«Χέρι με χέρι έφτασε και στα δικά μου χέρια» σκέφτομαι καθώς στρώνω στους ώμους μου το μαύρο-χρυσό, 70s πουλόβερ/φόρο τιμής στον Ziggy Stardust, από το Treasure House. Υπάρχει κάτι αξιοσέβαστο στα ρούχα από δεύτερο χέρι. Είναι τα ρούχα που άντεξαν, που ταξίδεψαν, που είδαν πολλά και άκουσαν ακόμα περισσότερα. Αν μπορούσαμε να κάνουμε μια αναγωγή στο ανθρώπινο είδος θα λέγαμε ότι τα second hand ρούχα είναι οι κοσμοπολίτες του ντουνιά. Επίσης, υπάρχει ένας δρόμος στην Αθήνα και συγκεκριμένα στου Ψυρρή, κατά μήκος του οποίου, η ιστορία καταγράφεται με τον πιο γλαφυρό και στιλάτο τρόπο: μέσα από παλιά ρούχα και έπιπλα.
Η Πρωτογένους δεν είχε ζήσει καμία πρόσφατη δόξα, μέχρι που «άνοιξαν τα παιδιά το μαγαζί με τα σνίκερ πριν πέντε περίπου χρόνια» μου λέει η Αγγελική που έχει τη Γουαδελούπη, το μαγαζί που ή ίδια με ευρηματικότητα χαρακτηρίζει «παλαιοτερισμοί, μεταχειρισμένα ρούχα, παπούτσια και αξεσουάρ». Το ρεπορτάζ θέλει το Color, το μαγαζί με τα σνίκερ να εγκαινιάζει τη νέα εποχή εξωστρέφειας του δρόμου. «Ταυτόχρονα άνοιξε και το Lemon Poppy, το κομμωτήριο. Δε θυμάμαι ποιος ήταν πρώτος. Μετά ήρθαν τα κορίτσια με τα έπιπλα, τις Παλιοσυνήθειες και μετά εγώ με το Like Yesterday's. Λίγο μετά, άνοιξε ο Γιώργος το Treasure House» συνεχίζει η Αγγελική.
Η Αγγελική έχει αφήσει πίσω της το επάγγελμα της ενδυματολόγου, γιατί δεν είχε ψωμί, μη λέμε ξανά τα ίδια, η οικονομική κρίση και τα λοιπά και τα λοιπά. «Πήγα στην Ολλανδία να δω τι συμβαίνει εκεί με τα ρούχα από δεύτερο χέρι και κατάλαβα ότι το Άμστερνταμ είναι το κέντρο του second hand. Όχι το Λονδίνο, όπως νόμιζα. Στην Ολλανδία, τίποτα δεν πετιέται, τίποτα δε χαρίζεται. Όλα, τα πάντα πωλούνται. Μεγάλοι έμποροι».
Η περιοχή του Ψυρρή έχει συνδέσει, από τον 20ο αιώνα, το όνομά της με το μικροεμπόριο, με το οικονομικό πάρε-δώσε. Η καρδιά της αθηναϊκής βιοτεχνίας, εκεί που οι ζώνες, οι παντόφλες και οι κούτες είχαν στήσει τα τσαρδιά τους, δοκιμάστηκε το 1940 από την εγκληματική δράση των κουτσαβάκηδων, των κακοποιών της περιοχής, για να επέμβει ο Μπαϊρακτάρης, και να καθαρίσει τη φάση. Η φράση «απαγορευμένη ζώνη» συνόδευε τη συνοικία για χρόνια. Η δεκαετία του '80 δεν είχε μάτια για το κέντρο αλλά για τα λουσάτα προάστια. Η αναγέννηση του «αθηναϊκού Σόχο», όπως ονομάστηκε από καλλιτέχνες και εναλλακτικούς προσκυνητές, ήρθε στα 90s αλλά με μικρή διάρκεια ζωής, γιατί «κάηκε» από τα εκατοντάδες μεζεδοπωλεία και ρακομελάδικα.
Σήμερα, μετά από ένα καλό ξεκαθάρισμα, έχουν μείνει οι πιστοί εραστές της περιοχής, όσοι βλέπουν σε αυτή τη μαγεία και τη γοητεία. Έχουν φύγει οι τυχάρπαστοι, όσοι είδαν μια ακόμα ευκαιρία για γρήγορο κέρδος. «Η Πρωτογένους είναι σαν να βρίσκεσαι σε νησί, αλλά φορώντας το μπουφάν σου» λέει μια φίλη της προάλλες που καθόμασταν στο Barrett για ποτό. Εμένα, η Πρωτογένους μου θυμίζει δρόμο του εξωτερικού αλλά δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα ποιας πόλης. Ευρώπη πάντως. Και σίγουρα τα βιντατζάδικα καθαγιάζουν τη συγκεκριμένη εντύπωση.
«Δεν έχω σχέση με τα ρούχα. Εγώ με οικονομικά ασχολούμαι» λέει ο Χρήστος Μαμαλάκης από το Like Yesterday's, το οποίο έχει μια groovy ατμόσφαιρα και μυρίζει μαλακτικό ρούχων και όχι κλίβανο. «Έχει πέσει προσωπική δουλειά με το πλύσιμο των ρούχων» συνεχίζει ο Χρήστος. Στην κουβέντα πάνω μαθαίνω ότι η σύντροφός του η Ζέτα είναι το μυαλό πίσω από το μαγαζί και ο ίδιος είναι το μυαλό πίσω από τα οικονομικά της επιχείρησης. Ότι παλιά το ουίσκι Black&White έδινε μαγνητάκια και καρφίτσες με το brand του, τα δύο σκυλάκια (το μαύρο και το άσπρο) μαζί με κάθε φιάλη και ότι αυτά τα μεμοραμπίλια η Ζέτα τα έχει περισυλλέξει και μπορεί κανείς να τα βρει όλα εδώ. Επίσης, ότι ο Ηλίας Μαμαλάκης είναι ξάδερφός του. Α, και το πιο σημαντικό. Ότι όλα τα είδη προσφέρονται σε τιμές απολύτως προσαρμοσμένες στους δύσκολους, μοντέρνους καιρούς.
Ο Γιώργος από το Treasure House, δηλώνει συλλέκτης. Εμπειριών κυρίως. Ανεξάρτητος αναζητητής «νέων προορισμών μέσα από τα ταξίδια και την έρευνα, γιατί αυτά είναι που αντέχουν στον χρόνο, όπως και η ιδιαιτερότητα ενός vintage ρούχου. Η εμπειρία αυτή ξεκίνησε το 2006 σαν μια προσωπική συλλογή αυθεντικών ρούχων και αξεσουάρ ιδιαίτερης αξίας» μου εξηγεί. «Ωραίο φούτερ» συμπληρώνει για το παρδαλό Jeremy Scott με τα ποντικοαυτιά φούτερ μου. «Δεν είναι παλιό, μην το κοιτάς» απαντώ. Την ίδια ώρα μπαίνουν δυο κορίτσια που ψάχνουν για κλασικά 501 Levi's τζιν. «Παίζει το πιάνο;» ρωτάει μία εκ των δύο. Η συζήτηση περνάει από τα baggy τζιν του τότε, στο πιάνο του «πιο τότε» και καταλήγει στο μαύρο παραδοσιακό αυστριακό πανωφόρι με τα κόκκινα σιρίτια, το οποίο και δοκίμασα. «Βαρύ πράγμα αλλά συγκλονιστικό. Στιλιστικό ταρατατζούμ» διαπιστώνω. «Ναι, είναι ολόμαλλη τσόχα» σχολιάζει ο Γιώργος.
Δεν θα μπω στον πειρασμό να χρησιμοποιήσω την κλισέ φράση «το σκουπίδι της μιας, ο θησαυρός της άλλης» για να σχολιάσω την κουλτούρα της vintage αγοραπωλησίας. «Δεν έχει να κάνει με το παλιό και με το νέο, έχει να κάνει με τη διαιώνιση κάποιον μοναδικών design» σχολιάζει η Αδαμαντία από τις Παλιοσυνήθειες, τον παράδεισο των επίπλων/ιστοριοδίφων. Τα πάντα εδώ μέσα ψιθυρίζουν μυστικά. Ένας κόκορας από φαγιάνς κοκορεύεται για το χρυσό ράμφος του και ένα ακροκέραμο καγχάζει δίπλα του. Ένα παλιό επιδαπέδιο pac man συνομιλεί με μια μπερζέρα του μεσοπολέμου. Και πάει λέγοντας.
Στρίβοντας στη γωνία για να βγω στην Αθηνάς άκουσα ένα ακόμα ψιθύρισμα. «Να γυρίσεις να με αγοράσεις». Είμαι σίγουρη ότι ήταν το αυστριακό, παραδοσιακό πανωφόρι.
Facebook Treasure House
Facebook Like Yesterday's
Facebook Γουαδελούπη
Facebook Παλιοσυνήθειες