«Τι τυχερή που είμαι που είμαι ζωντανή», αναφώνησε η Μαρίνα Αμπράμοβιτς όταν το πείραμα τελείωσε και εκείνη περπάτησε γυμνή, αποκαμωμένη και ταλαπωρημένη ανάμεσα στο κοινό, το οποίο απέστρεφε το βλέμμα του από πάνω της. Απέστρεφε το βλέμμα του από κάτι το οποίο εκείνο δημιούργησε. Το πείραμα της Αμπράμοβιτς είχε πετύχει. "Μέχρι πού μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος όταν έχει πλήρη ελευθερία κινήσεων;" αναρωτήθηκε η Σέρβα περφόρμερ. Και κάπως έτσι, το μακρινό 1974, την εποχή της απελευθέρωσης και των χίπις, η Αμπράμοβιτς τολμά κάτι, που ακόμα και για τα επαναστατικά ήθη της εποχής, έδειχνε τολμηρό και ριψοκίνδυνο. Να εκθέσει για 6 ολόκληρες ώρες το κορμί της στο κοινό, το οποίο θα έχει τη δυνατότητα να της κάνει ό,τι εκείνο θελήσει.
Και κάπως έτσι, το μακρινό 1974, την εποχή της απελευθέρωσης και των χίπις, η Αμπράμοβιτς τολμά κάτι, που ακόμα και για τα επαναστατικά ήθη της εποχής, έδειχνε τολμηρό και ριψοκίνδυνο. Να εκθέσει για 6 ολόκληρες ώρες το κορμί της στο κοινό, το οποίο θα έχει τη δυνατότητα να της κάνει ό,τι εκείνο θελήσει.
Ανήσυχο πνεύμα από μικρή, μεγάλωσε κάτω από ιδιαίτερες συνθήκες. Οι γονείς της Παρτιζάνοι, ο πατέρας της μάλιστα ήταν ήρωας του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, μεγαλωμένη σε ένα αυστηρό σπίτι που έλειπε η αγάπη. "Δεν ήμασταν ποτέ χαρούμενοι, δεν έπαιρνα ποτέ δώρα. Στα 10α γενέθλιά μου έκοψα τις φλέβες μου. Μόλις είχα συνειδητοποιήσει ότι κάποια στιγμή θα πεθάνω. Η γιαγιά μου με πήγε στο νοσοκομείο. Δεν το είπε ποτέ στη μητέρα μου". Η επαφή της με την τέχνη γίνεται μέσω της μητέρας της η οποία διετέλεσε διευθύντρια του Μουσείου Επανάστασης και Τεχνών στο Βελιγράδι. Η μικρή Μαρίνα γοητεύτηκε από την τέχνη και αποφάσισε να μπει στην Καλών Τεχνών.
Και φτάνουμε στο 1974 και στη χρονιά που έμελε να προκαλέσει παγκόσμιο σοκ και προβληματισμό. Το «Rythm 0» ήταν ουσιαστικά ένα κοινωνικό πείραμα με πολύ ενδιαφέρουσα ευρήματα. Σκοπός της ήταν να μελετήσει την ανθρώπινη συμπεριφορά και ιδίως το πώς ένας άνθρωπος αντιδρά όταν γνωρίζει εξ' αρχής ότι οι πράξεις του δεν έχουν συνέπειες. «Οδηγίες. Υπάρχουν 72 αντικείμενα στο τραπέζι που μπορεί κανείς να τα χρησιμοποιήσει πάνω μου όπως επιθυμεί. Εκτέλεση. Είμαι το αντικείμενο. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου αναλαμβάνω την πλήρη ευθύνη. Διάρκεια: 6 ώρες (8 μ.μ. – 2 π.μ.)», ανέφερε η πινακίδα που κρατούσε η Αμπράμοβιτς στραμμένη προς το κοινό του Studio Morra της Νάπολης. Η αντίστροφή μέτρηση είχε ήδη ξεκινήσει. Οι επόμενες έξι ώρες θα ήταν τουλάχιστον τρομακτικές.
Στην αρχή ο κόσμος δίσταζε. Την άγγιζαν, την αγκάλιαζαν ή τη φιλούσαν. Κάποιοι προσπαθούσαν να την κάνουν να γελάσει. Εκείνη ωστόσο απτόητη με το ίδιο μονότονο βλέμμα να κοιτάζει το κενό. Σιγά σιγά το κοινό άρχισε να εκνευρίζεται από την απάθειά της και έγινε πιο επιθετικό. Τα ξυράφια χρησιμοποιήθηκαν για να σκίσουν τα ρούχα της και στη συνέχεια να εξερευνήσουν το κορμί της. Μπορούσαν ανά πάσα ώρα και στιγμή να τη βιάσουν ή να τη δολοφονήσουν. Η Αμπράμοβιτς το γνώριζε. Εξάλλου ανάμεσα στα αντικείμενα υπήρχε και ένα όπλο γεμάτο σφαίρες. Κάποιος της το έβαλε στο χέρι και το έστρεψε στον κρόταφό της. Κάποιος άλλος απλά το πήρε από το χέρι της.
Μπορούσαν ανά πάσα ώρα και στιγμή να τη βιάσουν ή να τη δολοφονήσουν. Η Αμπράμοβιτς το γνώριζε. Εξάλλου ανάμεσα στα αντικείμενα υπήρχε και ένα όπλο γεμάτο σφαίρες. Κάποιος της το έβαλε στο χέρι και το έστρεψε στον κρόταφό της. Κάποιος άλλος απλά το πήρε από το χέρι της.
Όταν το πείραμα ολοκληρώθηκε, η Αμπράμοβιτς περπάτησε ήρεμη ανάμεσα στο κοινό. Απέφευγαν να την κοιτάξουν. Δεν ήθελαν να βρεθούν υπόλογοι για όσα της είχαν κάνει προηγουμένως. Το συμπέρασμα είναι ότι η φύση του ανθρώπου είναι κακή. Όταν ο άνθρωπος γνωρίζει ότι δεν θα τιμωρηθεί, μπορεί να φτάσει στα άκρα.
Aκολουθήστε το WomanToc στο Instagram