ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ WOMAN TOC

Η συγκλονιστική αφήγηση της Δώρας που έχασε τον πατέρα της και ζει με τη μεγάλη απώλεια

Πίστευα ότι δεν θα ξεπεράσω ποτέ την απώλεια του πατέρα μου. Ίσως και να μην ήθελα να την ξεπεράσω.

Η συγκλονιστική αφήγηση της Δώρας που έχασε τον πατέρα της και ζει με τη μεγάλη απώλεια

Κάποια πράγματα στην ζωή ξέρεις ότι θα συμβούν αλλά ποτέ δεν τα περιμένεις. Δεν θέλεις να μπεις στην διαδικασία να τα περιμένεις. Ούτε φυσικά και να προετοιμαστείς γι’ αυτά. Προτιμάς να τα αγνοείς. Νομίζεις πως αν τα ξεχάσεις, θα σε ξεχάσουν και αυτά. Έτσι, όταν συμβαίνουν σε βρίσκουν εντελώς έκπληκτη. Σε σοκάρουν. Σε αποσυντονίζουν. Σε ταράζουν. Σε κάνουν να χάνεις την γη κάτω από τα πόδια σου.

Ήξερα ότι κάποια στιγμή ο πατέρας μου θα φύγει. Ήταν χρόνια άρρωστος. Και η ασθένεια του κάθε χρόνο, τον έριχνε και πιο πολύ. Ο πατέρας μου είχε πάρκινσον. Μια ασθένεια που πολλοί λίγοι ξέρουν. Μια ασθένεια που χτυπάει τα νεύρα, λιώνει το σώμα, παραλύει τον νου, κατατροπώνει την ψυχολογία, αδυνατεί την μνήμη, επηρεάζει τον λόγο, αναιρεί την σκέψη, καθυστερεί την απόφαση. Δύο δεκαετίες σχεδόν ζούσαμε μαζί της. Αυτή, εκείνος και εμείς που προσπαθούσαμε να την καθυστερήσουμε με όποιον τρόπο γίνεται. Να την καθυστερήσουμε και όχι να την αγνοήσουμε. Πως θα γινόταν αυτό άλλωστε; Το πάρκινσον είναι ένα σαράκι. Τρυπώνει στο σώμα και μεταμορφώνει τον ασθενή. Τον υποβάλλει σε καθημερινές δοκιμασίες. Δεν τον αφήνει να χαρεί. Δεν του επιτρέπει να ζει την καθημερινότητα του. Το πάρκινσον σε κάνει άλλον άνθρωπο. Και αυτό, φυσικά, δεν έχει σχέση μόνο με την κίνηση. Το πιο οδυνηρό έρχεται όταν το πάρκινσον εισβάλλει στα νεύρα του εγκεφάλου που σχετίζονται με την σκέψη, με την ανάγνωση, με την άρθρωση, με την κατάποση ή ακόμα και με την αναπνοή. Ήξερα ότι αυτή η ασθένεια θα ήταν ο λόγος που ο πατέρας μου θα έφευγε. Όμως ήξερα πως αυτό δεν γίνει από την μια στιγμή στην άλλη. Και παρόλο που ο πατέρας μου είχε αλλοτριωθεί σε μεγάλο ποσοστό, στα δικά μου μάτια ήταν πάντα σπουδαίος. Υπέροχος. Ικανός. Άξιος να ζήσει εκατό ακόμα ζωές. Αθάνατος.

Μετά από 17 μέρες παραμονής σε κρύα δωμάτια με την αναπνοή του να λιγοστεύει και το στόμα του να σχηματίζει αραιά και που ένα γενναίο «σε αγαπάω», ο μπαμπάς μου έφυγε.

