Ήταν μία άνοιξη, κάπου στις αρχές της δεκαετίας του '90. Το ιδιωτικό σχολείο που πήγαινα διοργάνωνε μία συναυλία κάθε χρονιά, συναυλίες μεγάλες με γνωστούς καλλιτέχνες και συγκροτήματα, και εμείς που τότε ανακαλύπταμε τον κόσμο περιμέναμε με ανάσα κομμένη να γίνουμε μέρος του αχανούς πλήθους. Ήμασταν στις πιο μικρές τάξεις και ακούγαμε Λιβιεράτο, Καλίρη και Κορκολή- Ρουβά δεν ακούγαμε ποτέ γιατί μας φαινόταν υπερβολικά καλογυαλισμένος για τα πιο στραπατσαρισμένα (από νωρίς) γούστα μας.
Το εισιτήριο ήταν μαύρο με λευκά γράμματα και το απόκομμα υπάρχει ακόμα σε μία κασετίνα στο συρτάρι μου. Το βράδυ που ήρθαν παρέα με τον Διονύση Τσακνή για να ανοίξουν μία νέα πόρτα έκανε κρύο, αναπάντεχο για εκείνη την περίοδο της χρονιάς. Επίσης, είχε έναν άνεμο δυνατό που σήκωσε όλη την άμμο στο μεγάλο, χωμάτινο γήπεδο ποδοσφαίρου στον αέρα, το χώμα έπεφτε πάνω μας, είχε τρυπώσει στο φερμουάρ του φούτερ μου και στις κόρες των δακρυσμένων ματιών μου. Σπρωχτήκαμε και φτάσαμε στην δεύτερη ή στην τρίτη σειρά και αυτή ήταν η πρώτη φορά που τον είδαμε από κοντά, πληθωρικό, γελάστό και ιδρωμένο, με ένα λερωμένο από τη σκόνη μπεζ πουκάμισο και με αμέτρητα χαϊμαλιά στα χέρια να παίζει την κιθάρα του. Μετά μάθαμε ότι στις ειδήσεις είχαν πει πως είχε 8 μποφόρ.
«Τον Μαχαιρίτσα τον αγαπήσαμε όταν δεν ξέραμε τίποτα για τίποτα. Θα τον αγαπάμε πάντα,» έγραψε σήμερα το πρωί ένας καλός φίλος στα social media. Σήμερα που κάπως δυσκολεύομαι να συνειδητοποιήσω τι έχει συμβεί, όχι μόνο γιατί ήταν παντελώς ξαφνικό και στενάχωρο, αλλά γιατί αν έχει υπάρξει ένας μόνο Έλληνας καλλιτέχνης που μου έδειξε έναν δρόμο προς μία πιο αληθινή μουσική και που με έβαλε στη διαδικασία, σε μία ηλικία που είχα ακόμα τα μάτια σχεδόν κλειστά, να ανακαλύψω διαφορετικούς ηχητικούς προορισμούς, αυτός ήταν, πρώτος και καλύτερος, ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας. Προορισμούς αβάσταχτα τρυφερούς πολλές φορές και σχεδόν πάντα ειλικρινέστατους και απλούστατους. Προορισμούς που έλεγαν μεγάλες αλήθειες για τη ζωή που ζούμε και για τα συναισθήματα που νιώθουμε χωρίς κόμπλεξ ανωτερότητας ή την ανάγκη να το παίξουν πιο έξυπνοι απ΄όσο στα αλήθεια είναι.
Δε νομίζω πως υπάρχει άλλος συνθέτης και τραγουδοποιός για τον οποίο να έχω διαφωνήσει περισσότερες φορές σε μουσικόφιλες παρέες, απ' όσες έχω διαφωνήσει για τον Μαχαιρίτσα. Καθώς τα χρόνια περνούσαν και άλλα, ολόφρεσκα συγκροτήματα που έπαιζαν ροκ και μιλούσαν ελληνικά ήρθαν στο προσκήνιο, καθώς η μόδα του ελληνικού ροκ άρχισε σταδιακά να ξεθωριάζει και νέες εγχώριες αγάπες ανακαλύφθηκαν, το μεγάλο ταλέντο του μαζί με τα πολλά πανέμορφα τραγούδια που έχει γράψει, για τον εαυτό του ή για άλλους, θάφτηκαν κάτω από πολλά κιλά πιο πρόσφατης ελληνικής δισκογραφίας. Ικανοί και πολύ αξιόλογοι συνάδελφοι μου τον έχουν χαρακτηρίσει, σε χαλαρές συζητήσεις, κάπως «εφηβικό», ακόμα και λιγάκι «γραφικό» εξαιτίας κάποιων (κυρίως πολιτικών) δηλώσεων του - ήταν πάνω-κάτω η περίοδος που είχε κυκλοφορήσει το διπλό DVD «Τόσα Χρόνια Μία Ανάσα».
Για κάποιον απροσδιόριστο λόγο αισθανόμουν πάντα την ανάγκη να το πάρω προσωπικά και να τον υπερασπιστώ, λες και επρόκειτο για κάποιον κοντινό μου άνθρωπο. Η αλήθεια είναι πως τον θαύμαζα και τον αγαπούσα, ό,τι κι αν συνέβαινε, ακόμα και σε εκείνα τα άλμπουμ του που «έκαναν κοιλιά» και στεναχωριόμουν κάθε φορά που κάποιος έδειχνε να μην καταλαβαίνει το ποικιλόμορφο, πλούσιο έργο του.
Έτσι, αυτά είναι 12 δικά του τραγούδια. Από την πορεία του με τους Τερμίτες, από προσωπικές δουλειές ή από δίσκους άλλων, με σειρά αντίστροφης μέτρησης, σε μία σύντομη επιλογή κομματιών από το μεγάλο δισκογραφικό έργο ενός καλλιτέχνη που σήμαινε τόσα πολλά για τόσους πολλούς.
12. Πεθαίνω Για Σένα
11. Έτσι κι Αλλιώς
10. Μάτια Δίχως Λογική
9. Σε Στυλ Να Μην Ξεχνιόμαστε
8. Σκληρή Μουσική (με τους Τερμίτες)
7. Το Φλασάκι
6. Η Σκόνη
5. Ημίφως
4. Νότος
3. Πόσο Σε θέλω (με τους Τερμίτες)
2. Ο Παλιός Στρατιώτης
1. Διδυμότειχο Μπλουζ
Γεια σου, λοιπόν, Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, με την υπέροχη, μπάσα φωνή σου. Αιώνιε λάτρη του ροκ, αλλά και του ελαφρού ιταλικού τραγουδιού (εκείνου που αποκαλούσες «η δική μου μουσική»). Ορκισμένε έφηβε και μεγάλε πλακατζή. Σε ευχαριστώ για όλα. Σε είχα δει αρκετές φορές ζωντανά και πάντα πίστευα πως είχα πολύ χρόνο μπροστά μου για να σε δω άλλες τόσες. Δεν είχα, τελικά.
Μία μέρα θα εξηγήσω στον ενός έτους, σήμερα, γιο μου γιατί αξίζει να αφιερώσει λίγο χρόνο, ακούγοντας τραγούδια σαν κι αυτά.
Και θα χορέψω μαζί του στο σαλόνι με αυτό, στη διαπασών: