
Ήταν στη μόδα οι εσπαντρίγιες, οι πολύ μίνι, φλοράλ φούστες και τα κοντά φορέματα με τα ξύλινα κουμπάκια μπροστά. Το wet λουκ στα μαλλιά, τα δερμάτινα σακίδια και το «Losing My Religion» των R.E.M. Έτσι ντυνόμασταν, έτσι φτιάχναμε την κουπ μας και αυτήν τη μουσική ακούγαμε τον Σεπτέμβριο του 1996, όταν η Ηρώ -κατά κόσμον Βίκυ Βολιώτη-κοίταξε με οργισμένο βλέμμα τον Μάνο, την μεγάλη της σχολική αγάπη, που τόσο πειστικά ερμήνευσε ο Άλκις Κούρκουλος στο «Λόγω Τιμής» της Μιρέλας Παπαοικονόμου, πριν τον λούσει από την κορυφή έως τα νύχια με κατηγορίες κι εκείνος της απαντήσει με το πιο θεαματικό χαστούκι των τηλεοπτικών 90's. Ποιος μπορεί να ξεχάσει εκείνο το χαστούκι; Έβλεπες δεν έβλεπες Mεγάλο Κανάλι την εποχή εκείνη, είχες δεν είχες βρει κάποιο κοινό σημείο αναφοράς με την ιστορία αυτής της πατρινής παρέας, το βαρύ χέρι του ζόρικου Κούρκουλου την στιγμή που προσγειωνόταν με ορμή πάνω στο ροδαλό, κακομαθημένο μάγουλο της Βολιώτη είχε πέσει οπωσδήποτε στην αντίληψη σου, όντας viral, με τον τρόπο, φυσικά, που κάτι μπορούσε να γίνει viral 23 χρόνια πριν. Κι αυτός ακριβώς είναι ο ορισμός του pop culture.
Υπό αυτήν την έννοια υπάρχουν πολλοί καλοί λόγοι να συζητήσει κανείς για την πολυαναμενόμενη πρεμιέρα του «Λόγω Τιμής 20 Χρόνια Μετά», της νέας σειράς του ΣΚΑΙ που έρχεται, δύο δεκαετίες και κάτι ψιλά μετά, με τους ίδιους ακριβώς συντελεστές, να πει την συνέχεια ενός αγαπημένου στόρι, αφηγούμενο την εξέλιξη στη ζωή των επτά βασικών χαρακτήρων. Οι οποίοι έγιναν διάσημοι για τα αδιέξοδα και τις συγκρούσεις τους, μα έγιναν ακόμα πιο διάσημοι για την φιλιά τους, που ξεχώρισε χάρη σε ένα εντυπωσιακό χαρακτηριστικό: Υπήρξε ξεκάθαρα βασισμένη στην πραγματικότητα.

«Χρώμα δεν αλλάζουνε τα μάτια/μόνο τρόπο να κοιτάνε», «Τους φίλους τους διαλέγουμε/ γι' αυτό δεν τους παιδεύουμε», με τους κολλητούς σου μπορείς να παίξεις ακόμα και μπουνιές και το επόμενο λεπτό να είναι σαν να μην έγινε απολύτως τίποτα. Να καθίσετε αγκαλιά στον καναπέ και να παραγγείλετε πίτσα και μετά να αφήσετε όλα τα πιάτα άπλυτα και να βγείτε για μεταμεσονύκτια ποτά, παρόλο που κουτουλάτε από τη νύχτα, επειδή ο ένας από εσάς έχει τις μαύρες του. Με αυτή τη σειρά, σε ένα μόλις βράδυ. Έπειτα κάνεις τον απολογισμό σου και συνειδητοποιείς ότι, από τα χρόνια του σχολείου (τότε που περίμενες να δεις το νέο επεισόδιο του «Λόγω Τιμής» και να το σχολιάσεις την επόμενη μέρα με τους φίλους σου) ή αυτά του πανεπιστημίου ή αυτά των πρώτων επαγγελματικών αναζητήσεων, δεν έχουν απομείνει στη ζωή σου και πολλοί άνθρωποι με τους οποίους δικαιούσαι να κάνεις όλα τα παραπάνω, με την θέρμη, την ζέση και τον ενθουσιασμό του πρώτου καιρού. Μπορεί να μιλάτε πότε-πότε στο τηλέφωνο, να ανταλλάσσετε διαδικτυακές ευχές σε γενέθλια και γιορτές, αλλά, η αλήθεια είναι πως τα μάτια, ίσως, και να άλλαξαν λιγάκι χρώμα ή-τέλος πάντων-να μην είσαι και πολύ σίγουρος τι χρώμα ήταν εξ αρχής, και πως, τώρα πια, αν πέσουν μπουνιές τίποτα δεν πρόκειται να είναι ξανά το ίδιο.
