Πόσες ταινίες θυμάστε να υμνούν τη γυναικεία φιλία και ό,τι σημαίνει sisterhood; Kαμία; Ελάχιστες; Μία; Αν θυμάστε μόνο μία, μάλλον είναι αυτή: το εμβληματικό Θέλμα και Λουίζ σε πρωτοποριακό για την εποχή σενάριο της Κάλι Κούρι που βραβεύτηκε με Όσκαρ το μακρινό 1991. Υποψήφιες για το Ά Γυναικείο Ρόλο ήταν και η Σούζαν Σάραντον και η Τζίνα Ντέιβις, οι οποίες έχασαν το χρυσό αγαλματίδιο από την Τζόντι Φόστερ για τη «Σιωπή των Αμνών».
Η υπόθεση είναι λίγο πολύ γνωστή: η Λουίζ, μια σερβιτόρα στο Τέξας καλεί την καλύτερη της φίλη, Θέλμα που ζει στον ασφυκτικό κλοιό του καταπιεστικού συζύγου της, σ' ένα μικρό ταξίδι. Μόνο που καθ’ οδόν τα πράγματα εξελίσσονται πολύ περίεργα με τη μία ανατροπή να ακολουθεί την άλλη και το ταξίδι γίνεται ένα συναρπαστικό road movie, ένας αγώνας ταχύτητας προς την ελευθερία.
Για πρώτη φορά πίσω από το τιμόνι βρίσκονται γυναίκες και όχι άντρες. Για πρώτη φορά φωτίζεται πανηγυρικά η δύναμη της γυναικείας φιλίας σε πείσμα ηλίθιων στερεοτύπων ανταγωνισμού και μισαλλοδοξίας. Για πρώτη φορά το κοινό παρακολουθεί πως μοιάζει ο κόσμος στο τέλος της δεκαετίας του ‘80 για τις γυναίκες. Εδώ δεν υπάρχουν αυταπάτες, οι ηρωίδες δεν φαντασιώνονται το Happily Ever After, ξέρουν -ή καλύτερα μαθαίνουν- τι επιφυλάσσει ο κόσμος για εκείνες. Και αν η Θέλμα ξεκινάει κάπως πιο αθώα, μιλώντας ακατάπαυστα στην αρχή της ταινίας, στη συνέχεια τη βλέπουμε να μεταμορφώνεται και να τολμά πράξεις που κανείς δεν θα περίμενε από μια μικροαστή νοικοκυρά του Τέξας.
Εδώ δεν υπάρχουν αυταπάτες, οι ηρωίδες δεν φαντασιώνονται το Happily Ever After, ξέρουν -ή καλύτερα μαθαίνουν- τι επιφυλάσσει ο κόσμος για εκείνες. Και αν η Θέλμα ξεκινάει κάπως πιο αθώα, μιλώντας ακατάπαυστα στην αρχή της ταινίας, στη συνέχεια τη βλέπουμε να μεταμορφώνεται και να τολμά πράξεις που κανείς δεν θα περίμενε από μια μικροαστή νοικοκυρά του Τέξας.
Πασπαλισμένη με σκωπτικό χιούμορ η συγκλονιστική περιπέτεια των δύο γυναικών έχει ανάσες, ήδη από την αρχή. Όταν για παράδειγμα η Λουίζ προτείνει ένα ταξίδι για ψάρεμα, η Θέλμα της λέει πως δεν ξέρει να ψαρεύει για να της απαντήσει η φίλη της «ούτε εγώ αγάπη μου, το κάνει όμως ο Ντάρελ (σ.σ: ο σύντροφός της) πόσο δύσκολο μπορεί να είναι;» Άντρες που κακοποιούν, άντρες που είναι έτοιμοι να βιάσουν, να παραπλανήσουν, να προδώσουν (θυμηθείτε και τον πρώτο ρόλο του Μπραντ Πιτ σε ταινία). Κατηγορήθηκε πολύ τότε το έργο για τη βία αλλά και τον τρόπο που απεικόνιζε τον ανδρικό πληθυσμό. Ενόχλησε η πόλαροϊντ της αμερικάνικης κοινωνίας μέσα από το κάδρο του σκηνοθέτη Ρίντλεϊ Σκοτ. Κι ίσως να ήταν έτσι, αν δεν υπήρχε στην ταινία ο ρόλος του ντεντέκτιβ Χαλ (τον υποδύεται ο Χάρβεϊ Καϊτέλ), του μόνου που νοιάζεται για όσα περνούν οι δυο γυναίκες, οι οποίες έχουν εγκλωβιστεί για τα καλά, από ενέργειες που αν όχι δικαιολογημένες είναι κατανοητές μέσα στο βίαιο πλαίσιο που ζουν. Όπως λέει και σπαρακτικά η Λουίζ: «δεν είμαστε στη μέση του πουθενά, αλλά μπορούμε να το δούμε από εδώ».
Όπως λέει και σπαρακτικά η Λουίζ: «δεν είμαστε στη μέση του πουθενά, αλλά μπορούμε να το δούμε από εδώ».
Το 2021 η ταινία γιόρτασε τα 30 έτη ζωής της με τις δύο πρωταγωνίστριες να βρίσκονται και πάλι μαζί σε μια εκδήλωση σε drive- in φορώντας η μία την μπλούζα με το όνομα της άλλης. Στην εκδήλωση η Σούζα Σάραντον πως είχε στηρίξει την εκδοχή της τελικής σκηνής και πως ήταν εκείνη που πρόσθεσε το φιλί μεταξύ των δύο γυναικών, μια επιλογή από ένστικτο. Πάντως η σκηνή αυτή έμεινε στην ιστορία του κινηματογράφου ως αντικατοπτρισμός της ανυπότακτης γυναικείας φύσης.
Κεντρική εικόνα: ΕΡΤ