Έτσι, όταν κάποια στιγμή είχε ένα ατύχημα μέσα στο σπίτι με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν δύο τεράστια αιματώματα στον εγκέφαλο του, εγώ ήμουν από αυτούς που πίστευε πως ο οργανισμός του θα είχε την δύναμη να τα απορροφήσει, θα μπορούσε να επανέλθει και θα ήταν και πάλι κοντά μας. Όταν όλοι οι άλλοι έβλεπαν έναν άνθρωπο με μηδαμινές δυνάμεις και μηδέν διάθεση επαναφοράς, εγώ έβλεπα τον μπαμπά που είχα πάντα στο μυαλό μου. Τον μπαμπά μου σε παλιότερες εποχές. Τότε, που ήξερα ότι μπορεί να με βοηθήσει παντού, να μου δώσει λύση για τα πάντα, να με προστατεύσει σε κάθε στραβή και να κάνει τα πάντα για να είμαι ασφαλής και χαρούμενη.

Φυσικά, αυτός ο μπαμπάς δεν υπήρχε πια. Γιατί μπορεί πάντα να είχε την διάθεση να κάνει το καλύτερο για μένα αλλά η ασθένεια του είχε άλλα σχέδια. Και ο μπαμπάς μου είχε αλλάξει. Είχε γίνει ένα μωρό μου που έψαχνε φροντίδες και αγκαλιές. Ένα πλασματάκι φοβισμένο που ήθελα να είμαστε συνεχώς κοντά του για να υπάρχει. Ένα μικρό πουλάκι που επιβίωνε μόνο στην φωλιά του. Και το νοσοκομείο δεν ήταν σίγουρα η φωλιά του. Τα πράγματα είχαν πάρει τον δρόμο τους. Μετά από 17 μέρες παραμονής σε κρύα δωμάτια με την αναπνοή του να λιγοστεύει και το στόμα του να σχηματίζει αραιά και που ένα γενναίο «σε αγαπάω», ο μπαμπάς μου έφυγε.

Το βράδυ εκείνο είχα πάει να τον δω, όπως και κάθε άλλο βράδυ. Έφυγα νωρίς γιατί ήξερα τι θα συμβεί και δεν άντεχα να είμαι παρούσα. Αισθανόμουν, δε, πως ήταν πιο δίκαιο να φύγει μόνο με την μητέρα μου κοντά του. Μπορεί εκείνες τις τελευταίες στιγμές να ήθελαν να πουν δυο-τρεις κουβέντες δικές τους. Οι άνθρωποι που έχουν ζήσει σχεδόν μισό αιώνα μαζί, πιστεύω ότι το δικαιούνται. Με ενημέρωσαν με ένα άθλιο τηλεφώνημα. Από εκείνα που συμβαίνουν μέσα στο σκοτάδι και σου κόβουν την ανάσα. Ένα άθλιο, ασταμάτητο κουδούνισμα που τρύπαγε τα αυτιά μου και πάγωνε το αίμα μου. Γνώριζα πολύ καλά γιατί μου τηλεφωνούσαν. Δεν ήθελα να το σηκώσω. Το σήκωσα, όμως. Παρόλο που ήξερα τι θα μου πουν, δεν πίστευα στα αυτιά μου. Ήθελα να σταματήσω την φωνή στο ακουστικό. Ήθελα να μπω στο ακουστικό και να κλείσω εκείνο το στόμα που μου επικοινωνούσε τα χειρότερα νέα της ζωής μου. Στην άκρη της γραμμής ήταν η αδερφή μου μα εγώ δεν την αναγνώριζα. Εκείνη τη στιγμή, ένιωθα ότι μου μιλούσε κάποιος άγνωστος. Κάποιος που δεν είχε κανένα πρόβλημα να μου δώσει τον μεγαλύτερο πόνο που είχα νιώσει ποτέ. Κάποιος που δεν καταλάβαινε πως από εκείνη την στιγμή, τίποτα δεν θα ήταν ίδιο στην ζωή μου. Ένιωθα πως είχε φύγει βίαια ένα μέλος του σώματος μου και είχε πέσει με δυνατό θόρυβο στο πάτωμα του υπνοδωματίου. Κοιτούσα τα χέρια και τα πόδια μου και απορούσα πως υπήρχαν στην θέση τους. Ήξερα ότι είχα χάσει ένα κομμάτι μου. Ένιωθα την αίσθηση του πόνου να με παραλύει. Φαινομενικά, ήμουν αρτιμελής. Και όμως. Κάτι είχε πέσει κάτω και είχε κυλίσει στην μικρούλα τρυπούλα του χρόνου που όλοι κουβαλάνε κάτω από την σκιά τους. Κάτι είχε κυλήσει από μένα και έτρεχε μακριά και εγώ ένιωσα την ανάγκη να τρέξω πίσω του. Πίσω από εκείνο που έχασα, πίσω από τον πόνο, πίσω από τις αναμνήσεις, πίσω από τον άνθρωπο που με έφτιαξε και πια δεν ήταν μαζί μου.

