O παρακάτω διάλογος ακούγεται με έκο: -Που θέλεις να τα πούμε; Πάμε Chelsea; -Ναι, αλλά θα βρούμε τραπέζι;
Το Chelsea Hotel, το μπαρ/καφέ/στέκι, στον αριθμό 1 της οδού Αρχιμήδους πέρασε από το στάδιο του «μιλάνε όλοι για αυτό» στο στάδιο «όλοι βρίσκονται εκεί». Και όντως, μερικές φορές μπορεί να μην είναι πολύ εύκολο να βρεις θέση εκεί, αλλά η λύση έρχεται αυτόματα και εξ ουρανού.
Δύο ιπτάμενες καρέκλες θα προσγειωθούν μπροστά σου και ένα εφεδρικό τραπέζι θα επιστρατευτεί για χάρη σου. Τα παιδιά που δουλεύουν στο Chelsea έχουν γαλόνια στο σέρβις. Και ζεστή καρδιά. Το ίδιο και το δίδυμο των ιδιοκτητών, η Εύα και ο Γιώργος. «Την ιδέα του Chelsea, με την έννοια που υπάρχει σήμερα, τρία χρόνια μετά, δεν τη φανταζόμασταν καν, στην αρχή. Το Chelsea προοριζόταν για ένα μικρο καφέ στο Παγκράτι που θα πουλάει μερικούς καφέδες το πρωί ,άντε και καμιά μπίρα το βράδυ και κατά τις 10 θα κλείνει» λέει η ο Γιώργος και η Εύα θυμάται την πρώτη μέρα: «Άνοιξα εγώ το πρωί εκείνο και είχα τρομερή αγωνία αν θα πατήσει άνθρωπος. Ξαφνικά, άρχισε να μπαίνει ο ένας μετά τον άλλο και δεν τους προλάβαινα. Πήρα τηλέφωνο φίλους να έρθουν να δουλέψουν, να βοηθήσουν την κατάσταση».
Το Chelsea έχει το κοκαλάκι της νυχτερίδας. Φάνηκε από την πρώτη στιγμή. Γιατί φτιάχτηκε με τη μαγιά -και τη μαγκιά- εκείνη που κάνει οποιαδήποτε επιχείρηση να φυσάει. Φτιάχτηκε με αγάπη, όρεξη, στυλ, προσωπική δουλειά και τις τελευταίες οικονομίες. «Λίγο πριν ανοίξει» λέει η Εύα «δεν είχαμε άλλα χρήματα. Είχαν τελειώσει. Ούτε την κάβα όπως θέλαμε είχαμε εξοπλίσει, με όλα τα ποτά, αλλά είπαμε, ας το καλό, θα ανοίξουμε και ό,τι βγει. Άλλωστε δεν θα έρθουν κι όλοι μαζί. Μόλις βγάλουμε λίγα χρήματα, θα αγοράσουμε κι άλλα ποτά».
