Τη Βάσω τη γνώρισα πριν από 10 χρόνια περίπου. Μεσούσης της κρίσης, και πίνοντας ενίοτε κανένα ποτό της παρηγοριάς σ’ ένα μπαρ, έβλεπα πάντα πως η κοπέλα στο σέρβις είχε υπέροχα κοντά κουρέματα. Το ένα καλύτερο από το άλλο. Και επειδή όσες έχουμε κοντά μαλλιά ξέρουμε πόσο σημαντικό είναι το κούρεμα και πως ο κομμωτής ή η κομμώτρια θα πρέπει να ειδικεύεται σε αυτό, βρήκα το θάρρος και τη ρώτησα την κοπέλα. Και μου είπε. Έτσι ανακάλυψα το "Κομμωτήριο Βασιλική", δηλαδή το κομμωτήριο της Βάσως στην τίμια Ξενοφώντος, στις Τζιτζιφιές (πολύ πριν το Ίδρυμα Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος) και έκτοτε δεν πάω πουθενά αλλού. Για πολλούς, μα πολλούς λόγους.
Κυρίως γιατί δεν έχω καμία όρεξη να ντυθώ και να βαφτώ για να πάω στο κομμωτήριο κι έπειτα να στηθώ στην καρέκλα κρατώντας την πλάτη μου όρθια με τη φαντασίωση ότι είμαι η Τζίτζι Χαντίτ. Αντιθέτως. Δεν θέλω να ντυθώ, δεν θέλω να βαφτώ ούτε να strike a pose. Αν και η αλήθεια είναι πως μου λείπει η εικόνα της τύπισσας με ύφος χιλίων καρδιναλίων και αλουμινόχαρτα στο κεφάλι. Επίσης, πιστεύω ακράδαντα πως πρέπει να υπάρχει μια αντιστοιχία τιμής- παροχής υπηρεσίας. Το να πληρώνω 80 ευρώ το κοντό κούρεμα (ή όποιο κούρεμα, θαρρώ πως τείνει προς το πλημμέλημα. Και κυρίως; Πάω στη Βάσω (κούρεμα) και στη Γιώτα (βαφή) γιατί το… διασκεδάζω απίστευτα. Γιατί είναι αυθεντικές και δεν το παίζουν μαιτρ, παρότι είναι.
Γιατί πιάνω πάντα την κουβέντα αφού εκεί οι άνθρωποι είναι κατά κύριο λόγο φυσιολογικοί (όπως τουλάχιστον ορίζω εγώ το φυσιολογικό). Έτσι, π.χ έπιασα συζήτηση με την κυρία Φανή και έμαθα τον φανταστικό τρόπο με τον οποίο γνωρίστηκε με τον δεύτερο σύζυγό της και είναι μαζί 17 χρόνια τώρα. Μια ιστορία- ύμνο για την αξία του timing και το πώς να πιστεύει κανείς στη ζωή και τα δώρα της (δεν μπορώ να σας την πω, αλλά πραγματικά δάκρυσα την ώρα που ρουφούσα συνεπαρμένη λίγο φρέντο από αυτόν που παρήγγειλα από κοντινό καφενείο, στην αυλή, δίπλα στη στάση του λεωφορείου, χωρίς να με νοιάζει το θέαμα μπέρτα-αλουμινόχαρτο-δάκρυα που προσέφερα απλόχερα στα πλήθη).
Όταν οι γυναίκες αισθάνονται άνετα λένε απίστευτες ιστορίες και δίνουν υπέροχες συμβουλές- κάποιες διόλου τετριμμένες. Λένε αστεία, λένε έναν καλό λόγο η μία στην άλλη. Τα τελευταία χρόνια δε έχουμε επιλέξει να ακούμε και συγκεκριμένο σταθμό στο ραδιόφωνο, που βάζει το ένα χιτ μετά το άλλο και παίζουμε και κανένα καραόκε καμιά φορά στον λουτήρα. Και αν ακούσετε το γέλιο της Βάσως; Θα γελάτε μέχρι μεθαύριο χωρίς να σας νοιάζει γιατί γελάει, μέχρι και ο Γκάμπι, ο σκύλος ξυπνάει και τρέχει να δει τι γίνεται.
Που και που μιλάμε και σοβαρά, δίνουμε κουράγιο η μία στην άλλη. Γιατί αυτό που συχνά ξεχνάμε όταν πηγαίνουμε σε ένα κομμωτήριο είναι πως οι άνθρωποι που δουλεύουν εκεί καλούνται να ανταπεξέλθουν σε αληθινά δύσκολες καταστάσεις ενίοτε. Όπως όταν πέφτουν τα μαλλιά κάποιας πελάτισσας από χημειοθεραπείες ή όταν ξαναφυτρώνουν. Κι εκείνες κατορθώνουν να "κρατήσουν το πεδίο" όπως λέμε και στα εναλλακτικά.
Αμφότερες ερωτευμένες με τη γιόγκα και ψαγμένες για τη ζωή χωρίς να το βροντοφωνάζουν, κάνουν το συνοικιακό κομμωτήριο τους έναν μικρό φάρο μες στην πόλη, όπου το lifestyle μοιάζει τόσο αδύναμο και γελοίο. Και είμαστε πολλές που το έχουμε ανάγκη αυτό. Γιατί τελικά το κομμωτήριο είναι ένα καταφύγιο για τις γυναίκες. Ένας τόπος που θα πρέπει να χωράει η γυναικεία εμπειρία και οι πραγματικές διαστάσεις της. Να χωράει δηλαδή η ψυχή σου και εσύ, ακριβώς όπως είσαι.
Εικόνες: δυστυχώς δικές μου-
Ακολουθήστε το Woman Toc στο Instagram