Τρία μόλις χρόνια μετά την πρώτη προβολή του «Λόγω Τιμής» μέσα από την συχνότητα του Mega, και περίπου μία δεκαετία πριν την απόλυτη κυριαρχία του ίντερνετ πάνω από τους πάντες και τα πάντα, ο Ντέιβιντ Φίντσερ άφησε, δια μέσου «Fight Club», λεπτές αιχμές για την παροδικότητα των ανθρώπινων σχέσεων, παρομοιάζοντας φιλίες με τα πλαστικά ποτηράκια και τα μαχαιροπίρουνα μίας χρήσης στα αεροπλάνα, που τα χρειάζεσαι μονάχα για όσο θα κρατήσει η πτήση σου, στο τέλος τα παραδίδεις στα ασφαλή χέρια της αεροσυνοδού, μη θέλοντας να ξέρεις τίποτα περισσότερο για την κατάληξη τους.

Όσο, λοιπόν, γίνονταν όλα αυτά στο αμερικανικό σινεμά, ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης και η Βίκυ Βολιώτη, που είχαν γνωριστεί σε ηλικία 19 ετών ως φοιτητές στο Εθνικό Θέατρο και έγιναν με συνοπτικές διαδικασίες αυτοκόλλητοι, σφραγίζοντας συμπτωματικά την φιλιά τους και με μία μεγάλη τηλεοπτική επιτυχία, πήραν στην παρέα τους τον Άλκι Κούρκουλο και την Σμαράγδα Καρύδη (επίσης, φοιτητές του Εθνικού), τον Γιώργο Πυρπασόπουλο, την Αγγελική Δημητρακοπούλου, την Χριστίνα Αλεξανιάν και τον Δημήτρη Αλεξανδρή, ψάχνοντας συνεχώς, μέσα στα χρόνια, όλους τους σωστούς τρόπους να επιστρέφουν σε εκείνο το ακαθόριστο πράγμα που τους ένωσε στην απαρχή της ενήλικης ζωής τους και το οποίο, σχεδόν μαγικά, προσπέρασε πολλά φρενήρη εργασιακά προγράμματα, μία δύσκολα διαχειρίσιμη εμπορική αποδοχή, και κυρίως, τον χρόνο τον πανδαμάτορα, που έχει αποδειχθεί πιο τρομακτικός και από «Το Αυτό» του Στίβεν Κίνγκ, όταν πεταγόταν μέσα από υπονόμους, οπλισμένο με πολύχρωμα μπαλόνια.
Στην ουσία μιλάμε για έναν μικρό θρίαμβο-το να είσαι σταθερά παρών στις θεατρικές πρεμιέρες και στα σημαντικά γεγονότα της ζωής κάποιου δεν είναι σε καμία περίπτωση κάτι το δεδομένο, όσο κι αν συχνά φαντάζει αναμενόμενο. Το να βρεις τον χρόνο και την διάθεση να γυρίσεις στο χθες με το ίδιο πάθος και τα ίδια συναισθήματα, όταν η υπόλοιπη πορεία της ζωής σου έχει αποδείξει ότι δεν έχεις κάποια ιδιαίτερη ανάγκη να το κάνεις, είναι από μόνος του ένας καλός λόγος για ένα μεγάλο reunion που αφορά πολλούς. Οι οποίοι θα ήθελαν στα αλήθεια να είναι σε θέση να ξεπετάξουν από το τσεπάκι τους, σαν άσσο στο μανίκι τους, για τις βροχερές μέρες, την ίδια ακριβώς ικανότητα.
Το θέμα συζήτησης εδώ δεν είναι εμπορικό, σεναριακό, ούτε καν αμιγώς καλλιτεχνικό. Είναι το ζήτημα ένας σημαντικού, θετικού προτύπου που έχει αιτία ύπαρξης απλά και μόνο γιατί είναι αφόρητα feel good και αισιόδοξο. Σε μία εποχή που σχεδόν όλα είναι σε πτώση και η θετικότητα είναι πιο αναγκαία από ποτέ, και παρ'όλα αυτά ο αρνητισμός παραμένει ο κανόνας, για κάποιον λόγο που κανείς δεν μοιάζει να κατανοεί αρκετά.
Το πρώτο επεισόδιο του Λόγω Τιμής 20 Χρόνια Μετά.