«Όλα έγιναν με πολύ χειρωνακτική και προσωπική δουλειά. Όλοι οι φίλοι μαζεύτηκαν, βοήθησαν... Άλλωστε, μόνο φίλοι δουλεύουν στο Chelsea. Γι' αυτό και είναι πιο χαλαροί και ελεύθεροι οι ρυθμοί. Για να καταλάβεις, μίτινγκ με το προσωπικό δεν έχουμε κάνει ποτέ» - Εύα
Υπάρχει μια κοινή έκφραση που μιλάει για το σουξέ του «μαγαζιού-γωνία». Ε, λοιπόν, το Chelsea είναι κυριολεκτικά γωνία. Τι ήταν πριν γίνει «γωνία» όμως; «Κάποια χρόνια πριν, στην Αθήνα της κρίσης, εγώ και η Εύα ήμασταν άνεργοι. Δουλειές δεν υπήρχαν σχεδόν καθόλου, οπότε και αρχίζει να μπαίνει στο προσκήνιο η ιδέα του να κάνουμε κάτι δικό μας. Κάτι σαν το Colibri» εξηγεί ο Γιώργος μιλώντας για το «λίγο πιο κάτω» εστιατόριο της περιοχής, εξίσου αλέγκρο και ζωντανό σημείο της πόλης. «Μας άρεσε πάρα πολύ η ατμόσφαιρα του, η χαλαρότητά του, η πελατεία του και γενικά όλη του η φάση. Η Αρχιμήδους ήταν, ανέκαθεν, για εμάς ένας από τους ωραιότερους δρόμους της Αθήνας και όταν μετά από μια συγκυρία μαθαίνουμε πως το μανάβικο που βρίσκεται στην συμβολή των οδόν Πρόκλου και Αρχιμήδους ξενοικιάζεται ύστερα από 25 χρονιά λειτουργίας, είπαμε να πάμε να ρίξουμε μια ματιά στο χώρο, να δούμε τι γίνεται... Με το που πατήσαμε το πόδι μας με την Εύα είπαμε απευθείας ότι αυτό είναι. Υπήρχε κάτι στην ενέργειά του. Δύσκολο να το εξηγήσω με λόγια, αλλά ήταν κάτι που το ένιωθες. Άλλωστε, αυτό είναι και κάτι το οποίο μας λέει συνέχεια ο κόσμος, πως το μαγαζί έχει φανταστική ενέργεια. Οπότε εντυπωσιαζόμαστε τόσο πολύ που το νοικιάζουμε την ίδια μέρα χωρίς να έχουμε ιδέα πόσα λεφτά χρειάζονται για να το φτιάξουμε. Εκείνη την περίοδο που δεν είχαμε να πάρουμε ούτε τσιγάρα. Ναι μεν το συζητούσαμε να κάνουμε ένα μαγαζί αλλά λίγο πιο αλαφροΐσκιωτα».
«Όλα έγιναν με πολύ χειρωνακτική και προσωπική δουλειά» συνεχίζει η Εύα. «Όλοι οι φίλοι μαζεύτηκαν, βοήθησαν... Άλλωστε, μόνο φίλοι δουλεύουν στο Chelsea. Γι' αυτό και είναι πιο χαλαροί και ελεύθεροι οι ρυθμοί. Για να καταλάβεις, μίτινγκ με το προσωπικό δεν έχουμε κάνει ποτέ. Ο καθένας έχει το στυλ του να δουλεύει και αυτό ακριβώς θέλει ο πελάτης να δει, ξεχωριστές προσωπικότητες».
Η συγγένεια με το Chelsea Hotel της Νέας Υόρκης και η έμφυτη γλύκα των πραγμάτων
Το Chelsea Hotel, το ξενοδοχείο που έδωσε σάρκα και οστά στην παραζάλη της μυθολογίας της δεκαετίας του '60, στη Νέα Υόρκη, το ξενοδοχείο που φιλοξένησε ποιητές, πανκ, ζωγράφους, ρόκερ, drag queens, που ενέπνευσε τον Τζακ Κέρουακ να γράψει το «Στο δρόμο», τον Γουίλιαμ Μπάροους το «Γυμνό γεύμα», τον Άντι Γουόρχολ να κινηματογραφήσει το «Chelsea girls», τον Τζίμι Χέντριξ να κάνει πρόβες εκεί, τη Τζόνι Μίτσελ να γράψει τo «Chelsea morning», το οποίο έδωσε στην οικογένεια Κλίντον το όνομα της κόρης τους, το ξενοδοχείο-θρύλος, που πλέον από το 2015 δε λειτουργεί, αποτελεί την έμπνευση της Εύας και του Γιώργου.
