ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ WOMAN TOC

Διδώ Σωτηρίου: "Κοιμήθηκαν αποβραδίς νοικοκυραίοι στον τόπο τους και ξύπνησαν φυγάδες"

Ένα απόσπασμα από το μυθιστόρημα "Οι νεκροί περιμένουν". Της μεγάλης μυθιστοριογράφου και δημοσιογράφου που απεβίωσε σαν σήμερα.

Αρχίσαμε να βαδίζουμε πιασμένοι απ' το χέρι, κοντά ο ένας στον άλλον, χαμένοι, μουδιασμένοι, δισταχτικοί, σαν νά 'μαστε τυφλοί και δεν ξέρουμε πού θα μας φέρει το κάθε βήμα που αποτολμούσαμε. Γυρεύαμε ξενοδοχείο στο λιμάνι για ν' ακουμπήσουμε και να περιμένουμε τους δικούς μας. Όπου όμως κι αν ρωτούσαμε, παίρναμε την ίδια στερεότυπη απόκριση:

— Απ' τη Σμύρνη έρχεστε; Δε δεχόμαστε πρόσφυγες.

— Μα θα σας πληρώσουμε καλά, άνθρωποι του Θεού, έλεγε η θεία Ερμιόνη.

Εκείνοι επέμεναν στην άρνησή τους:

— Φοβόμαστε τις επιτάξεις. Δε μάθατε λοιπόν πως στη Χίο, στη Μυτιλήνη, στη Σάμο έφτασε προσφυγολόι, κι επιτάξανε όλα τα σχολεία, τα ξενοδοχεία, τα πάντα;

— Τί θέλαμε, τί γυρεύαμε μεις να 'ρθούμε σε τούτον τον αφιλόξενο τόπο, έλεγε η κυρία Ελβίρα. Τί θέλαμε και τί γυρεύαμε να χωριστούμε από τους άνδρες μας!

Στο τέλος βρέθηκε ένας αναγκεμένος ξενοδόχος και μας έδωσε ένα σκοτεινό, άθλιο δωμάτιο με έξι κρεβάτια. Για πότε γινήκαμε πραγματικοί πρόσφυγες δεν το καταλάβαμε. Μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα όλος ο κόσμος αναποδογύρισε.

Βαπόρια φτάναν το ένα πίσω από τ' άλλο και ξεφόρτωναν κόσμο, έναν κόσμο ξεκουρντισμένον, αλλόκοτο, άρρωστο, συφοριασμένο, λες κι έβγαινε από φρενοκομεία, από νοσοκομεία, από νεκροταφεία. Έπηξαν οι δρόμοι, το λιμάνι οι εκκλησιές, τα σχολειά, οι δημόσιοι χώροι. Στα πεζοδρόμια γεννιόνταν παιδιά και πέθαιναν γέροι.

Ενάμισι εκατομμύριο άνθρωποι βρεθήκανε ξαφνικά έξω απ' την προγονική τους γη. Παράτησαν σκοτωμένα παιδιά και γονιούς άταφους. Παράτησαν περιουσίες, τον καρπό στα δένδρα και στα χωράφια, το φαΐ στη φουφού, τη σοδειά στην αποθήκη, το κομπόδεμα στο συρτάρι, τα πορτρέτα των προγόνων στους τοίχους. Και βάλθηκαν να τρέχουν να φεύγουν κυνηγημένοι απ' το τούρκικο μαχαίρι και τη φωτιά του πολέμου. Έρχεται μια τραγική στιγμή στη ζωή του ανθρώπου, που το θεωρεί τύχη να μπορέσει να παρατήσει το έχει του, την πατρίδα του το παρελθόν του και να φύγει, να φύγει λαχανιασμένος αποζητώντας αλλού τη σιγουριά. Άρπαξαν οι άνθρωποι βάρκες, καΐκια, σχεδίες, βαπόρια, πέρασαν τη θάλασσα σ' έναν ομαδικό, φοβερό ξενιτεμό. Κοιμήθηκαν αποβραδίς νοικοκυραίοι στον τόπο τους και ξύπνησαν φυγάδες, θαλασσοπόροι, άστεγοι άποροι, αλήτες και ζητιάνοι στα λιμάνια του Πειραιά, της Σαλονίκης, της Καβάλας του Βόλου, της Πάτρας.

Ενάμισι εκατομμύριο αγωνίες και οικονομικά προβλήματα ξεμπαρκάρανε στο φλούδι της Ελλάδας, με μια θλιβερή ταμπέλα κρεμασμένη στο στήθος: "Πρόσφυγες!" Πού να ακουμπήσουν οι πρόσφυγες; τί να σκεφτούν; τί να ξεχάσουν; τί να πράξουν; πού να δουλέψουν; πώς να ζήσουν;

Τρέμαν ακόμα απ' το φόβο. Τα μάτια τους ήταν κόκκινα απ' το αιμάτινο ποτάμι της κόλασης που διάβηκαν. Και σαν πάτησαν σε στέρεο έδαφος, μετρήθηκαν να δουν πόσοι φτάσανε και πόσοι λείπουν. Κι οι ζωντανοί δεν το πιστεύανε, μόνο άπλωναν τα χέρια τους στο κορμί τους και το ψάχνανε, για να βεβαιωθούνε πως δεν ήταν βρικόλακες. Και ψάχναν και για την ψυχή τους, να δουν αν ήταν στη θέση της. Μ' αυτή ήταν άφαντη. Είχε μείνει πίσω στην πατρίδα κοντά στους αγαπημένους νεκρούς και στους αιχμαλώτους, κοντά στα σπιτάκια, στα χωράφια, στις δουλειές….

Κι είπαν: περαστικοί είμαστε, ας βολευτούμε όπως όπως, κι αύριο θα ματαγυρίσουμε στα μέρη μας. Κι αποζητούσαν, τούτη την ελπίδα, με την ίδια λαχτάρα σαν το ψωμί το νερό και τ' αλάτι.

Τόσοι ήταν, ενάμισι εκατομμύριο ρωμιοί μικρασιάτες, που στριφογύριζαν τώρα στο καύκαλο της Ελλάδας, σαν περιπλανώμενοι ιουδαίοι διωγμένοι από τη γη της Χαναάν. Χωρίς πατρίδα χωρίς δουλειά χωρίς σπίτι. Και μόλις χτες να θυμάσαι πως ήσουνα νοικοκύρης.

Ψάχναν για τον αίτιο, αναθεμάτιζαν τον ουρανό, τη γης, τον Κεμάλ το Βενιζέλο τον Κωνσταντίνο, την Αντάντ, τον πόλεμο. Μα πριν απ΄ όλα τον ύπουλο τον Άγγλο, τον υπολογιστή, το διπλοπρόσωπο, το σφετεριστή που έκανε μπίζνες και αυτοκρατορική πολιτική με το αίμα και τη δυστυχία ενός λαού….

Διδώ Σωτηρίου: "Κοιμήθηκαν αποβραδίς νοικοκυραίοι στον τόπο τους και ξύπνησαν φυγάδες"
Διδώ Σωτηρίου

[Διδώ Σωτηρίου, Οι νεκροί περιμένουν. Μυθιστόρημα, Κέδρος, Αθήνα 1979 (7η έκδ.), σ. 132-134]

Πηγή: ebooks.edu.gr

Read Next

Περισσότερα από

Stories

20 Οκτ 2025

Οι 10 νέες εκθέσεις που δεν πρέπει να χάσεις στην Αθήνα τώρα

Από τον Juergen Teller και τον Paolo Colombo έως τον Stanley Whitney και μία έκθεση φόρος - τιμής στον Γιώργο Ζογγολόπουλο, τα εικαστικά ραντεβού του Οκτωβρίου είναι πολλά και σημαντικά.

18 Οκτ 2025

Ειρήνη Παππά: Με εντυπωσιακό grecian καφτάνι στα γυρίσματα ιταλικής ταινίας το 1971

Η εντυπωσιακή εμφάνιση της Ειρήνης Παππά στο "Roma Bene".

18 Οκτ 2025

you are invited | Πρώτη ματιά στην έκθεση του θρυλικού φωτογράφου Juergen Teller στο Onassis Ready

Στον νέο χώρο του Ιδρύματος Ωνάση, ο Juergen Teller στήνει τον δικό του φωτογραφικό κόμβο, προτάσσοντας την αλήθεια έναντι του αψεγάδιαστου.

17 Οκτ 2025

Γιατί οι γυναίκες σταυρώνουν τα πόδια τους χωρίς να το καταλαβαίνουν;

Τι λένε οι επιστήμονες για αυτή την ενστικτώδη κίνηση;

17 Οκτ 2025

Αποκλειστικό | Η ταινία ντεμπούτο της Charli XCX στη μεγάλη οθόνη κάνει πρεμιέρα στην Ελλάδα

Η "Έκρηξη / Erupcja", μετά την παρουσίαση της σε σημαντικά φεστιβάλ του κόσμου, έρχεται και στη χώρα μας κάνοντας πανελλήνια πρεμιέρα στο 66ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.

16 Οκτ 2025

Movie Review | After The Hunt: Η Julia Roberts επιστρέφει πιο ώριμη, γοητευτική και αινιγματική από ποτέ

Ο George Satsidis γράφει για τη νέα κινηματογραφική σύμπραξη της Julia Roberts με τον Luca Guadagnino.

16 Οκτ 2025

Καποδίστριας | Πρώτες εικόνες και τρέιλερ από τη νέα ταινία του Γιάννη Σμαραγδή

Ο σπουδαίος Έλληνας σκηνοθέτης υπογράφει μία ταινία αφιερωμένη στον Έλληνα πολιτικό και διπλωμάτη.

16 Οκτ 2025

31 χρόνια πριν: Το νυφικό της Ελένης Ράντου που έγραψε ιστορία στον γάμο με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου

Ένα νυφικό, ένα χαμόγελο και μια ιστορία αγάπης που άντεξε στον χρόνο.

16 Οκτ 2025

Όταν η Κατίνα Παξινού συνάντησε τον Αλέν Ντελόν - μια ιστορική στιγμή στη Βενετία του 1960

Μια φωτογραφία, δύο μύθοι, κι ένα βλέμμα που ένωσε δύο εποχές.