Έξυπνες, δυναμικές, με ταλέντο και πυγμή κατάφεραν να ξεχωρίσουν και να διαγράψουν τη δική τους μοναδική πορεία στον χώρο που επέλεξαν να λάμψουν. Γυναίκες που άφησαν ανεξίτηλο το αποτύπωμά τους στις μετέπειτα γενιές και δίδαξαν με το ήθος, τις αξίες και το πείσμα τους.
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας παρουσιάζουμε τις ιστορίες πέντε σπουδαίων γυναικών που κατάφεραν ο κόσμος να μιλά με αγάπη και αθυμασμό, ακόμη και μετά τον θάνατό τους.
Κατίνα Παξινού
Ήταν μια από τις κορυφαίες Ελληνίδες ηθοποιούς, ίσως και η μόνη που μπορούσε να πάιξει με ευκολία ρόλους διαφορετικών ρεπερτορίων και να κερδίσει τις εντυπώσεις.
Τον Ιανουάριο του 1944 η Κατίνα Παξινού γίνεται η πρώτη γυναίκα που κερδίζει το βραβείο Β’ Γυναικείου Ρόλου στις Χρυσές Σφαίρες για την ταινία "Για ποιον χτυπά η καμπάνα και στις 2 Μαρτίου κερδίζει και το Όσκαρ Β' Γυναικείου Ρόλου και το δικό της αστέρι στη Λεωφόρο της Δόξας.
Oταν ο φάκελος ανοίγει και ακούγεται το όνομά της δεν το ακούει. Σε συνέντευξή της είχε πει: "Ο Γκάρι Κούπερ που καθόταν δίπλα μου άρχιζε να με σπρώχνει. "Εσύ είσαι. Εσύ είσαι, μου φώναζε. Πήγαινε στη σκηνή”. Η ίδια κέρδισε το Όσκαρ για έναν ρόλο που αρχικά δεν ήθελε να παίξει και όταν ανέβηκε στη σκηνή για να το παραλάβει ανέφερε: "Επιτρέψτε μου να μοιραστώ τη μεγάλη τιμή που απονέμεται απόψε σε μένα με τους συναδέλφους μου του Εθνικού Θεάτρου Αθηνών. Είτε έφυγαν, είτε βρίσκονται στη ζωή, μια που η μοίρα με όρισε να τους αντιπροσωπεύω εδώ”.
Hulton Archieve/Getty Image/Ideal Image
Γεννήθηκε στον Πειραιά, κόρη μεγαλοαστικής οικογένειας, και συγκεκριμένα του αλευροβιομήχανου Βασίλη Κωνσταντόπουλου και της Ελένης Μαλανδρίνου. Η οικογένεια της είχε συνολικά επτά παιδιά : πέντε κορίτσια και 2 αγόρια και η Κατίνα ήταν το τέταρτο.
Φοίτησε αρχικά στη Σχολή Χιλ και ακολούθησε η Σχολή Καλογραιών της Τήνου. Λόγω του ζωηρού της χαρακτήρα φοίτησε εσώκλειστη σε σχολείο της Ελβετίας Σπούδασε μουσική και τραγούδι στο Ωδείο της Γενεύης καθώς και σε άλλες αντίστοιχες σχολές στη Βιέννη και στο Βερολίνο. Παντρεύτηκε τον βιομήχανο Ιωάννη Παξινό, και απέκτησε μαζί του δύο κόρες, την Έθελ και την Ιλεάνα. Ο γάμος τελείωσε έπειτα από 6 χρόνια.
Άρχισε από πολύ νωρίς την καλλιτεχνική σταδιοδρομία της και γρήγορα διακρίθηκε για το αληθινό ταλέντο της και την αγάπη στην τέχνη της.[Ο πρώτος της σημαντικός ρόλος ήταν της Βεατρίκης στην ομώνυμη όπερα Αδελφή Βεατρίκη, που την έγραψε ειδικά γι' αυτή ο Δημήτρης Μητρόπουλος και η οποία ανέβηκε το 1920 στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Ο πρώτος θεατρικός ρόλος της στην πρόζα ήταν το 1929, στο θέατρο Κοτοπούλη, στο Γυμνή γυναίκα (La femme nue) του Ζωρζ Μπατάιγ, που την καθιέρωσε και ως πρωταγωνίστρια δραματικών ρόλων.
Το 1931 συνεργάστηκε με τον κορυφαίο Έλληνα ηθοποιό Αιμίλιο Βεάκη με τον οποίο εισχώρησε στον συνεταιρικό θίασο του Αλέξη Μινωτή, τον οποίο και παντρεύτηκε και μαζί του συνεργάστηκε από το 1932 μέχρι το 1940, χρονιά που έγινε μόνιμο μέλος του Εθνικού Θεάτρου.
Με τη Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου εμφανίσθηκε στο Λονδίνο, στη Φρανκφούρτη και το Βερολίνο.Πριν κλείσει τα 35 της χρόνια η Κατίνα θα χάσει την πρωτότοκη κόρη της Έθελ.
Κατά την περίοδο του πολέμου εγκαταστάθηκε στις ΗΠΑ όπου και εμφανίσθηκε στο Μπρόντγουεϊ της Νέας Υόρκης. Όμως, το έργο που την επέβαλε στη διεθνή κλίμακα και που της χάρισε, στις 2 Μαρτίου του 1944 το Όσκαρ Β΄ Γυναικείου Ρόλου, από την Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου, ήταν το "Για ποιον χτυπά η καμπάνα”, όπου υποδυόταν τον ρόλο της φλογερής πατριώτισσας της Ισπανίας, Πιλάρ. Ήταν η πρώτη μη Αμερικανίδα ηθοποιός που τιμήθηκε με Όσκαρ, όπως και η πρώτη από την Ελλάδα. Το 1947 βραβεύθηκε με το βραβείο Κοκτώ για το κινηματογραφικό έργο "Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα”.
Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1952 και ξανάρχισε τις εμφανίσεις της στο Εθνικό Θέατρο με τον Αλέξη Μινωτή, όπου ανέβασε Χένρικ Ίψεν και Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, αλλά με κύριο πλέον ενδιαφέρον στις παραστάσεις αρχαίων θεατρικών έργων.
Στις 19 Ιουνίου 1955 πρωταγωνίστησε στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, στην παράσταση Εκάβη του Ευριπίδη (σε σκηνοθεσία Μινωτή), εγκαινιάζοντας επίσημα το Φεστιβάλ Επιδαύρου. Τα επόμενα χρόνια, η Παξινού συνδέθηκε με το Φεστιβάλ ως μια από τις σημαντικότερες μορφές του.
Παράλληλα, εμφανίστηκε και στις ταινίες Ο κύριος Αρκάντιν του Όρσον Γουέλς και Ο Ρόκο και τ' αδέλφια του του Λουκίνο Βισκόντι (1960). Με τον Όρσον Γουέλς είχε συνεργαστεί και στη Δίκη (The Trial, 1962), αλλά η σκηνή στην οποία εμφανίστηκε η Παξινού τελικά κόπηκε. Παρότι η σκηνή δεν υπάρχει στην τελική μορφή της ταινίας, η Ελληνίδα ηθοποιός αναφέρεται στους τίτλους.
Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας η Κατίνα Παξινού και ο Αλέξης Μινωτής συγκρότησαν δικό τους θίασο όπου και ανέβασαν μεταξύ άλλων τα έργα: Ματωμένος γάμος του Λόρκα, Η Ήρα και το παγόνι του Σον Ο'Κέισι, Οι παλαιστές του Στρατή Καρρά κ.ά. Η τελευταία της παράσταση στο θέατρο ήταν στο ρόλο της μάνας στο έργο του Μπέρτολτ Μπρεχτ Μάνα κουράγιο και στον κινηματογράφο Το νησί της Αφροδίτης (1969).
Η Κατίνα Παξινού ξέρει να δίνει. Να προσφέρει χωρίς να περιμένει ανταλλάγματα. Πόσες φορές χάρισε τα φορέματά της. Πόσες φορές προσποιήθηκε αδιαθεσία για να δώσει την ευκαιρία στις αντικαταστάτριές της να δοκιμαστούν.