«Η ενέργεια και το δέος που σου προκαλούσε το ξενοδοχείο, μαζί με την ιστορία του, ήταν το κάτι άλλο. Λέμε με την Εύα, μεταξύ αστείου και σοβαρού, ότι εάν ποτέ κάνουμε μαγαζί θα το ονομάσουμε Chelsea Hotel. Έτσι κι έγινε» - Γιώργος
«Θα πηγαίναμε με την Εύα στη Nέα Υόρκη αλλά επειδή το μπάτζετ ήταν πάρα πολύ σφιχτό ψάχναμε να βρούμε όσο το δυνατόν φτηνότερο δωμάτιο. Κάποια στιγμή πέφτουμε πάνω σ' ένα άρθρο το οποίο αναφέρει κάτι για το Chelsea Ηotel. Εκεί που η διαμονή στη Νέα Υόρκη κόστιζε πάνω κάτω 60 δολάρια, μπορούσες να μείνεις στο Chelsea με μόλις 30 ευρώ, μισή τιμή δηλαδή. Οπότε μείναμε στο Chelsea. Ένα μήνα μετά κάποιος εκατομμυριούχος το αγόρασε και έκλεισε δια παντός τις πόρτες του στους τουρίστες. Η ενέργεια και το δέος που σου προκαλούσε το ξενοδοχείο, μαζί με την ιστορία του, ήταν το κάτι άλλο. Λέμε με την Εύα, μεταξύ αστείου και σοβαρού, ότι εάν ποτέ κάνουμε μαγαζί θα το ονομάσουμε Chelsea Hotel. Έτσι κι έγινε» θυμάται ο Γιώργος ενώ οι τοίχοι του παγκρατιώτικου Chelsea κατακλύζονται από ασπρόμαυρες φωτογραφίες όλων των διάσημων ενοικιαστών του νεοϋορκέζικου, συνονόματου ξενοδοχείου. Αλλόκοτοι και γοητευτικοί, παράφοροι και παθιασμένοι, ταλαντούχοι και ευφυείς, όλοι τους επισφραγίζουν τον όρο «κολασμένος καλλιτέχνης». «Δε θα μου άρεσε να χρησιμοποιήσω τη λέξη φιλοσοφία αλλά σε γενικές γραμμές νομίζω πως το moto του Chelsea της Νέας Υόρκης , το “a rest stop for rare individuals”, μας εκφράζει και μας ταιριάζει πάρα πολύ» απαντάει ο Γιώργος στην αντίστοιχη ερώτησή μου. Κι εγώ σε αυτούς που έχουν κολλήσει με το μέρος συγκαταλέγομαι από τον Αύγουστο, του 2013, που άνοιξε, μέχρι και αυτή τη στιγμή που μιλάμε. Δεν ξέρω εάν ανήκω στους rare individuals, στους σπάνιους ξεχωριστούς αλλά σίγουρα ανήκω σε αυτούς που έχουν αντιληφθεί ότι εδώ κάτι καλό παίζει, κάτι που δεν έχει να κάνει με την κονστιπέ έκφραση των άσχετων, αλλά με την έμφυτη γλύκα των οικείων.
Θαμώνες, τουρίστες, περαστικοί, σκύλοι και γάτες, όλοι περνούν καλά στο Chelsea
«Δουλεύαμε χρόνια σε μαγαζιά ο Γιώργος και εγώ» εξηγεί η Εύα. «Γνωρίζαμε πως δουλεύει το πράγμα. Αυτό ίσως και να βοηθάει στην τελική εικόνα του. Το γεγονός ότι φτιάχτηκε από μέσα» λέει και ο Γιώργος συνεχίζει: «Όσον αφορά τον τρόπο λειτουργίας του μαγαζιού μπορεί να ακουστεί κλισέ αλλά η αλήθεια είναι πως ποτέ μα ποτέ, δεν μας ενδιέφερε το κέρδος και το χρήμα. Κάναμε κάτι με πολλή αγάπη και μεράκι, πιστό στις προσωπικότητες μας, όχι με γνώμονα να βγάλουμε λεφτά άλλα με σκοπό όποιος βρίσκεται στο μαγαζί, είτε τα παιδιά που δουλεύουμε, είτε οι θαμώνες, είτε οι τουρίστες, είτε τα σκυλιά, είτε τα γατιά να περνάνε όλοι όσο το δυνατόν καλύτερα, σύμφωνα πάντα με την δική μας αντίληψη του πως περνάει κάποιος καλά». Μάλλον, η δική τους αντίληψη ταυτίζεται με την αντίληψη των περισσότερων Αθηναίων, απ' ότι φαίνεται.
