Ένα καλά κρυμμένο «ρατσιστικό μανιφέστο» του βρετανικού παλατιού από τη δεκαετία του 1960 έρχεται να ρίξει φως σε μια σκοτεινή πλευρά της βασιλικής οικογένειας, εμφανίζοντας τη βασίλισσα Ελισάβετ ως ρατσίστρια, η οποία δεν θέλει μαύρους και αλλοδαπούς να εργάζονται σε θέσεις γραφείου παρά μόνο ως οικιακοί βοηθοί, ενώ ταυτόχρονα έχει φροντίσει κανένας υπάλληλος να μην μπορεί να της κάνει μήνυση για διακρίσεις.
Μετά τις καταγγελίες της Μέγκαν Μαρκλ για τον ρατσισμό που βίωσε ενώ ζούσε στο παλάτι και ήταν έγκυος στον γιο της, έγγραφα από τα Εθνικά Αρχεία του κράτους εκθέτουν τη βασιλική οικογένεια, αφού αποκαλύπτουν ότι υπήρχε «μπλόκο» σε «έγχρωμους μετανάστες ή αλλοδαπούς» από το να εργαστούν στο παλάτι.
Οι σύμβουλοι της βασίλισσας απαγόρευαν σε «έγχρωμους μετανάστες ή αλλοδαπούς» να εργάζονται σε οποιαδήποτε άλλη θέση, εκτός από υπηρέτες του βασιλικού νοικοκυριού, μόλις τα τέλη της δεκαετίας του 1960, αποκαλύπτουν έγγραφα που εκθέτουν το παλάτι.
Οι σύμβουλοι της βασίλισσας απαγόρευαν σε «έγχρωμους μετανάστες ή αλλοδαπούς» να εργάζονται σε οποιαδήποτε άλλη θέση, εκτός από υπηρέτες του βασιλικού νοικοκυριού, μόλις τα τέλη της δεκαετίας του 1960, αποκαλύπτουν έγγραφα που εκθέτουν το παλάτι.
Τα έγγραφα που αποκάλυψε ο Guardian δείχνουν επίσης πώς το Παλάτι του Μπάκιγχαμ διαπραγματεύτηκε αμφιλεγόμενες ρήτρες εξαιρώντας τη βασίλισσα και το νοικοκυριό της από νόμους που αποτρέπουν τη φυλετική διάκριση και τις διακρίσεις λόγω φύλου.
Αυτές οι εξαιρέσεις τέθηκαν σε ισχύ στα μέσα της δεκαετίας του 1970, όταν το υπουργείο εργασίας της Αγγλίας εφάρμοσε νόμους περί φυλετικής και σεξουαλικής ισότητας για την εξάλειψη των διακρίσεων στη μετα-αυτοκρατορική Βρετανία.
Αυτή η αποκάλυψη, έρχεται να «κουμπώσει» με τις κατηγορίες για συστηματικό ρατσισμό από τον Πρίγκιπα Χάρι και τη Μέγκαν Μάρκλ κατά τη διάρκεια της εκρηκτικής συνέντευξής τους στην Όπρα τον Μάρτιο.
Η Συναίνεση της Βασίλισσας
Αυτή η αποκάλυψη είναι επίσης πιθανό να πυροδοτήσει την έρευνα μιας περίεργης κοινοβουλευτικής διαδικασίας την οποία χρησιμοποιεί η βασιλική οικογένεια, γνωστή ως Συναίνεση της Βασίλισσας (Queen's Consent), η οποία επιτρέπει στη μονάρχη να ασκεί κρυφά πιέσεις στους υπουργούς για τροποποίηση νόμων που δεν της αρέσουν.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, η κυβέρνηση των Εργατικών προσπάθησε να εξαλείψει τον ρατσισμό επεκτείνοντας τους νόμους περί φυλετικών διακρίσεων, οι οποίοι απαγόρευαν τον ρατσισμό σε δημόσιους χώρους, και απαγόρευαν επίσης τις διακρίσεις στην απασχόληση.