Ήδη από το 1969 γνωρίζει για την ασθένειά της. Η συμμετοχή της στην ταινία "Το νησί της Αφροδίτης” ήταν, ουσιαστικά, μία αναμέτρηση με τα όριά της.
Έπαιξε στην ταινία υπομένοντας φρικτούς πόνους. Αργότερα, για την παράσταση "Μάνα κουράγιο”, έβγαινε κάθε βράδυ στη σκηνή σέρνοντας ένα ολόκληρο και βαρύ κάρο χωρίς να παραπονεθεί στιγμή.
Ήξερε ότι η κατάστασή της ήταν μη αναστρέψιμη. Ήξερε πως της απέμενε λίγος χρόνος. Το δικό της αντίο θα δινόταν σεμνά στον χώρο που λάτρεψε. Το καλοκαίρι του 1972 είχε πια αποσυρθεί από την ενεργό δράση και ως θεατής πήγε να παρακολουθήσει μια παράσταση στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου.
Όταν το κοινό αντιλήφθηκε την παρουσία της ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Οι τουρίστες ρωτούσαν τι συνέβη και αν εμφανίστηκε κάποια βασίλισσα, μα το κοινό χειροκροτούσε τη δική του βασίλισσα του θεάτρου.
Στις 22 Φεβρουαρίου της επόμενης χρονιάς θα φύγει από τη ζωή νικημένη από τον καρκίνο.
Μαρία Κάλλας
Ήταν μια από τις εμβληματικές φυσιογνωμίες της διεθνούς καλλιτεχνικής σκηνής. Η Μαρία Κάλλας ήταν η μοναδική γυναίκα που είχε κατορθώσει να κάνει τα πλήθη να παραλληρούν σε κάθε εμφάνισή της. Η ίδια με σεβασμό και συστολή απαντούσε με μια ελαφριά υπόκλιση και ένα συγκρατημένο χαμόγελο στους θαυμαστές της.
"Είναι παράδοξο, αλλά σήμερα στην κορυφή μίας καριέρας που μπορώ να τη θεωρήσω λαμπερή και που μου έφερε μεγάλη φήμη, κοιτάζω ακόμα γύρω μου και αναρωτιέμαι. Τι συμβαίνει; Πού είναι η αλήθεια; Πού είναι η πραγματικότητα;”, είχε πει η μεγάλη ντίβα της όπερας.
Γενήθηκε στο Μανχάταν στις 2 Δεκεμβρίου 1923 από γονείς Έλληνες μετανάστες και πήρε το όνομα Άννα Μαρία. Είναι το δεύτερο κορίτσι του Γιώργου και της Λίτσας Καλογερόπουλου. Ο πατέρας της φαρμακοποιός και η μητέρα της νοικοκυρά. Το ζευγάρι δεν τα πηγαίνει καλά και τελικά χωρίζει.
Η Λίτσα παίρνει τη Μαρία και την αδερφή της, την Τζάκι, και φεύγουν για την Ελλάδα. Θα μείνουν στα Σεπόλια, σε μία παλιά μονοκατοικία στην οδό Ξανθίππης μαζί με τη γιαγιά τους. Ούτε εκεί αντέχουν για πολύ.
Φτιάχνουν πάλι τις βαλίτσες τους. Εισιτήριο αυτή τη φορά δεν θα χρειαστούν. Η μητέρα της Κάλλας έχει ανακαλύψει αυτό που θα τους εξασφαλίσει μία πλουσιοπάροχη ζωή. Η χοντρή, όπως πολλές φορές θα την αποκαλεί, και άχαρη κόρη της, Μαρία, είχε ένα ταλέντο από τον θεό δοσμένο. Αυτό ήταν το εισιτήριό τους.
"Το πρόγραμμα ήταν καθορισμένο από τη μητέρα μου. Θα γινόμουν καλλιτέχνης με κάθε τρόπο. Οι γονείς πολλές φορές λένε έχω θυσιαστεί για εσένα, πρέπει να κάνεις όσα έπρεπε να κάνω εγώ στη ζωή μου” θα εξομολογηθεί σε μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις της η Μαρία Κάλλας.