Ο πόνος της απώλειας είναι ένας ιδιαίτερος πόνος. Τον ξέρουν μόνο αυτοί που έχουν βιώσει ανάλογη εμπειρία. Είναι ένας πόνος που δεν ξέρεις πως να τον αντιμετωπίσεις. Δεν υπάρχει κανένα φάρμακο και καμιά συνταγή για να σε βοηθήσει. Είναι ένας πόνος που νομίζεις ότι θα υπάρχει πάντα. Αυτό είναι το χειρότερο χαρακτηριστικό του. Είναι τόσο διεισδυτικός στην ζωή σου, τόσο παρεμβατικός στην σκέψη σου και τόσο κυρίαρχος στην καθημερινότητα σου, που σου δίνει την εντύπωση ότι δεν θα σταματήσει ποτέ να υπάρχει. Σε βάζει σε μια διαδικασία να μάθεις να συνυπάρχεις μαζί του. Και στην αρχή, αυτό κάνεις.

Μέσα σε ελάχιστο διάστημα είχα μάθει να προσποιούμαι. Να κοροϊδεύω τους φίλους. Να κρύβομαι από την οικογένεια μου. Να παραπλανώ ακόμα και τον εαυτό μου. Η θλίψη με είχε τυλίξει σαν σάβανο.

Μαθαίνεις να τον αντέχεις και τον κουβαλάς συνεχώς μαζί σου. Κάθεσαι να φας και τον έχεις απέναντι σου. Βγαίνεις να πιείς και κάθεσαι παρέα του στο bar. Μιλάς με τους φίλους σου και μπαίνει σαρωτικά στην κουβέντα. Θες να δουλέψεις και κάνει κατάληψη στην οθόνη του υπολογιστή σου. Κοιμάσαι και τον βρίσκεις στο διπλανό μαξιλάρι σου. Πολλές φορές, σε παίρνει και αγκαλιά. Σε σφίγγει δυνατά και σε κάνει μια σταλιά. Μια κουκίδα που τρέμει κάτω από τα σεντόνια.

Ο πόνος της απώλειας και η απώλεια η ίδια. Δύο, νέοι σύντροφοι που μπαίνουν στην ζωή σου και σε κρατάνε από το χέρι κάθε στιγμή. Κάποιες στιγμές που ήθελα να μην τους αισθάνομαι κοντά μου και αναζητούσα στιγμές ελαφρότητας και ελευθερίας, προσποιούμουν πως το συμβάν δεν είχε συμβεί. Έκανα, πως όλα είναι καλά και ο πατέρας μου ζούσε κανονικά στο σπίτι. Σχεδόν το πίστευα. Συνήθως αυτό συνέβαινε τις νύχτες που προσπαθούσα να χαλαρώσω και να κοιμηθώ. Και τα κατάφερνα. Το πρωί, όμως, όλα ήταν πιο δύσκολα. Γιατί ξυπνούσα και έτρεχα στο τηλέφωνο να τον πάρω, τον ακούσω, να του μιλήσω και ήξερα πως αυτό δεν γίνεται. Ήξερα πως είχα κοροϊδέψει τον εαυτό μου και αυτό πόναγε ακόμα περισσότερο. Χωρίς να το θέλω, υπέβαλα τον εαυτό μου σε συνεχείς αποχωρισμούς. Κάθε φορά που τον ανέστηνα στο μυαλό μου και τον ξαναέχανα, πόναγα το ίδιο.

