Η γερμανική ταινία του Έντβαρντ Μπέργκερ "Ουδέν νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο" σάρωσε κυριολεκτικά στα βραβεία BAFTA, σκαρφαλώνοντας στην κορυφή και κερδίζοντας τον τίτλο της καλύτερης ταινίας. Στο δραματικό φιλμ απονεμήθηκαν επίσης τα βραβεία καλύτερης σκηνοθεσίας, καλύτερου διασκευασμένου σεναρίου, ξενόγλωσσης ταινίας, φωτογραφίας, ήχου και πρωτότυπης μουσικής ενδυμασίας. Ωστόσο, αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που η κινηματογραφική μεταφορά του Γερμανού συγγραφέα Έριχ Μαρία Ρεμάρκ "κλέβει" την πρωτιά, αφού το 1930 απέσπασε το Όσκαρ.
Το αντιπολεμικό μυθιστόρημα "All Quiet on the Western Front" κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1929 και γίνεται γρήγορα best seller, με τον 30χρονο τότε συγγραφέα να αποκτά σημαντική δημοσιότητα. Το μοναδικό επίτευγμα της ζωής του μέχρι την στιγμή αυτή, είναι οι προσπάθειες του να γυρίσει ζωντανός από το Δυτικό μέτωπο, όπου και πολέμησε κατά την διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, όταν κατετάγη εθελοντικά στον γερμανικό στρατό. Επιστρέφοντας σώος και γεμάτος πικρές ιστορίες, αποφασίζει να αναδείξει το σκληρό πρόσωπο του πολέμου αλλά και την αδίστακτη μεταχείριση των απλών στρατιωτών, δίνοντας στο κοινό μια μικρή γεύση της απάνθρωπης συμπεριφοράς της πολιτικής εξουσίας για μερικά εκατοστά γης.
Εκατομμύρια νεκροί και τραυματίες θυσιάζονται κυριολεκτικά, με τους αρχιστρατήγους να κατηγορούν νεοσύλλεκτους και μη για δειλία όταν αποφασίζουν να υπακούσουν στην συνθηκολόγηση που υπέγραψε η χώρα τους. Με τις φιλοπόλεμες εντολές των ανωτέρων, η μάχη συνεχίζεται χωρίς ουσία, όμως με εκατοντάδες χιλιάδες ακόμα θύματα, ώσπου το ρολόι να δείξει η ώρα 11, όποτε και τερματίζεται επισήμως ο πόλεμος την 11η Νοεμβρίου του 1918.
Οι βετεράνοι του πολέμου αναγνωρίζουν στον κεντρικό χαρακτήρα – το όνομα του οποίου είναι τόσο στο μυθιστόρημα, όσο και στις ταινίες που κυκλοφόρησαν αργότερα, Πολ – στοιχεία των δικών τους παρόμοιων εμπειριών και αποδέχονται την εκδοχή του "φοβισμένου και αποδυναμωμένου" γερμανικού στρατού, όπως αργότερα χαρακτηριστικέ από τον Αδόλφο Χίτλερ και Γιόζεφ Γκαίμπελς, οι οποίοι προσπάθησαν να αγοράσουν κάθε αντίτυπο του βιβλίο, ρίχνοντάς τα στην πυρά. Ο Ρεμάρκ κρίνεται εχθρός του έθνους και εκδιώκεται, παρόλο που σε ηλικία 18 ετών βρέθηκε συμπολεμιστής και σύντροφος του Χίτλερ, ο οποίος από νεαρή ακόμα ηλικία είχε εντελώς διαφορετικά κίνητρα από τον συγγραφέα. Η Αυστρία και η Ιταλία, ακολουθώντας το παράδειγμα της Ναζιστικής εξουσίας, απαγορεύουν επίσης την κυκλοφορία του μυθιστορήματος.
Ο Έριχ Μαρία Ρεμάρκ φοβούμενος με την κατάσταση καταφεύγει στην Αμερική το 1939, με το έργο του να έχει ήδη μεταφερθεί στον κινηματογράφο, κερδίζοντας μάλιστα Όσκαρ καλύτερης ταινίας. Τα πράγματα χειροτερεύουν όταν στην Γερμανία κυκλοφορούν οι φήμες πως ο Ρεμάρκ δεν πολέμησε ποτέ στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ ταυτόχρονα η γερμανική υπηκοότητά του ανακαλείται με την εγκαθίδρυση των Ναζί. Με το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το τίμημα της "προδοσίας" επωμίστηκε η οικογένεια του Ρεμάρκ, την οποία άφησε πίσω του. Η μικρότερη αδερφή του συγγραφέα, Ελφρίντα Σολτς, συνελήφθη και αφού κρίθηκε ένοχη από το "Λαϊκό Δικαστήριο" με την κατηγορία της υπονόμευσης του γερμανικού στρατού, καταδικάστηκε σε θάνατο δι’απαγχονισμού. Η είδηση του θανάτου της αδερφής του απέτρεψε τον Ρεμάρκ να επιστρέψει στην Γερμανία, ο οποίος έζησε μέχρι τον θάνατό του το 1970 κυνηγημένος στην Ελβετία.
Ακολουθήστε το Woman Toc στο Instagram