Περνά ώρες στο δωμάτιο μόνη της ακούγοντας όπερα. Εκεί, στον πέμπτο όροφο Πατησίων 61 και Σκαραμαγκά ξεκινά να χτίζεται ο μύθος. Κι ας μην το ξέρει. Κι ας μην μπορεί να το φανταστεί. "Μόνο όταν τραγουδούσα πίστευα πως με αγαπούσαν”.
H όπερα ήταν ο δρόμος. Ο δικός της δρόμος και κανένας δεν μπορούσε να την εμποδίσει να πάει προς τα εκεί.
Kenneth Denyer/Getty Image/Ideal Image
Η Νόρμα ήταν η ηρωίδα της. "Όποτε την ερμηνεύω είμαι ευτυχισμένη. Νομίζω πως της μοιάζω. Είναι πολύ περήφανη για να δείξει τα πραγματικά της αισθήματα αλλά στο τέλος υποκύπτει”
Στο Εθνικό Ωδείο θα ακουστεί για πρώτη φορά σε κόσμο η φωνή της. Η Ισπανίδα Ελβίρα Ντε Ιντάλγκο είναι η δασκάλα της. Είναι ο πρώτος άνθρωπος που την πιστεύει.
Το 1942 κλείνει τα 18 και πρωταγωνιστεί στην Τόσκα. Γίνεται διάσημη. Όλοι μιλούν για τη φωνή της. Όλοι μιλούν για μια πολλά υποσχόμενη καλλιτέχνιδα.
Η Μαρία Κάλλας θα δώσει πολλές υποσχέσεις και θα τις κρατήσει μέχρι το τέλος της ζωής της. Μία από αυτές; Να μείνει για πάντα δοσμένη στις δύο μεγάλες αγάπες της. Την όπερα και τον Αριστοτέλη Ωνάση.
Στις 15 Μαρτίου 1975 ο Ωνάσης αφήνει την τελευταία του πνοή σε νοσοκομείο του Παρισιού. Εκείνη βρίσκεται στο πλευρό του. Λίγα χρόνια νωρίτερα, θα πει ότι εκείνη τον άφησε να φύγει και να παντρευτεί την Τζάκι. "Αν είναι εκείνος ευτυχισμένος, είμαι κι εγώ”.
Ούτε δύο χρόνια δεν πέρασαν. Στις 16 Σεπτεμβρίου του 1977, η βοηθός της τη βρίσκει νεκρή στο δωμάτιό της. Η καρδιά της την πρόδωσε.
Μελίνα Μερκούρη
Μια γυναίκα δυναμική, μια γυναίκα με "τσαμπουκά” μια γυναίκα που πάλεψε για όσα εκείνη πίστευε και έχτισε έναν μύθο γύρω από το όνομά της. Η Μελίνα Μερκούρη, η "τελευταία Ελληνίδα θεά”, όπως την αποκαλεί η ιταλική Corriere della Sera έγινε γυναίκα σύμβολο που σημάδεψε την Ελλάδα με τα λόγια, τις πράξεις και την παρουσία της.
Έζησε με μία και μόνο βαθιά επιθυμία. Να δει τα Μάρμαρα του Παρθενώνα να επιστρέφουν στην πατρίδα τους. "Ελπίζω να δω τα Μάρμαρα πίσω στην Αθήνα προτού πεθάνω. Αν όμως έρθουν αργότερα, εγώ θα ξαναγεννηθώ”.
Τον Ιούλιο του 1982 στη Διεθνή Διάσκεψη Υπουργών Πολιτισμού της Unesco στο Μεξικό θέτει για πρώτη φορά επίσημα θέμα επιστροφής των μαρμάρων.
"Υπάρχουν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα. Δεν υπάρχουν Ελγίνεια Μάρμαρα. Όπως υπάρχει ο Δαβίδ του Michelangelo, υπάρχει η Αφροδίτη του Da Vinci, υπάρχει ο Ερμής του Πραξιτέλη, υπάρχουν οι Ψαράδες στη θάλασσα του Turner, υπάρχει η Capella Sixtina. Δεν υπάρχουν Ελγίνεια Μάρμαρα” θα φωνάζει μέχρι τέλους.