Ήξερα ότι πρέπει να βρω μια λύση. Δεν μπορούσα να προχωρήσω με αυτόν τον τρόπο. Παρόλο που έδινα την εντύπωση ότι είχα συμβιβαστεί απόλυτα με το γεγονός, έβγαινα έξω μέχρι το πρωί, δούλευα σαν τρελή και δεν επέτρεπα σε κανένα να μου συζητάει για τον πατέρα μου, υπήρχε κάτι μέσα μου που δεν με άφηνε να προχωρήσω. Ένα μεγάλο gap μπροστά στα πόδια μου. Ένα λεπτό, κόκκινο νήμα με κρατούσε μακριά από τον πραγματικό μου εαυτό, την αληθινή μου ζωή, τις ουσιαστικές επιθυμίες μου.

Μέσα σε ελάχιστο διάστημα είχα μάθει να προσποιούμαι. Να κοροϊδεύω τους φίλους. Να κρύβομαι από την οικογένεια μου. Να παραπλανώ ακόμα και τον εαυτό μου. Η θλίψη με είχε τυλίξει σαν σάβανο. Είχε γίνει δεύτερη επιδερμίδα μου. Την έπλενα και την περιποιούμουν κάθε πρωί. Την κανάκευα σαν μοναχοκόρη. Σαν κάτι πολύτιμο και ακριβό που δεν ήθελα κανείς να πλησιάζει. Δεν επέτρεπα σε κανέναν να την δει. Κάτι μοναδικό που είχε πάρει την θέση του μοναδικού που είχα χάσει. Στην θέση της απώλειας είχα τοποθετήσει αυτήν. Πίστευα ότι η θλίψη κρατάει ζωντανό αυτό που είχε φύγει. Θεωρούσα ότι μπορεί να με ενώνει και να συντηρεί την σχέση μου με εκείνον. Η θλίψη ήταν η κρυφή μου επαφή μαζί του. Το σημείο που μπορούσα να τον συναντήσω. Ο προσωπικός μας χωροχρόνος.

Γι’ αυτό κιόλας δεν επέτρεπα στον εαυτό μου να χαρεί. Κάθε φορά που κάποιος ή κάτι με έκανε χαρούμενη, θύμωνα μαζί του. Τρελαινόμουν στην ιδέα ότι μπορεί να ήμουν χαρούμενη όταν αυτός δεν είναι εδώ. Είχα τύψεις και ενοχές. Δεν ανεχόμουν τον εαυτό μου ευτυχισμένο. Πως ήταν δυνατόν να γελάω και να ζω όταν αυτός δεν είναι εδώ; Τι θα έλεγε αν με έβλεπε να συνεχίζω την ζωή μου κανονικά και όμορφα με εκείνον να λείπει από κοντά μου;

Καμιά λογική. Το μυαλό μου είχε χαθεί σε ένα περίεργο και ψυχοφθόρο τριπάκι. Ο χρόνος περνούσε και εγώ δεν έβλεπα κανένα τρόπο διαφυγής. Είχα ξεκινήσει ένα παιχνίδι που με έσερνε από πίστα σε πίστα. Έκανα το ένα ρεκόρ πίσω από το άλλο. Όσο περισσότερο έχωνα τον εαυτό μου πιο βαθιά στην μοναξιά και την θλίψη μου, τόσο πιο ήρεμη ένιωθα. Οι γύρω μου, από άνθρωποι μου, είχαν μεταμορφωθεί σε θεατές μιας ξέφρενης πορείας προς το απόλυτο χάσιμο. Όταν προσπαθούσαν να με βοηθήσουν να βγω από την τρύπα μου, γινόντουσαν εχθροί μου. Δεν ήθελα να τους χάσω αλλά δεν ήθελα να έχουν και κανένα λόγο στην ζωή του. Τους έχανα. Ξαφνικά, είχα γίνει κάτι που απλώς θύμιζε τον παλιό εαυτό μου.

