«Τα συναισθήματα είναι μπερδεμένα και πολλά, αλλά η οργή είναι ολοένα και πιο φανερή. Τι συνέβη; Πως;» λέει ο Νικόλας περιγράφοντας το κλίμα μετά την 13η Νοεμβρίου. «Η ανησυχία και η στεναχώρια ωστόσο παραμένουν. Έχοντας ακούσει ιστορίες φίλων που βίωσαν τις επιθέσεις ως παρόντες, συνειδητοποιώ την αγριότητα του ρεαλισμού. Δεν είναι απλά γεγονότα που ακούς ή διαβάζεις στα νέα, έλαβαν χώρα στην δική μου πραγματικότητα, στον δικό μου προσωπικό κόσμο, στο εστιατόριο που πήγα λίγες μέρες πριν τα συμβάντα, στην αίθουσα συναυλιών που παρευρέθηκαν οι δυο κολλητοί μου την αμέσως προηγούμενη μέρα της επίθεσης. Χτυπήθηκε το "Le Petit Cambodge", ένα από τα αγαπημένα μου εστιατόρια, πέντε λεπτά από το σπίτι μου. Σίγουρα έχω επηρεαστεί έντονα. Προσπαθώ όμως να συνεχίζω να ασχολούμαι με τη δουλειά μου και τις καθημερινές μου υποχρεώσεις».
Με τον Νικόλα είχαμε μιλήσει, μέσω μηνυμάτων, λίγες ώρες πριν την τρομοκρατική επίθεση, συμφωνώντας στο ότι θα κάνουμε μια κουβέντα για τη ζωή του στο Παρίσι, τις μέρες του και τις νύχτες του, τη δουλειά του και τα λοιπά και τα λοιπά. Την επομένη τίποτα δεν ήταν ίδιο. Όμως, την κουβέντα την κάναμε, σε πείσμα των τρομολαγνικών καιρών. «Γεγονότα σαν κι αυτά είναι αλήθεια πως μεταβάλλουν την καθημερινότητα και μας κάνουν επιφυλακτικούς. Ζούμε μια περίοδο πένθους που εγώ προσωπικά σέβομαι. Θα ήταν προκλητικό εκ μέρους μου να επικοινωνήσω με ένα περιοδικό ή με έναν πελάτη για να παρουσιάσω τη δουλειά μου, και να κάνω σαν να μην συνέβη τίποτα. Η συζήτηση πάντα στρέφεται γύρω από αυτό. Οι περισσότεροι σκέφτονται το ίδιο με μένα και το μόνο που μπορεί να πει κανείς είναι ότι χρειαζόμαστε όλοι χρόνο για να διαχειριστούμε την κατάσταση».
Ο Νικόλας είναι φωτογράφος μόδας, από πατέρα ζωγράφο Έλληνα και μητέρα Γαλλίδα. «Έχω γεννηθεί και μεγαλώσει στην Αθήνα αλλά ζω εδώ και 13 χρόνια στο Παρίσι. Όντας στην ελληνογαλλική σχολή στην Αθήνα και με την γαλλική κουλτούρα από το σπίτι μου, αποφασίζω να έρθω να σπουδάσω στην Σορβόννη του Παρισιού. Μετά από σπουδές πλαστικών τεχνών και ένα μάστερ ειδικευμένο στις ψηφιακές τέχνες, cinéma experimental και arts numériques, άρχισα να εργάζομαι ως βοηθός φωτογράφου και πολύ γρήγορα ως φωτογράφος μόδας. Η διπλή κουλτούρα μέσα στην οποία μεγάλωσα με ωφέλησε πολύ στον τρόπο που σκέφτομαι και που λειτουργώ».
-Τι σημαίνει το Παρίσι για σένα;
Το Παρίσι είναι η πόλη της μητέρας μου και της οικογένειάς μου. Αλλά και η ιδανική πόλη για τη δουλειά μου. Είναι μία πόλη ζωντανή όπου έχεις πάντοτε κάτι να κάνεις. Θέλει χρόνο να το γνωρίσεις, να το μάθεις και να το κάνεις δικό σου. Είναι μία πόλη που έμαθα να αγαπώ με το χρόνο, σιγά σιγά. Έχοντας ανακαλύψει μέσω της δουλειάς μου πόλεις όπως το Λονδίνο, το Μιλάνο, την Νέα Υόρκη, κι έχοντας ταξιδέψει σε διάφορες άλλες πόλεις του κόσμου, το Παρίσι αντιπροσωπεύει για την ώρα με το καλύτερο τρόπο τις προσδοκίες μου, την καλλιτεχνική μου αισθητική κι ευαισθησία.