"Η Ελλάδα είναι η πραγματική μου δύναμη, ο πραγματικός καημός μου. Η Ελλάδα πρέπει να πρωταγωνιστεί για τον πολιτισμό. Η Ελλάδα, αυτό είναι η κληρονομιά της, αυτό είναι η περιουσία της κι αν το χάσουμε αυτό θα είμαστε κανείς".
Γεννήθηκε στις 18 του Οκτωβρίου του 1920 σε ένα αριστοκρατικό αρχοντικό επί της οδού Τσακάλωφ στο Κολωνάκι. Ο πατέρας της ήταν βουλευτής και ο παππούς της, Σπύρος για 11 χρόνια θα παραμείνει στη θέση του δημάρχου Αθηναίων. Ο παππούς Σπύρος είναι η διαρκής αναφορά της, το πρότυπό της.
Ηλίας Αναγνωστόπουλος/ Facebook Melina Merkouri
"Με έμαθε να λατρεύω την Ελλάδα, να είμαι γενναία, να μην λογαριάζω τα χρήματα. Ήταν μεγάλη ντροπή για εκείνον τα χρήματα. Μου έμαθε το παραμύθι της ζωής. Μου εμφύσησε την ιδέα πως η Ελλάδα, η Αθήνα είναι κορυφή”, είχε πει σε συνέντευξλη της.
Το 1955 είναι χρονιά ορόσημο για την καριέρα και τη ζωή. Ο Μιχάλης Κακογιάννης την επιλέγει για τον πρωταγωνιστικό ρόλο της "Στέλλας”. Πρωταγωνιστεί στον ομώνυμο ρόλο στο πλευρό του Γιώργου Φούντα και γίνεται σύμβολο και αλλάζει μια για πάντα την ιστορία του κινηματογράφου. Η υποψηφιότητα για το πρώτο βραβείο ερμηνείας στις Κάννες την καθιερώνει ως μία εκ των κορυφαίων.
Η άνοιξη του 1955 τη βρίσκει να πατά το κόκκινο χαλί των Καννών. Το βραβείο δεν δίνεται σε καμία εκείνη τη χρονιά γιατί η Μελίνα και η αντίπαλός της θεωρούνται ισάξιες. Το τέλος της βραδιάς τη βρίσκει να κλαίει σε μία αίθουσα, όταν μπροστά της εμφανίστηκε ο έρωτας της ζωής της. Εκείνο το βράδυ η Μελίνα Μερκούρη θα γνωρίσει και θα ερωτευτεί τον Ζυλ Ντασσέν. "Είναι υπέροχο πράγμα να μπορείς να αγαπάς. Είναι πράγμα θείο”.
Στις Κάννες θα επιστρέψουν μαζί το 1960 με το "Ποτέ την Κυριακή”. Πέντε υποψηφιότητες για Όσκαρ, ανάμεσά τους ο πρώτος, γυναικείος ρόλος. Χάνει από την Ελίζαμπεθ Τέιλορ.
Το απόγευμα της 6ης Μαρτίου του 1994 η Μελίνα Μερκούρη θα φύγει από τη ζωή σε ένα κρεβάτι στο Memorial της Νέας Υόρκης. Η σορός της μεταφέρθηκε στην Αθήνα και εξετέθη σε λαϊκό προσκύνημα.
Ήταν η πρώτη Ελληνίδα που κηδεύτηκε με τιμές αρχηγού κράτους και μία λαοθάλασσα τη συνόδευσε στην τελευταία της κατοικία. Την ώρα της κηδείας της τα θέατρα και τα μαγαζιά στο Broadway παρέμειναν κλειστά, ενώ η ημέρα του θανάτου της, έχει ορισθεί από την Unesco ως παγκόσμια ημέρα Πολιτισμού.
