Γυναίκα καλλιεργημένη και πάντα μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, μοναδική στο είδος της, η Σαπφώ Νοταρά παραμένει η αγαπημένη "αγριοφωνάρα" του Ελληνικού Κινηματογράφου. Συνυφασμένη με ρόλους φωνακλούς, γκρινιάρας μα και καλόψυχης υπηρέτριας ή μητέρας, με την χαρακτηριστικά δυνατή και βραχνή φωνή, άφησε εποχή με τις ερμηνείες της και τις αξέχαστες ατάκες της.
Γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης και από πολύ μικρή έκανε χορό και μπαλέτο. Ήταν από τις λίγες γυναίκες της εποχής της με πανεπιστημιακή μόρφωση (Βιομηχναική Σχολή), ωστόσο, εγκατέλειψε τη δουλειά της στην Τράπεζα και βγήκε στο Θέατρο. Το καλλιτεχνικό επώνυμο Νοταρά, το δανείστηκε από το δρόμο που βρισκόταν η Δραματική Σχολή που φοιτούσε. Ξεκίνησε την θεατρική της πορεία συνεγαζόμενη με τους μεγαλύτερους Αθηναϊκούς θιάσους, όπως του Χριστόφορου Νέζερ, της Κυρίας Κατερίνας και της Έλλης Λαμπέτη, και συνέχισε με το Κ.Θ.Β.Ε και με το Εθνικό Θέατρο. Συνεργάστηκε στενά και με την Μαρίκα Κοτοπούλη, την οποία αντικαθιστούσε στο εναλλασσόμενο ρεπερτόριο του θεάτρου – μαζί με τη Γεωργία Βασιλειάδου – όταν η Μαρίκα Κοτοπούλη ταξίδευε στο εξωτερικό.
Την πρώτη της κινηματογραφική εμφάνιση την πραγματοποίησε το 1951 στην ταινία "Η Λύκαινα" της Μαρίας Πλυτά (Ανζερβός), ενώ η συνεργασία της με την Φίνος Φίλμ ξεκίνησε το 1958 με την ταινία "Η Κυρά μας η Μαμμή".
Γύρισε συνολικά 31 ταινίες, με πιο ξεχωριστές εμφανίσεις στην ταινία της Φίνος Φίλμ "Η Χαρτοπαίχτρα", πλάι στην Ρένα Βλαχοπούλου, ερμηνεύοντας τον ρόλο στριμμένης μα και καλόψυχης υπηρέτριας, καθώς επίσης και στην ταινία "Αχ αυτή η Γυναίκα μου" (Δαμασκηνός-Μιχαηλίδης, 1967), που έλεγε την περίφημη ατάκα "Εδώ μέσα γίνονται Σόοδομα και Γόομορα".
Τελευταία της κινηματογραφική εμφάνιση ήταν το 1970 στην ταινία "Έμπαινε Μανωλιό", ενώ κύκνειο άσμα της στο θεατρικό σανίδι, αποτέλεσε η συνεργασία της με τον Μάνο Χατζιδάκι το 1981 στο έργο "Πορνογραφία". Πήρε μέρος επίσης και σε πολλές και επιτυχημένες ραδιοφωνικές παραγωγές, με τελευταία συμμετοχή της το 1981, στο έργο του Κώστα Παναγιωτόπουλου "Η Κυρία Κυριακή".
Η Σαπφώ Νοταρά, είχε το σπάνιο προσόν να δίνει χρώμα και ύλη στις λέξεις, - π.χ. "μπουρλότο" - τονίζοντας τες με τη δυνατή και βραχνή φωνή της. Ωστόσο, πέρα από τη φωνή της, είχε ευρύτερα υποκριτικά προσόντα και έντονα δυναμική παρουσία.
Το μοναχικό τέλος
Η Σαπφώ Νοταρά ήταν μοναχικός άνθρωπος και δύσκολος χαρακτήρας, σύμφωνα με όσους τη γνώριζαν. Ζούσε ολομόναχη και χωρίς οικονομικούς πόρους, σ' ένα μικρό διαμέρισμα στην Πλατεία Κουμουνδούρου στην Αθήνα, το νοίκι του οποίου πλήρωνε ένας θαυμαστής της. Με πολλά προβλήματα υγείας, η σπουδαία ηθοποιός βρέθηκε νεκρή στο διαμέρισμά της από τους περιοίκους στις 13 Ιουνίου του 1985. Σύμφωνα με την ιατροδικαστική έκθεση είχε αφήσει την τελευταία της πνοή δύο ημέρες νωρίτερα, συνεπεία καρδιακής προσβολής.