Λίγα λόγια για τον αποστολέα
Ο Στάθης Παχίδης είναι τραγουδοποιός και ιδρυτικό μέλος της μουσικοθεατρικής ομάδας «ΑΓΑΜΟΙ ΘΥΤΑΙ», με πάνω από 1.200 παραστάσεις τους στο κοντέρ αλλά και συνεργασίες με Χρήστο Νικολόπουλο, Αρλέτα, Αγάθωνα Ιακωβίδη, Μελίνα Κανά, Γ. Ανδρέου και Β. Κοντόπουλο (αλεΡΕτούρ), ΚΟΖΑ ΜΟΣΤΡΑ κ.ά.
Επίσης, του αρέσει να συστήνεται ως ραδιοφωνικός παραγωγός υπερδεκαετούς θητείας -με ειδικότητα στο χαζεύειν και στο τιποτολογείν- και αποψίας στο Protagon.gr
Μου χτένιζες κάθε πρωί τα μαλλιά χωρίστρα… Στεκόσουν στην πόρτα, με το ποτήρι το γάλα στο χέρι κι αν δε το ’πινα, δε μ’ άφηνες να φύγω – ποτέ δεν ξαναήπια γάλα από τότε.
Περίμενα σκαστός στο κρύο, έξω απ’ τ’ Αγγλικά σου, να πάμε μαζί δυο στενά παραπάνω, ως το σπίτι σου, για να σε χαζεύω μόνο. Και δε μου ’δωσες σημασία. Άσε που το είπες στη μάνα σου, που διαμαρτυρήθηκε στη διευθύντρια, που κάλεσε τον πατέρα μου, που…
Μου έβαλες 5 στην Ορθογραφία, εμένα, τον καλύτερό σου μαθητή, με μόλις δύο (2) λάθη, για να παραδειγματίσεις την τάξη, και έμεινα κλαμένος σ’ ένα παγκάκι. Δεν είχα μούτρα να γυρίσω σπίτι, οι δικοί μου τρελάθηκαν και πήραν τους δρόμους να με ψάχνουν…
«Στην Πατρίδα λέγαμε…» έλεγες ακόμη κι ανήμπορη, εσύ, η απ’ αλλού, που περπάτησες το μισό κάμπο της Μακεδονίας καμαρωτή, με τον μποχτσά στο κεφάλι. «Στην Πατρίδα λέγαμε πως, αν δεν τον κοιμηθείς τον άνθρωπο, δεν τον μαθαίνεις…» κι εγώ ρωτούσα αν έμαθες πολλούς και μου εκσφενδόνιζες τη γιαγιαδίστικη παντόφλα.
Στα γρασίδια, πάνω απ’ τη Νομική. Ένα φιλί, το ’χω στα χείλη τριάντα χρόνια. Κι όμως έφυγες, πήγες σ’ άλλη πόλη γαμώτο, άσε που τα είχες την ίδια περίοδο και με το φιλόλογό σου.
Μετά έφευγα εγώ… Της μιας βραδιάς η σιγουριά. Και δεν έμαθα ποτέ τι άλλο μπορεί να ένιωθες, τι άλλο μπορεί να άξιζε. Κλεμμένα φιλιά, δανεικά σεντόνια. Όποτε συναντηθούμε, το χαμόγελο είναι μισό. Μια φορά εραστές, για πάντα εραστές – ούτε καν φίλοι.
Μου έμαθες με τα χρόνια να είμαι εκεί κι ας μην ήμουν όσες φορές θα ’πρεπε. Εκεί, ναι εκεί… Την ώρα που ξαναφτιάχνεται πέτρα με πέτρα, άγγιγμα με άγγιγμα, φιλί με φιλί απ’ την αρχή το Σύμπαν - από δύο αυτή τη φορά. Και έφερε και δυο γιους το νέο Σύμπαν.
Ξημέρωσέ με, ξημέρωσέ με/στην αγκαλιά σου ημέρωσέ με, Η Γκιούλ Μπαχάρ δε μένει πια εδώ, Σε μια θάλασσα ουίσκυ/ναυαγοί και ποιος μας βρίσκει, Θέλω να ’ρθεις χαράματα, την πόρτα να χτυπήσεις/δεν έχει η αγάπη κλειδαριά και με δυο χάδια απαλά να μ’ αγουροξυπνήσεις. Αυτά και αρκετά παρόμοια, σου τα χρωστώ.
Ο χρόνος όμως είναι ανίκητος και δεν είναι γυναίκα. Δεν έχει ο χρόνος εγκαρτέρηση, μύθο, ελιγμό και αγκαλιά. Σκόνη κάνει και τα πιο μεγάλα πάθη. «Πάντα ταύτα κόνις», που λέει κι ο αρχαίος λυρικός. Πόσες φορές ν’ αντέξεις να φτιάξεις το Σύμπαν απ’ την αρχή;
Κι όμως, ακόμη και τώρα, πάντα περιμένω ν’ ακούσω στον διάδρομο τα βήματά σου…