Κόντευε να περάσει ένας χρόνος και τα πράγματα δεν είχαν αλλάξει και δεν είχαν βρει τον δρόμο τους. Η κατάσταση με πίεζε. Δεν ήθελα να επισκεφτώ κανέναν ψυχολόγο. Όχι γιατί πίστευα ότι δεν θα με βοηθούσε αλλά γιατί το βίωνα σαν κάτι πολύ προσωπικό. Ήθελα να βρω την λύση μόνη μου. Έκανα επιλεκτικά συζητήσεις με κάποιους ανθρώπους. Άλλες φορές άκουγα τί μου έλεγαν και άλλες φορές όχι. Τις περισσότερες φορές, εξάλλου, το θέμα δεν ήταν να ακούσω τί θα μου πουν αλλά να μιλήσω. Να βγάλω αυτό που είχα από μέσα μου. Κάθε μήνα που περνούσε, κάθε τέσσερις του μηνός, ανέβαζα ένα κείμενο στο facebook σαν φόρο τιμής προς εκείνον. Θυμόμουν στιγμές μας. Τον έφτανα. Τον σύστηνα στους γύρω μου. Δεν ξέρω γιατί το έκανα αυτό ενώ, ταυτόχρονα, δεν ήθελα κανείς να ξέρει για την κατάσταση μου. Νομίζω ότι ένιωθα αυτή την ανάγκη για δύο λόγους: πρώτον, γιατί γράφοντας ένα κείμενο που δημοσιευόταν, κατάφερνα να κάνω μια μικρή αποσυμπίεση σε αυτό που έβραζε μέσα και δεύτερον γιατί έτσι πίστευα ότι εκείνος αισθάνεται ότι δεν τον έχω ξεχάσει και δεν τον έχω βγάλει από την καθημερινότητα μου.

Πλησίαζε η θλιβερή επέτειος και εγώ δεν είχα βρει τις άκρες μου. Τα πράγματα, βέβαια, ήταν καλύτερα. Είχα καταφέρει να ζήσω κάποιες όμορφες στιγμές με καθαρό και ανεπηρέαστο ενθουσιασμό. Είχα σκεφτεί πολλές φορές πως εκείνος το μόνο που επιθυμούσε είναι η ξέφρενη χαρά μου και προσπαθούσα να το πιστέψω. Δεν είχα βρει, όμως, τον τρόπο να το κάνω.

Μέχρι, που ξύπνησα ένα πρωί και έβαλα τον εαυτό μου κάτω και απέναντι εκείνον. Μια μέρα που μου έλειπε πάρα πολύ και που είχα εκατομμύρια όμορφες σκέψεις που δεν μου επέτρεπε η απουσία του να αισθανθώ όπως θα ήθελα. Μια μέρα από εκείνες που ξέρεις ότι μπορείς και πρέπει να κάνεις το μεγάλο ξεκαθάρισμα.

Εκείνη την μέρα, θύμωσα πολύ με τον πατέρα μου. Θύμωσα κα τσακώθηκα μαζί του που έπεσε, που χτύπησε, που με έβαλε στην διαδικασία να τον δω μέσα σε μια λίμνη από αίμα. Θύμωσα μαζί του που έφυγε και με άφησε. Θύμωσα και νευρίασα που δεν με είχε κάνει τόσο δυνατή έτσι ώστε να αντέξω ακόμα και την απώλεια του. Τον κατηγόρησα ευθαρσώς για τα πάντα, ενώ ήξερα ότι δεν έφταιγε. Και αφού θύμωσα και έβγαλα όλη την απόγνωση μου, αποφάσισα να τον αποχαιρετίσω. Θρήνησα κα έκλαψα όσο ποτέ και αποφάσισα πως η θλίψη δεν ήταν ο τόπος που ταιριάζει στις συναντήσεις μας. Η μιζέρια και το χάσιμο δεν έχουν καμιά σχέση με την μεταξύ μας σχέση. Τα δάκρυα δεν ήταν ποτέ αγαπημένα μας. Η δυστυχία δεν περιγράφει επ’ ουδενί το κοινό παρελθόν μας.

