«Θυμάμαι τον εαυτό μου όταν ήταν παιδί. Ο ήχος από αυτό το καμπανάκι ήταν σα να πηγαίνεις αυτομάτως στη Disneyland. Γιατί ο ήχος από το καμπανάκι σήμαινε ότι επιτελούς μπορούσες να βγεις έξω και να πάρεις το παγωτό που τόσο πολύ λαχταρούσες. Το χωνάκι βανίλια με τρούφα ουράνιο τόξο, το χωνάκι σοκολάτα με κεράσι ».
O Godfrey Robinson εδώ και 26 χρόνια οδηγεί την κινητή καντίνα του στη Νέα Υόρκη, κάνοντας καθημερινά την ίδια ακριβώς διαδρομή. Ακόμα και σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία κατά την οποία πολλές τοπικές επιχειρησείς έχουν βάλει λουκέτο και σχεδόν όλες οι καντίνες έχουν σηκώσει χειρόφρενο, εκείνος εξακολουθεί να γυρίζει με το λευκό φορτηγάκι του στους δρόμους της πόλης, να παίζει χαρούμενη μουσική από το μεγάφωνο και να χτυπάει το καμπανάκι του. Ο λόγος για τον ίδιο είναι απλός. Τα παγωτά είναι απαραίτητα για να είμαστε χαρούμενοι.
«Έχω μία υποχρέωση. Πρέπει να βγάλω το φορτηγάκι μου στον δρόμο. Γιατί; Γιατί πιστεύω ότι οι καντίνες με τα παγωτά αποτελούν κοινωνικό έργο», λέει στην κάμερα των New York Times o Robinson. «Όταν με ρωτάνε γιατί συνεχίζω να κάνω αυτή τη δουλειά εν μέσω πανδημίας απαντώ "Γιατί οι πελάτες μου με περιμένουν"». Και συνεχίζει: «Θα μπορούσαν να πάνε σε οποιοδήποτε μεγάλο κατάστημα για να πάρουν παγωτό. Αλλά επιλέγουν να περιμένουν εμένα. Γιατί τους σερβίρω παγωτά τα τελευταία 26 χρόνια».
Το μίνι ντοκιμαντέρ που γύρισαν οι New York Times με την καταπληκτική φωτογραφία και το υπέροχο μοντάζ μας ταξιδεύει στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, σε μία αχανή, αγαπημένη πόλη που έχει πληγεί δραματικά από τον κορονοϊό και που έχει τεράστια ανάγκη για ανύψωση ηθικού.
Ο Godfrey Robinson εξηγεί ότι είναι δύσκολο με μία κινητή καντίνα να προσέχεις αρκετά ώστε να είσαι προφυλαγμένος από τη μετάδοση του ιού. Παρόλα αυτά συνεχίζει να οδηγεί το φορτηγό του στους ίδιους ακριβώς δρόμους μόνο που τώρα οι δρόμοι είναι πολύ πιο έρημοι και ήσυχοι απ' ότι συνήθως. Όμως παρά την επιφυλακτικότητα που πλέον διακατέχει τον περισσότερο κόσμο, όλοι έχουν ανάγκη ένα παγωτό.
Δείτε το βίντεο των New York Times:
Κεντρική φωτογραφία: YouTube