Ειρήνη Παπά
Από μικρή μπήκε στις Τέχνες με όλο της το είναι και κατόρθωσε το όνομά της να γίνει διεθνώς γνωστό. Αν και η ίδια είχε χαρακτηριστεί από μια συστολή και ταπεινότητα απέναντι στα σχόλια θαυμασμού προς το πρόσωπό της, δεν ένιωσε ποτέ πως η αγάπη της για το θέατρο, τον χορό και το τραγούδι ήταν άξια θαυμασμού.
Γεννήθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου 1929 στο Χιλιομόδι Κορινθίας ως Ειρήνη Λελέκου μέλος οικογένειας δασκάλων, όπως ο παππούς της, οι γονείς της και η θεία της, που την επηρέασαν στη μόρφωσή της. Η μητέρα της Ελένη Λελέκου, από το γένος Πρεβεζάνου (1902-1990), ήταν δασκάλα, από την οποία είχε ακούσει πολλά παραμύθια και ιστορίες. Ο πατέρας της Σταύρος Λελέκος (1870-1968) ήταν καθηγητής κλασικού δράματος, υπήρξε διευθυντής στο σχολείο του Σοφικού Κορινθίας και την έμαθε να διαβάζει αρχαίους Έλληνες. Ανίψια της ήταν ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Μανούσος Μανουσάκης (1950-2024), γιός της αδελφής της Δέσποινας (1926-2009) και ο ηθοποιός Αίαντας Μανθόπουλος (1962-2023), γιος της αδελφής της Ευαγγελίας (1925-2023).
Το 1947 παντρεύτηκε τον σκηνοθέτη και ηθοποιό Άλκη Παπά (1922-2018), με τον οποίο χώρισαν το 1951, αλλά διατήρησε το επίθετό του.
Η ίδια είχε αποκαλύψει το 2004 στην ιταλική εφημερίδα Corriere della Sera, μετά τον θάνατο του Μάρλον Μπράντο, ότι είχαν συναντηθεί το 1954 στη Ρώμη, και ότι είχαν συνάψει μακροχρόνια σχέση. Όπως είπε τον εκτιμούσε πολύ, ήταν το "μεγάλο πάθος της ζωής της” και συναντήθηκαν για τελευταία φορά το 1999 στην Αθήνα.
Bettmann/Getty Image/Ideal Image
Στο θέατρο πρωτοεμφανίστηκε το 1948, στην επιθεώρηση των Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου Άνθρωποι… Άνθρωποι, στη Λυρική Σκηνή. Στην αυτοβιογραφία του ο Αλέκος Σακελλάριος, γράφει ότι την πρωτοείδε στο Σύνταγμα. Λόγω της εμφάνισής της, της ένδυσης και του περπατήματος της του έμοιαζε σαν "ζωντανή Καρυάτιδα”. Την παρουσίασε στον Φίνο και έπαιξε στην πρώτη της ταινία το 1948, που ήταν οι Χαμένοι άγγελοι του Νίκου Τσιφόρου.
Το 1951 έγινε γνωστή διεθνώς με την κοινωνική δραματική ταινία "Νεκρή Πολιτεία” της Φίνος Φιλμ που προβλήθηκε, αντιπροσωπεύοντας την Ελλάδα, στο Φεστιβάλ των Καννών, του σκηνοθέτη Φρίξου Ηλιάδη και συμπρωταγωνιστή τον Γιώργο Φούντα (ο οποίος εμφανίζεται για πρώτη φορά στον κινηματογράφο).
Στη συνέχεια έλαβε μέρος σε δεκάδες ταινίες, πολλές από τις οποίες ήταν αμερικανικής, γαλλικής και ιταλικής παραγωγής. Ανάμεσα σε αυτές ήταν οι βραβευμένες Τα κανόνια του Ναβαρόνε (1961), ο Αλέξης Ζορμπάς (1964) και το Z (1969).Συμμετείχε και σε ελληνικές ταινίες, όπως οι μεταφορές στην μεγάλη οθόνη των αρχαίων τραγωδιών, Ηλέκτρα (1962) και Ιφιγένεια (1977) που αναδείχτηκαν υποψήφιες για Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας. Επίσης πρωταγωνίστησε το 1967 και στο θέατρο Μπρόντγουεϊ.
Το 1979 στο Ηρώδειο, όταν ήταν να παιχτεί το Αντώνιος και Κλεοπάτρα, βρέθηκε σε διαμάχη με τον Δημήτρη Χορν που είχε εκφραστεί απαξιωτικά εναντίον της. Το 1983 εμφανίστηκε στην Επίδαυρο ενσαρκώνοντας την Ηλέκτρα στην ομώνυμη τραγωδία του Σοφοκλή, σε μια παραγωγή του ΘΟΚ, σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη, με τον οποίο είχε συνεργαστεί και στον κινηματογράφο.
Σύμφωνα με τον κριτικό Ρότζερ Ίμπερτ, είχε τρία "μειονεκτήματα”, το ύψος της, που έκανε πολλούς ηθοποιούς να μην θέλουν να σταθούν δίπλα της, την ομορφιά της που ήταν ανταγωνιστική για τις άλλες ηθοποιούς και τη "βαριά” πελοποννησιακή προφορά της. Ο Πορτογάλος σκηνοθέτης Μανοέλ Ντε Ολιβέιρα, είχε πει ότι είναι "η πανέμορφη και μεγαλοπρεπή φιγούρα που ενσαρκώνει τη γυναικεία ψυχή στη βαθύτερη έκφρασή της και η εικόνα της Ελλάδας όλων των εποχών".
Το 1956 η Ειρήνη Παπά τιμήθηκε με το Παράσημο του Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο το 1995.
Το 2008, η Ιταλία την τίμησε με το "Βραβείο Ρώμη” στο αρχαίο θέατρο της "Όστια Αντίκα”.
Τότε όταν παρέλαβε το βραβείο είχε πει: "Δεν ξέρω αν πρέπει να γελάσω ή να κλάψω, μπορώ μόνο να πω ότι η Αθήνα θα είναι πάντα η μητέρα μου, αλλά η Ρώμη, παράλληλα, είναι δεύτερη μητέρα μου, από ξεκάθαρη επιλογή μου”.
Στην Ιταλία συνεργάστηκε με πολλούς Ιταλούς σκηνοθέτες και οι Ιταλοί την αγάπησαν, λέγοντας Bella Greca και Irene Nostra (δηλ. "η δικιά μας Ειρήνη”). Στην Ιταλία κατέφυγε τα χρόνια της χούντας, δεδομένου ότι ήταν υποστηρίκτρια του κομμουνισμού.
Η Πορτογαλία έδειξε την εκτίμησή της με την υποστήριξη στο θέατρο που ίδρυσε εκεί για να παίζονται αρχαίες τραγωδίες. Γι' αυτό το θέατρο η Ειρήνη Παπά διέμενε στην Πορτογαλία τα τελευταία ενεργά χρόνια της.
Το 2000 τιμήθηκε με τον τίτλο "Γυναίκα της Ευρώπης” και το 2009 με τον Χρυσό Λέοντα Μπιενάλε του Θεάτρου της Βενετίας, από τα χέρια του σκηνοθέτη Μαουρίτσιο Σκαπάρο.
Τα τελευταία χρόνια είχε τιμηθεί και με τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα στο Πανεπιστήμιο Τορ Βεργκάτα της Ρώμης στην Ιταλία. Συνολικά έλαβε περισσότερες από 24 τιμητικές διακρίσεις και βραβεία.
Οι σκηνοθέτες τη λάτρεψαν, οι συνάδελφοί της την εκθείασαν. Για την Κάθριν Χέπμπορν ήταν "η σπουδαιότερη ηθοποιός που υπάρχει”.
"Ποτέ δεν κέρδισα Όσκαρ και τα Όσκαρ ποτέ δεν κέρδισαν την Ειρήνη Παπά”.
Αμαλία Φλέμινγκ
Ήταν μια από τις σπουδαιότερες Ελληνίδες γιατρούς και αγωνίστρια που αγωνίστηκε για την ελευθερία και την ισότητα. Το ιατρικό της έργο, αλλά και οι αγώνες της έγραψαν τη δική τους ιστορία.
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 28 Ιουνίου του 1912 και ήταν κόρη του γνωστού δερματολόγου της Πόλης, Χαρίλαου Κουτσούρη. Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου αναγορεύτηκε διδάκτωρ, και συνέχισε τις σπουδές της στο Παρίσι (όπου και εργάστηκε στο Νοσοκομείο Necker), και στο Λονδίνο. Στη διάρκεια της Κατοχής συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση.
Το 1945, με υποτροφία του Βρετανικού Συμβουλίου, πήγε στο Λονδίνο όπου εργάστηκε στο Wright Fleming Institute δίπλα στον Νομπελίστα μικροβιολόγο Αλεξάντερ Φλέμινγκ μέχρι το 1949, οπότε επέστρεψε στην Ελλάδα για να αναλάβει τη διεύθυνση του Ευαγγελισμού. Το 1953 παντρεύτηκε τον Φλέμινγκ, αλλά ο γάμος τους κράτησε μόνο δύο χρόνια, καθώς ο Φλέμινγκ πέθανε το 1955.
Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας ανέπτυξε έντονη αντιδικτατορική δράση. Συνελήφθη τον Αύγουστο του 1971 με την κατηγορία ότι σχεδίαζε την απόδραση του Αλέκου Παναγούλη. Ύστερα από ανάκριση 25 ημερών, κατά τις οποίες βασανίστηκε, δικάστηκε και καταδικάστηκε από το έκτακτο στρατοδικείο Αθηνών.
Chris Ware/Getty Image/Ideal Image
Έβγαζε πλαστές ταυτότητες για τους Εβραίους και όσους είχαν στοχοποιηθεί από το καθεστώς. Η Αμαλία Φλέμινγκ δεν δίστασε, μάλιστα, να χρησιμοποιήσει ως κρησφύγετο ένα σπίτι που είχε κληρονομήσει από τη θεία της.
Η δικτατορία, φοβούμενη τον αντίκτυπο που θα είχε στη διεθνή κοινότητα η φυλάκισή της, την άφησε ελεύθερη και την απέλασε, ενώ της αφαίρεσε και την ελληνική ιθαγένεια. Επέστρεψε στο Λονδίνο από όπου ξαναγύρισε μετά την πτώση της δικτατορίας.
Εξελέγη βουλευτής Επικρατείας το 1977 και βουλευτής Α’ Αθηνών το 1981 και το 1985 με το ΠΑΣΟΚ. Δεν δίστασε όμως να διαφωνήσει δημόσια με τον Ανδρέα Παπανδρέου για τις διαγραφές στελεχών της Δημοκρατικής Άμυνας και του ΠΑΚ από το ΠΑΣΟΚ.
Η Αμαλία Φλέμινγκ διετέλεσε αντιπρόσωπος της Ελλάδας στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης, Πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνίδων Επιστημόνων (ΣΕΕ) και τιμήθηκε με το παράσημο Ευποιίας (1965).
Παράλληλα, ανέπτυξε δραστηριότητα για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα δικαιώματα των γυναικών και την ειρήνη: Διεθνής Αμνηστία (πρώτη πρόεδρος του ελληνικού τμήματος), Δημοκρατική Μέριμνα, Ένωση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Επιτροπή για τον Επαναπατρισμό των Πολιτικών Προσφύγων, Επιτροπή για την απελευθέρωση του Τουρκικού λαού και τη Δημοκρατία.
Πέθανε στις 26 Φεβρουαρίου του 1986, χωρίς να προλάβει να δει τη δημιουργία του Ιδρύματος Βασικής Βιοϊατρικής Έρευνας "Αλέξανδρος Φλέμινγκ”, το οποίο ιδρύθηκε χρόνια αργότερα στη Βάρη και σήμερα θεωρείται ως ένα από τα πληρέστερα του είδους του στον κόσμο.
65 χρόνια πριν: Η Ειρήνη Παπά διαλέγει κεραμικά πιάτα στην ταινία που άφησε εποχή διεθνώς