Κάπως έτσι, αποφάσισα πως από εκείνη την στιγμή και μετά, θα τον συναντώ μόνο στις όμορφες στιγμές μου. Κάπως έτσι έβαλα τέλος στον πόνο. Με μια διαδικασία μιας και έξω, όπως πολλοί κόβουν το τσιγάρο, αποφάσισα να πετάξω από μέσα μου όλα εκείνα τα σενάρια που με ήθελαν να πορεύομαι με φαντάσματα και να επιστρέψω στην ζωή μου να ζω με το 100% της πραγματικής μου διάθεσης.

Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν στιγμές που ο πόνος με επισκέπτεται δυνατός κα αιχμηρός όπως την πρώτη στιγμή που τον ένιωσα. Απλά, αυτές οι στιγμές δεν είναι η ρουτίνα μου. Ίσως είναι η απόδειξη πως η λήθη αργεί καμιά φορά να κάνει την δουλειά της αλλά όχι η ρουτίνα μου.

Και ο μπαμπάς μου είναι πια μια όμορφη ανάμνηση. Μια περίοδος που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη συνέχεια του προσωπικού μου film. Τα λεπτά της δικής μου ταινίας που έχουν τα πιο δυνατά χρώματα, την πιο ανιδιοτελή αγάπη, τα πιο γενναία μοιράσματα, τα πιο γλυκά πλάνα.

Ο μπαμπάς μου ξαφνικά έγινε χαρά και η θλίψη άφησε επιτέλους γυμνό και ελεύθερο το κορμί μου.

Σε αυτό το σημείο, θα ήθελα να προσθέσω μερικά tips με όλο το θράσος του ανθρώπου που αρνήθηκε να του πουν όποια tips ήθελαν για να τον βοηθήσουν:

  1. Θρήνησε όσο περισσότερο μπορείς και θέλεις και μην πιέζεις τον εαυτό σου να φαίνεται χαρούμενος άνθρωπος. Αυτοί που είναι κοντά σου θέλουν να είσαι αληθινός και όχι βολικός με τις περιστάσεις.
  2. Ζήτησε την βοήθεια κάποιου ειδικού. Μπορεί να μην σου δώσει την λύση αλλά σίγουρα ξέρει περισσότερα να σου πει από κάποιον άλλον που θα προσπαθήσει να σε βοηθήσει υποκινούμενος από το συναίσθημα.
  3. Μην βιάζεσαι. Ο χρόνος όντως βοηθάει. Μην ζητάς από τον εαυτό σου να γίνει super hero. Υπάρχουν και οι αδύναμες στιγμές μας και αυτό δεν μας κάνει λιγότερους από τους άλλους.
  4. Μίλα. Μίλα. Παντού. Στον διπλανό σου στο τρένο, στον ψιλικατζή σου. Στον σκύλο σου. Στο θεό. Μίλα και βγάλε ό,τι έχεις μέσα σου.
  5. Η θλίψη και η μοναξιά είναι μια comfort zone που σου δίνει τις σωστές δικαιολογίες για να καθυστερείς την ζωή σου. Κατάλαβέ το αυτό και αποφάσισε να αρχίσεις να ξαναζείς προτού ξεχάσεις εντελώς τον τρόπο.
  6. Δεν ξεχνάς όταν χαίρεσαι. Ξεχνάς όταν παύεις να είσαι εκείνος που ήσουν. Εκείνος που ήσουν μπορεί μόνο να συντηρήσει ζωντανές τις αναμνήσεις.
  7. Πήγαινε ένα ταξίδι ή γνώρισε κάποιον που μπορεί να σε ταξιδέψει. Τα προβλήματα δεν φεύγουν με την αποχώρηση σου για όλους προορισμούς αλλά οι άλλοι τόποι έχουν πάντα την ικανότητα να σου ανοίγουν τα μάτια και να σε παρασύρουν μακριά από το τετραγωνάκι σου.