Όμως, η βασίλισσα και το νοικοκυριό της έχουν αποκλειστεί από αυτούς τους νόμους, γεγονός που καθιστά αδύνατο για τις γυναίκες και τις εθνοτικές μειονότητες που εργάζονται στο παλάτι του Μπάκιγχαμ να καταφύγουν στα δικαστήρια σε περίπτωση που πιστεύουν ότι έχουν υποστεί διακρίσεις.
Οποιαδήποτε παράπονα παραπέμπονται στον Υπουργό Εσωτερικών αντί στα δικαστήρια και όπως αναφέρεται, οι εν λόγω ρήτρες παραμένουν σε ισχύ μέχρι σήμερα.
Αυτή η αποκάλυψη, έρχεται να «κουμπώσει» με τις κατηγορίες για συστηματικό ρατσισμό από τον Πρίγκιπα Χάρι και τη Μέγκαν Μάρκλ κατά τη διάρκεια της εκρηκτικής συνέντευξής τους στην Όπρα τον Μάρτιο.
Το 1968, ο υπουργός Εσωτερικών Τζέιμς Καλάγκαν και αξιωματούχοι του Υπουργείου Εσωτερικών αντιλήφθηκαν ότι δεν μπορούσαν να ζητήσουν τη συναίνεση της Βασίλισσας για να συζητήσουν το νομοσχέδιο για τις φυλετικές διακρίσεις το Κοινοβούλιο, μέχρι να βεβαιωθούν οι σύμβουλοί της ότι δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί εναντίον της στα δικαστήρια.
Τα γραπτά αυτά σημειώματα αποκαλύπτουν πώς τον Φεβρουάριο του ίδιου έτους, ο Λόρδος Tyron, επικεφαλής οικονομικός διευθυντής της Βασίλισσας, είπε στον δημόσιο υπάλληλο του Υπουργείου Εσωτερικών TG Weiler ότι «δεν ήθελαν τον διορισμό έγχρωμων μεταναστών ή αλλοδαπών σε θέσεις γραφείου, αλλά ότι τους επέτρεπαν να εργάζονται ως οικιακοί βοηθοί».
Ο Λόρδος Tyron, επικεφαλής οικονομικός διευθυντής της Βασίλισσας, είπε στον δημόσιο υπάλληλο του Υπουργείου Εσωτερικών TG Weiler ότι «δεν ήθελαν τον διορισμό έγχρωμων μεταναστών ή αλλοδαπών σε θέσεις γραφείου, αλλά ότι τους επέτρεπαν να εργάζονται ως οικιακοί βοηθοί»
Ο Weiler, ο οποίος συντόνιζε τις συζητήσεις, είπε ότι ο Tryon τους είχε ενημερώσει ότι το Παλάτι ήταν διατεθειμένο να συμμορφωθεί με τον προτεινόμενο νόμο, αλλά μόνο εάν απολάμβανε παρόμοιες εξαιρέσεις με εκείνες που παρέχονται στη διπλωματική υπηρεσία, οι οποίες θα μπορούσαν να απορρίψουν τους αιτούντες εργασία που είχαν διαμείνει στο Ηνωμένο Βασίλειο, για λιγότερο από πέντε χρόνια.
Όπως προκύπτει, το παλάτι ανησυχούσε ιδιαίτερα ότι εάν εφάρμοζαν την προτεινόμενη νομοθεσία, μέλη του προσωπικού θα μπορούσαν να καταφύγουν στα δικαστήρια για να βρουν το δίκιο τους, προκαλώντας ζημιά στη φήμη του παλατιού.
Η Συναίνεση της Βασίλισσας είναι μια κοινοβουλευτική διαδικασία που απαιτεί από την κυβέρνηση να ζητά άδεια από την μονάρχη για νόμους που την επηρεάζουν.
Ο νόμος για τις φυλετικές σχέσεις του 1968 κατέστησε παράνομη την άρνηση εργασίας σε κάποιον λόγω του εθνοτικού του ιστορικού, με τη νομοθεσία να ενισχύεται το 1976. Το 2010, οι νόμοι έγιναν μέρος του νόμου περί ισότητας.
Ακολουθήστε το WomanToc στο Instagram
EPA/Jay Allen/Royal Navy/MOD/HANDOUT MANDATORY CREDIT: MOD/CROWN