«Μια από τις μεγαλύτερες ανταμοιβές και χαρές, τόσο δικιάς μου όσο και της Εύας είναι όταν έρχεται ο κόσμος και μας λέει “ρε μαλάκες, είμαστε εδώ από τις 12 το μεσημέρι που ήρθαμε για έναν καφέ και η ώρα έχει πάει 2 το βράδυ και φεύγουμε μεθυσμένοι. Αυτό δεν επιτυγχάνεται μέσω μαρκετινίστικων δεξιοτήτων αλλά μόνο όταν γουστάρεις αληθινά και μέσα από την καρδιά σου αυτή την δουλειά. Μάλλον είναι μια μορφή ματαιοδοξίας και αυτό, μόνο που με αυτόν τον τύπο ματαιοδοξίας είναι όλοι κερδισμένοι» λέει ο Γιώργος και η Εύα εξηγεί για πιο λόγο χαίρεται πολύ: «Σιγά σιγά, γύρω από το Chelsea, ανοίγουν μαγαζιά, τα οποία είναι όλα απολύτως συμβατά με τη φυσιογνωμία του Παγκρατίου, αλλά και με το Chelsea. Φτιάχνεται μία ωραία αγορά και είμαστε μέρος αυτής. Μπορεί κάποιος, εάν θέλει, να πάρει κάτι από το διπλανό (σ.σ. ένα πολύ ωραίο σλοουφουντάδικο) και να το φάει εδώ, να συνοδεύσει τη μπίρα του. Δεν θα του πούμε όχι. Δεν επιβάλλουμε τους κανόνες μας, οι πελάτες διαμορφώνουν τους κανόνες». «Σεβασμός στην προσωπικότητα του κάθε ατόμου» συμπληρώνει ο Γιώργος.
«Μια από τις μεγαλύτερες ανταμοιβές και χαρές, τόσο δικιάς μου όσο και της Εύας είναι όταν έρχεται ο κόσμος και μας λέει “ρε μαλάκες, είμαστε εδώ από τις 12 το μεσημέρι που ήρθαμε για έναν καφέ και η ώρα έχει πάει 2 το βράδυ και φεύγουμε μεθυσμένοι» -Γιώργος
Τους ρωτάω αν γουστάρουν τη δουλειά τους, ενώ ξέρω την απάντηση. Η Εύα γνέφει «ναι» με όλο της το γελαστό πρόσωπο να φωτίζεται και τα πλούσια, εκρηκτικά μαλλιά της να συμφωνούν κι αυτά. «Γ@μάει αυτή η δουλειά, άμα εξαιρέσεις τα γραφειοκρατικά, όλο το άλλο κομμάτι που είναι και το 90%, γ@μάει» απαντάει κι ο Γιώργος. «Δουλεύουμε στον πιο ωραίο δρόμο της Αθήνας, στην πιο ωραία γειτονιά της Αθήνας, ντυνόμαστε όπως γουστάρουμε, πίνουμε και τρώμε ό,τι γουστάρουμε εν ώρα εργασίας, έρχονται οι φίλοι μας να μας δούνε ό,τι ώρα θέλουνε, δουλεύουμε μαζι με τους φίλους μας και μπορεί να μην γίναμε, εν τέλει, αυτό που θα θέλανε οι μανάδες μας να γίνουμε, αλλά κάνουμε την καλύτερη δουλειά του κόσμου». Κι εγώ αυτό πιστεύω και θα δώσω και δύο tips bonus για όποιον δεν ξέρει το Chelsea και θα πάει τώρα να το γνωρίσει: Να δοκιμάσει το ούζο με τον χυμό κράνμπερι ως απεριτίφ και να φάει την τάρτα με το μπρόκολο και το ζαμπόν. Cheers!