Ακολούθησε το WomanToc στο Instagram

Read Next

25 Απρ 2024

Την ημέρα που η Σαρλίζ Θερόν τσακώθηκε με έναν υπάλληλο σε τράπεζα άνοιξε ο δρόμος για την καριέρα της

Πώς ένας τσακωμός στο γκισέ μίας τράπεζας οδήγησε τη διάσημη ηθοποιό στην κορυφή του Χόλιγουντ;

Περισσότερα από

Stories

25 Απρ 2024

Αλμπέρ Ουντερζό: Ο ευφυής συνδημιουργός του Αστερίξ που ήξερε να μας κάνει να γελάμε

Ο διάσημος δημιουργός κόμικς, το όνομα του οποίου εμφανίζεται στα εκατοντάδες εκατομμύρια των αντιγράφων των περιπέτειων των αμετάβλητων Γαλατών που πωλούνται στον κόσμο από το 1961, γεννήθηκε στις 25 Απριλίου 1927 και πέθανε στις 24 Μαρτίου 2020, σε ηλικία 92 ετών.

24 Απρ 2024

Βέρα Γουάνγκ: Ο μυστικός συνδυασμός ομορφιάς που ακολουθεί για την αιώνια νεότητα στα 74

Οι εικόνες της διάσημης σχεδιάστριας δεν σταματούν να διχάζουν το κοινό λόγω της ηλικίας που δηλώνει.

24 Απρ 2024

Ζαν-Πολ Γκοτιέ: Το enfant terrible της μόδας κλείνει τα 72

Στα 13 του χρόνια, δημιούρησε μια ολόκληρη κολεξιόν ρούχων για την μαμά και την γιαγιά του. Σήμερα 60 χρόνια μετά, συνεχίζει να εκπλήσσει.

24 Απρ 2024

Η Τατιάνα Μπλάτνικ σε ηλικία 13 ετών -Η ασπρόμαυρη φωτογραφία

"Αυτό το challenge είναι και μια υπενθύμιση για όλους εμάς που ασκούμε κριτική στον εαυτό μας".

24 Απρ 2024

50 χρόνια πριν: Όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έγινε εξώφυλλο στο περιοδικό TIME

"Σαν σήμερα, πριν από 26 χρόνια, ο Ελληνισμός αποχαιρετούσε τον ηγέτη που άλλαξε την πορεία της σύγχρονης Ελλάδας".

24 Απρ 2024

Ο εθισμός στα ναρκωτικά ήταν ο λόγος που η Σάρα Τζέσικα Πάρκερ απομακρύνθηκε από τον Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ

Το "ξεχασμένο" νεανικό ειδύλλιο που κράτησε για περισσότερα από πέντε χρόνια.

24 Απρ 2024

Όταν ο Κάρολος έλιωνε για την Μπάρμπρα Στρέιζαντ

Κι όμως! Υπήρξε έντονο φλερτ ανάμεσα σε εκείνον και την διάσημη σταρ, η οποία σήμερα, κλείνει τα 82.

24 Απρ 2024

"Και λάτρεψα τον πατέρα μου σαν κάτι ανώτερο. Δεν τον πλησίαζα όμως"

Απόσπασμα, από τον πρώτο τόμο του αυτοβιογραφικού έργου της Πηνελόπης Δέλτα, που γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου στις 24 Απριλίου 1874.

23 Απρ 2024

Ο θυελλώδης έρωτας της Τζέσικα Λανγκ με τον Τομ Σέπαρντ

"Αγαπώ αυτή την γυναίκα με έναν τρόπο που δεν μπορώ να περιγράψω" έγραφε εκείνος σε έναν φίλο του.

23 Απρ 2024

Ποιος σκότωσε τον Αλέξανδρο Ωνάση και οι θεωρίες συνομωσίας

Πίσω στο 1973 ο γιος του Αριστοτέλη Ωνάση σκοτώνεται σε αεροπορικό δυστύχημα. Τα πορίσματα δείχνουν δολοφονία και οι θεωρίες συνομωσίας κάνουν το γύρο του κόσμου.