Η Λίνα είναι μια νοικοκυρά και μητέρα δύο παιδιών, που περνάει τις μέρες της μέσα σε έναν γάμο από τον οποίο έχει χαθεί το πάθος, μαγειρεύοντας και καθαρίζοντας για έναν άντρα που αρνείται να τη φιλήσει στο στόμα. Όταν ξαναβρίσκει μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα έναν παλιό της έρωτα, ξεκινάει μαζί του μια σχέση που απορροφάει όλη της τη ζωή.
Η Μάγκι είναι μια δεκαεφτάχρονη μαθήτρια που συνάπτει κρυφή σεξουαλική σχέση με τον παντρεμένο καθηγητή Αγγλικών της. Χωρίζουν, αλλά όταν εκείνος εκλέγεται Καθηγητής της Χρονιάς και τον καταγγέλλει στην αστυνομία, η Μάγκι αντιμετωπίζει τη δυσπιστία των πρώην συμμαθητών της και των ενόρκων που ακούνε την ιστορία της στη δίκη.
Η Σλόαν είναι μια επιτυχημένη και φινετσάτη ιδιοκτήτρια εστιατορίου, παντρεμένη με έναν άντρα ο οποίος τη γουστάρει να βλέπει να κάνει σεξ με άλλους άντρες και γυναίκες, διαλέγοντας εκείνος τους σεξουαλικούς συντρόφους της. Ένας από αυτούς φέρνει μαζί του ένα μυστικό που αναγκάζει τη Σλόαν να αντιμετωπίσει τις άνισες δυναμικές εξουσίας που ορίζουν τον τρόπο της ζωής τους.
Είναι οι τρεις γυναίκες που αφηγήθηκαν την αληθινή ιστορία τους (αν και οι δύο από αυτές με ψευδώνυμο) στη Αμερικανίδα συγγραφέα και δημοσιογράφο Λίζα Ταντέο, βραβευμένη δις με το λογοτεχνικό βραβείο Pushcart Prize, η οποία έζησε κοντά τους για οκτώ χρόνια. Το πολύτιμο υλικό που συγκέντρωσε εξελίχθηκε στο βιβλίο «Τρεις γυναίκες» (κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος), που έγινε νούμερο ένα μπεστ σέλερ των New York Times, απέσπασε το British Book Award στην κατηγορία Non-Fiction Narrative Book of the Year και περιμένει την τηλεοπτική μεταφορά του από τη Showtime.
«Γύρισα τις ΗΠΑ έξι φορές. Έβαλα επιγραφές στα πιο παράξενα μέρη [αναζητώντας πρόσωπα]. Μέσα σε οκτώ χρόνια, μίλησα με εκατοντάδες ανθρώπους, από μια δυο ώρες μέχρι μήνες και χρόνια. Οι τρεις γυναίκες που κράτησα είναι αυτές που με άφησαν να μπω στην καρδιά, το μυαλό και την κρεβατοκάμαρά τους»: Έτσι περιγράφει σήμερα η Ταντέο στο Vice την μαραθώνια έρευνα που προηγήθηκε της συγγραφής του βιβλίου της.
«Οι τρεις γυναίκες που κράτησα είναι αυτές που με άφησαν να μπω στην καρδιά, το μυαλό και την κρεβατοκάμαρά τους»
Ό,τι προέκυψε ήταν ένα ντοκουμέντο για τη σεξουαλική ζωή τριών γυναικών στην Αμερική και κυρίως για την ευθραυστότητα και την πολυπλοκότητα της γυναικείας επιθυμίας, μιας γης σε μεγάλο βαθμό ανεξερεύνητης μέχρι σήμερα. «Το κύριο σημείο του βιβλίου είναι η κριτική που ασκούν οι άνθρωποι, κυρίως γυναίκες προς γυναίκες. Ελπίζω ο κόσμος να συνειδητοποιήσει ότι η κριτική είναι απαίσια, ότι είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους υπάρχει τόση ντροπή γύρω από πράγματα σημαντικά όπως η ερωτική ζωή και οι επιθυμίες μας» πρόσθεσε η συγγραφέας.
Ανάμεσα στις πιο σοκαριστικές ιστορίες ήταν αυτή της Μάγκι, που έφτασε μέχρι το δικαστήριο, όπου ο καθηγητής της τελικά απαλλάχθηκε από όλες τις κατηγορίες. «Δεν είχαν ποτέ ολοκληρωμένη συνουσία [σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της Μάγκι], υπήρχαν μηνύματα στο κινητό που διαγράφηκαν και πολύωρα τηλεφωνήματα που τραβούσαν αργά τη νύχτα. Όπως λέει και η μαμά μου, μετά τα μεσάνυχτα δεν συμβαίνει τίποτα καλό» σχολιάζει η Ταντέο σχετικά.
Σε λίγες μέρες, την Τετάρτη 11/11 στις 20:00, η Lisa Taddeo θα συνομιλήσει με τη Στέλλα Κάσδαγλη, συγγραφέα, μεταφράστρια και συνιδρύτρια του μη κερδοσκοπικού οργανισμού Women On Top, για το βιβλίο της, στην πλατφόρμα των Public στο Facebook.
Ακολουθεί ένα απόσπασμα της ιστορίας της Μάγκι, από το βιβλίο:
«Mάγκι
»Για πολλές μέρες επικρατεί απόλυτο σκοτάδι. Η Μάγκι δεν το λέει σε κανέναν. Βασικά, δεν μπορεί να το πει σε κανέναν. Παίρνει όλο τον πόνο και τον κρατάει μέσα της, ένα μακρύ, παγωμένο κομμάτι οψιδιανού στο μήκος και στο σχήμα του κορμιού της. Φαντάζεται τον θάνατο σαν τη μόνη διαθέσιμη ελευθερία.
