ο Κυβερνήτης κρατούσε το αεροπλάνο σε ευθεία πορεία διαρκώς, χωρίς να πραγματοποιεί καμία κλίση. Όσοι βρέθηκαν εκείνο το μεσημέρι στους δρόμους του Αλίμου και του ελληνικού θα θυμούνται για πάντα το θέαμα. Μάλιστα το αεροπλάνο έριξε κυριολεκτικά μερικές από τις κεραίες που υπήρχαν στις ταράτσες. Τόσο χαμηλά πετούσε.

Ο μηχανικός στο μεταξύ βελτίωνε την κατάσταση των κινητήρων και το αεροπλάνο απέκτησε λίγη ταχύτητα παραπάνω. Τότε ο κύριος Μιγάδης άρχισε να επιχειρεί στροφή προς τον Σκαραμαγκά αντί για το όρος Αιγάλεω, ανέβασε ψηλότερα το αεροπλάνο και έριξε καύσιμα (όχι όλα "γιατί τα λυπήθηκα" όπως είπε ο ίδιος), έτσι ώστε να ελαφρύνει το αεροσκάφος. Και τότε κατόρθωσε να επιστρέψει στο αεροδρόμιο και να προσγειώσει με ασφάλεια το αεροπλάνο.
Όταν έφτασαν πίσω στο αεροδρόμιο όλοι επευφημούσαν. Ανάμεσα στον κόσμο που περίμενε ήταν και οι δύο κόρες του κύριου Μιγάδη. Ξαδέρφια των κοριτσιών που βρισκόντουσαν στο γήπεδο του Πανιωνίου τις ειδοποίησαν στο σπίτι, γιατί πίστευαν ότι το αεροπλάνο έπεσε, όπως πίστευαν και όλοι όσοι έβλεπαν τη δραματική του πορεία που διήρκησε μόλις 93 δευτερόλεπτα.
"Αν δεν υπήρχε το flight report, κανείς δεν θα με πίστευε ότι ζήσαμε κάτι τέτοιο" είχε πει ο Κυβερνήτης. Ο συγκυβερνήτης παραδέχτηκε νιώθοντας πόσο σφιγμένος ήταν από την ένταση είπε στον εαυτό του "λασκάρισε, σκοτώσου σαν άντρας". Ενώ ο κύριος Μιγάδης πρόσθεσε πως "πάντα μέσα σου υπάρχει μια μικρή ελπίδα ότι κάποιος θα μπορούσε να γλιτώσει". Και τελικά οι πιλότοι έσωσαν τους πάντες.
*Η κεντρική φωτογραφία είναι αρχείου από το πρακτορείο istock images
Ακολουθήστε το womantoc στο Instagram