-Πόσο σημαντικό είναι για έναν φωτογράφο μόδας να δουλεύει στο Παρίσι;
Το πιο σημαντικό. Υπάρχουν τρεις τέσσερις πόλεις στις οποίες μπορείς να κάνεις σοβαρή δουλειά στον τομέα μου. Το Παρίσι είναι μια από αυτές. Η γαλλική μου υπηκοότητα και καλλιέργεια μου επέτρεψε να προσαρμοστώ σχετικά γρήγορα στους ρυθμούς αλλά και στους “κώδικες” του τομέα μου. Το Παρίσι είναι μία από τις μεγαλύτερες πόλεις μόδας όπου σου προσφέρει πολλές δυνατότητες, οίκοι μόδας, brands, fashion weeks, υψηλή ραπτική, περιοδικά, κλπ. Νιώθω πολύ τυχερός που έχω την ευκαιρία να βρίσκομαι και να εργάζομαι εδώ.
-Ποια είναι η πιο κλασσική φωτογραφία μόδας που έχει ληφθεί στο Παρίσι και από ποιόν φωτογράφο;
Οι κλασσικές παριζιάνικες εικόνες με φόντο το Παρίσι είναι αμέτρητες και θα μπορούσαμε να αναφέρουμε χιλιάδες κλισέ. Για μένα η φωτογραφία του Helmut Newton "Bergström over Paris / Bergström au-dessus de Paris" του 1976, αν και χωρίς ρούχα, είναι από τις πιο κλασσικές φωτογραφίες που έχουν ληφθεί στο Παρίσι, πλούσια σε ερμηνείες και συμβολισμούς. Θα ήθελα να σταθώ επίσης στην εντυπωσιακή φωτογραφία του Erwin Blumenfeld "Lisa Fonssagrives sur la tour Eiffel", για το περιοδικό Vogue το 1939 και την μυθική φωτογραφία του Richard Avedon, "Dovima et les éléphants", τραβηγμένη στο παριζιάνικο τσίρκο Cirque d'Hiver, Paris το 1955.
-Γιατί το Παρίσι θα παραμείνει η πόλη της μόδας ό,τι κι αν γίνει;
Δεν είμαι σίγουρος εκατό τις εκατό γι' αυτό. Εννοείται πως το Παρίσι παραμένει και θα παραμένει μία από της μεγαλύτερες πόλεις της μόδας. Κυρίως όμως το Παρίσι θα είναι για πάντα η πόλη της κομψότητας, της λεπτότητας, του chic και της πολυτέλειας. Ξεχωρίζει από τις άλλες πόλεις μόδας λόγου της ιστορίας και της κουλτούρας του. Μπορεί να είναι εγκλωβισμένο στις παραδόσεις και τους κώδικές του αλλά η πρόκληση του Παρισιού είναι να βρίσκει πάντοτε την ισορροπία ανάμεσα στην κληρονομία του και την ανανέωση της κληρονομιάς αυτής, ώστε να ενσωματώνει το δημιουργικό αναβρασμό της εποχής χωρίς να αλλοιώνει την ταυτότητά του.
Λίγο πριν αποχαιρετιστούμε τον ρωτάω ποιές πιστεύει ότι θα είναι οι επιπτώσεις της τρομοκρατικής επίθεσης στο κομμάτι που αφορά καθαρά στη φωτογραφία μόδας και στη μόδα. «Αν όντως βρισκόμαστε σε εποχή πολέμου, όπως έχει διατυπωθεί, η θέση της μόδας γίνεται λεπτή. Το ρίσκο να πρέπει να βάλει "pause" ο κόσμος της μόδας είναι μεγάλος. Ελπίζω να μην συμβούν έτσι τα πράγματα. Αλλά αν η κατάσταση συνεχιστεί έτσι, πως θα μπορούν να πραγματοποιηθούν όλα τα δημόσια events όπως η βδομάδα μόδας και τα showrooms, που φέρνουν στο Παρίσι χιλιάδες αγοραστές από ολόκληρη την βιομηχανία της μόδας;» αναρωτιέται και δίνει την πάσα για μια τελευταία ερώτηση. Πως μπορεί αυτή η εποχή να γίνει έμπνευση για τους καλλιτέχνες και τους δημιουργούς; «Μπορεί ενδεχομένως να διεγείρει μία ορμή φρεσκάδας, ελαφρότητας και διαφορετικότητας που θα την έχουμε ανάγκη, τόσο στον τομέα της μόδας, όσο και σε όλους τους άλλους καλλιτεχνικούς τομείς» καταλήγει. Με αποχαιρετά με ένα merci!