Τον Μ. Νάιτ Σιάμαλαν τον έχω αγαπήσει και τον έχω πιστέψει. Όχι μόνο γιατί προσέφερε απλόχερα στον σινεφίλ κοσμάκη το θρίλερ των θρίλερ «Έκτη Αίσθηση» με την κορυφαία ανατροπή που όσο τη σκέφτομαι μου σηκώνεται η τρίχα, αλλά γιατί είναι ένας «τρελός» ο οποίος μεταφέρει το ψώνιο και την τρέλα του στον κινηματογράφο και αφού μπορεί καλά κάνει. Μπορεί το «I see dead people» να μην κατάφερε καμία από τις υπόλοιπες ταινίες του να το φτάσει, ας μη γελιόμαστε όμως ο πήχης ήταν ψηλά, αλλά κάθε του προσπάθεια ήταν τίμια και κυρίως φιλόδοξη ασχέτως αν τις περισσότερες φορές οι κριτικοί τον «ξέσκιζαν» για να το πω και κομψά.
Μπορεί το «I see dead people» να μην κατάφερε καμία από τις υπόλοιπες ταινίες του να το φτάσει, ας μη γελιόμαστε όμως ο πήχης ήταν ψηλά, αλλά κάθε του προσπάθεια ήταν τίμια και κυρίως φιλόδοξη ασχέτως αν τις περισσότερες φορές οι κριτικοί τον «ξέσκιζαν» για να το πω και κομψά.
«Ο επόμενος Σπίλμπεργκ» τον είχαν αποκαλέσει όταν το 1999 ήταν υποψήφιος για Όσκαρ σκηνοθεσίας για την «Έκτη Αίσθηση» χωρίς ωστόσο να καταφέρει να κερδίσει. Παρόλα αυτά η καριέρα του άνθισε, ενώ οι ταινίες που ακολούθησαν μόνο αδιάφορες δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν. Αγάπησα τον «Άφθαρτο» και τον «Οιωνό» έδωσα πολλές ευκαιρίες στο «Σκοτεινό Χωριό» και τελικά με κέρδισε – συγνώμη αλλά εγώ δεν μπόρεσα να κλείσω μάτι το βράδυ που το είδα – και είδα πολύ ευχάριστα τον «Διχασμένο» με τον αγαπημένο Τζέιμς (τον Μακαβόι πάντα) και το «Glass» το οποίο μπορεί να μην κατάλαβα – εντελώς – αλλά δεν με χάλασε κιόλας. Γενικά η αισθητική του πάντα μου ταίριαζε μιας και με γοήτευε ιδιαίτερα ο αόρατος κίνδυνος ο οποίος στο τέλος αποδεικνύεται ένας 5χρονο με ρούχα κλόουν που προσπαθεί να κάνει τρομακτικές φωνές. Εντάξει έχει ένα θέμα με την Ιθάκη, αλλά στο ταξίδι δεν τα πηγαίνει άσχημα.
Έχοντας αυτά στο μυαλό μου, είπα να δω το νέο εγχείρημα του Ινδοαμερικανού Σιάμαλαν, με τίτλο «Old» και κάκιστες κριτικές, γεγονός που με εξιτάρισε ακόμα περισσότερο. Άλλωστε, δεν συμφωνώ σχεδόν ποτέ με τους κριτικούς κινηματογράφου, σημάδι είτε ότι είμαι παντελώς άσχετη με το αντικείμενο, είτε κάποιου είδους διάνοια – μάλλον για το πρώτο με βλέπω- . Κυριακή βράδυ σκέφτηκα είναι, ας δω κάτι για να γλαρώσω και να με πάρει εύκολα ο ύπνος. Μόνο που η συνέχεια… δεν ήταν τόσο ανώδυνη!
Το στόρι αλλόκοτο και μεταφυσικό, όπως άλλωστε μας συνηθίζει. Μία ερημική παραλία κοντά σε ειδυλλιακό θέρετρο, εγκλωβίζει τους επισκέπτες της οι οποίοι αρχίζουν να γερνάνε με ταχύτατους ρυθμούς. Για κάθε ώρα που βρίσκονται εκεί, μεγαλώνουν δύο ολόκληρα χρόνια, με τα παιδιά από 6χρονα πιτσιρίκια να μεταμορφώνονται σε ώριμους ενήλικες οι οποίοι μέσα στον πανικό, το βασικό που έχουν στο μυαλό τους είναι να… τεκνοποιήσουν!
Για κάθε ώρα που βρίσκονται εκεί, μεγαλώνουν δύο ολόκληρα χρόνια, με τα παιδιά από 6χρονα πιτσιρίκια να μεταμορφώνονται σε ώριμους ενήλικες οι οποίοι μέσα στον πανικό, το βασικό που έχουν στο μυαλό τους είναι να… τεκνοποιήσουν!
Και κάπου εδώ ξεκινούν τα προβλήματα, γιατί είχα όλη την καλή διάθεση αλλά άνθρωπος είμαι κι εγώ. Ο Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ είναι υπέροχος, γλυκύτατος και καλός ηθοποιός, όπως και ο Άγγλος Ρούφους Σιούελ τον οποίο έχουμε συνηθίσει σε ρόλους κακών. Από εκεί και πέρα ωστόσο το χάος. Τα πλάνα προκαλούν ναυτία, οι διάλογοι είναι άκυροι και μάλλον αχρείαστοι, ενώ οι γονείς που γυρίζουν την πλάτη τους και συνειδητοποιούν ότι τα παιδιά τους από 6χρονα πιτσιρίκια έγιναν έφηβοι με τριχοφυΐα και ορμές, είναι ιδιαιτέρως ψύχραιμοι έως και απαθείς. Γιατί άλλωστε, τι πιο φυσιολογικό από το να μεγαλώσεις 10 χρόνια μέσα σε λίγες ώρες; Στο κακό σύνολο να προσθέσω τις φωνές χωρίς λόγο, το κενό βλέμμα του επίσης εγκλωβισμένου και διάσημου ράπερ ο οποίος ποτέ μου δεν κατάλαβα τι έκανε εκεί και ποιον σκοπό εξυπηρετούσε αλλά και τις κακές ερμηνείες των περισσότερων εκ των πρωταγωνιστών. Δεν ήταν λίγες οι φορές που θεώρησα ότι επρόκειτο για φάρσα και ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν μπήκαν όντως στη διαδικασία να γυρίσουν αυτή την ταινία.
Για να κλείσω, ομολογώ ότι ήταν τα 108 πιο… κούφια λεπτά της ζωής μου, τα οποία μου έκαψαν τον εγκέφαλο, αλλά με νανούρισαν εξαιρετικά. Για να είμαι πάντως ειλικρινής, ίσως επιχειρήσω να το ξαναδώ όταν θα έχω συνέλθει από το σοκ. Θα δείξει.