»Ακόμα κι αν μπορούσε να το εκμυστηρευτεί σε κάποια φίλη της, ξέρει ότι καμιά δεν θα την καταλάβαινε. Αυτός ο χωρισμός ήταν τόσο σημαντικός, ώστε οι άλλοι μπορεί να νόμιζαν πως θα αισθανόταν κάποια απελευθέρωση, σαν να ξέφευγε από τη φυλακή του ζευγαρώματος, ότι θα έπαυε να έχει τόση εμμονή με τον σύντροφό της ώστε να μην μπορεί να απολαύσει το μηχανικό ξεδιάλεγμα των ρούχων για πλύσιμο. Ωστόσο, ισχύει το αντίθετο. Η φυλακή της Μάγκι είναι ολόκληρος ο έξω κόσμος. Είναι η μεγαλύτερη φυλακή και μπορεί να πάει οπουδήποτε θέλει. Μπορεί να πάρει το αεροπλάνο για το Μεξικό, να κοιμάται στην άμμο και να γαμιέται με όποιον βρίσκει μπροστά της. Μπορεί να κερδίσει το λόττο, να μείνει έγκυος. Η ειρωνεία είναι πως δεν θέλει τίποτε από όλα αυτά. Θέλει να είναι μέσα στις μόνες χίλιες τετρακόσιες κυβικές ίντσες του σώματος όπου δεν επιτρέπεται να πάει.
»Δεν αμφισβητεί το γιατί πρέπει να αποφασίζει μονάχα εκείνος. Καταλαβαίνει πως τώρα δεν έχει φωνή.
»Μόλις κλείνει το τηλέφωνο ξερνάει αγρίως στην τουαλέτα. Βγάζει μόνο χολή. Τα πλακάκια όπου γονατίζει είναι παγωμένα και το χιόνι έξω από το παράθυρό της δεν είναι πια όμορφο. Λέει στη μητέρα της πως είναι άρρωστη και δεν βγαίνει όλη μέρα από το δωμάτιό της.
«Τα πλακάκια όπου γονατίζει είναι παγωμένα και το χιόνι έξω από το παράθυρό της δεν είναι πια όμορφο. Λέει στη μητέρα της πως είναι άρρωστη και δεν βγαίνει όλη μέρα από το δωμάτιό της»
»Το θέμα είναι ότι αυτός ήταν ο άνθρωπος στον οποίο εκμυστηρευόταν τα πάντα. Τώρα θα έπρεπε να βρει ένα από τα άτομα που είχε απαρνηθεί. Τη Σάμι; Δεν ήξερε τα εσωτερικά σκαμπανεβάσματα της Μάγκι. Τους γονείς της; Πάλευαν με τους δικούς τους δαίμονες κι εκείνος τη βοηθούσε να συμφιλιωθεί με τα όρια των δυνατοτήτων τους. Τη βοηθούσε να τους ξεπεράσει. Τα αδέρφια της; Είχαν τα δικά τους παιδιά, τους δικούς τους φόβους και τα δικά τους παράπονα. Ζούσαν μακριά και κάθε φορά που τους τηλεφωνούσε ήταν πάντα απασχολημένοι, είχαν κάποιο παιδί στα γόνατά τους και έπρεπε μονίμως να πάνε να πάρουν κάποιον από ένα χωράφι. Υπήρχε κανείς άλλος στη Βόρεια Ντακότα; Οι διάφοροι γνωστοί που φέρονταν συμπαθητικά, μα κατά βάθος ήταν στενόμυαλοι και αντιδραστικοί. Δεν μπορούσαν να τη βοηθήσουν, δεν την αγαπούσαν.
»Μετά το θανάσιμο τηλεφώνημα ακολουθεί μια μεγάλη πλημμύρα, βιβλική τόσο σε εύρος όσο και σε διάρκεια. Εκείνη την εβδομάδα το σχολείο κλείνει. Η Μάγκι κουρνιάζει στο δωμάτιό της μέρες ολόκληρες και δεν βάζει μπουκιά στο στόμα της. Οι κρίσεις πανικού έρχονται η μια πίσω από την άλλη με συχνά διαλείμματα βασανιστικού ύπνου. Οι άνθρωποι που λένε ότι ο ύπνος είναι γλυκός δεν λαμβάνουν υπόψη τους τους εφιάλτες. Ακόμα κι αν δεν βλέπεις όνειρα, όταν κοιμάσαι ο οργανισμός σου δεν αντιλαμβάνεται τη σύντομη ανάπαυλα από τον πόνο. Ο ύπνος δεν είναι γλυκός, είναι βουβός. Ένα χάσμα στον χρόνο, ένα χάσμα στον πόνο.
»Το μόνο πράγμα που κάνει ο ύπνος είναι να την επανεκκινεί, έτσι κάθε φορά που ξυπνάει η Μάγκι πρέπει να ξαναζήσει το γεγονός, να συνειδητοποιήσει εκ νέου πως ο έρωτας της ζωής της μόλις της είπε Τελειώσαμε. Ό,τι κι αν νόμιζες ότι είχες, πάει, τέρμα. Πήγαινε οπουδήποτε στον κόσμο, αλλά μόνο στην αγκαλιά μου μην έρθεις.
»Και δεν μπορούσε καν να μιλήσει για αυτό. Επειδή ήταν επίσης ο καθηγητής της».
Δείτε τη συγγραφέα να μιλάει για το βιβλίο:
Ακολουθήστε το WomanToc στο Instagram
κεντρική φωτό: