Όταν ο Φρεντ Αστέρ έκανε το πρώτο δοκιμαστικό του για τον κινηματογράφο, η διάγνωση ήταν: "Δεν μπορεί να παίξει. Δεν μπορεί να τραγουδήσει. Αρχίζει να έχει φαλάκρα. Μπορεί να χορέψει λίγο...". Απ' ό,τι φάνηκε όμως, ο Φρεντ Αστέρ δεν πτοήθηκε και έμεινε στην ιστορία του κινηματογράφου ως ο σπουδαιότερος χορευτής.
Το δεύτερο παιδί του Φρέντρικ και της Ανν Τζέλιους Οστερλιτζ, γεννήθηκε στις 10 Μαΐου του 1899 στην Ομάχα της Νεμπράσκα. Σε ηλικία μόλις πέντε ετών μαζί με τη μητέρα του θα βρεθεί στην Ακαδημία του καθηγητή Κλοντ Αλβιέν όπου θα παρακολουθήσει τα πρώτα του μαθήματα χορού έχοντας ντάμα την αδελφή του Αντέλ.
Έχοντας χαρακτηριστεί και οι δύο εξαιρετικά ταλέντα έπρεπε να περιμένουν 17 χρόνια για να κερδίσουν τους πρώτους ρόλους τους σε θεατρική παράσταση. Μελετώντας στο μεσοδιάστημα χορό, μουσική και γαλλικά, τον Νοέμβριο του 1917 στο έργο "Over the top" έκαναν το όνειρό τους πραγματικότητα. Έχοντας λάβει τις καλύτερες των κριτικών, η καριέρα τους δεν μπορούσε παρά να απογειωθεί. Μετά τα "For Goodness Sake" και "Stop Flirting" εργάστηκαν μαζί για ακόμη οκτώ χρόνια.
Η γνωριμία με την Τζίντζερ Ρότζερς
Το 1932 η Αντέλ αποσύρεται για να παντρευτεί, Αλλά η καριέρα του Φρεντ είχε ήδη εκτιναχθεί στα ύψη. Παρ' όλα αυτά εξακολούθησε να δουλεύει σκληρά ξοδεύοντας ατέλειωτες ώρες στα στούντιο MGM και η επιβράβευση δεν άργησε να του χτυπήσει την πόρτα. Την ίδια χρονιά παίζει για πρώτη φορά με τη μετέπειτα σχεδόν μόνιμη παρτενέρ του Τζίντζερ Ρότζερς στην ταινία "Flying Down to Rio". Έτσι γεννήθηκε το πιο δημοφιλές χορευτικό ζευγάρι στην ιστορία του κινηματογράφου. Πλασμένοι ο ένας για τον άλλον, συνεργάστηκαν για δεκαέξι ολόκληρα χρόνια, πρωταγωνιστώντας σε δέκα μιούζικαλ.
Οι Αστέρ και Ρότζερς γύρισαν δέκα ταινίες μαζί, ανάμεσα στις οποίες τις The Gay Divorcee (1934), Roberta (1935), Top Hat (1935), Follow the Fleet (1936), Swing Time (1936), Shall We Dance (1937), και Carefree (1938). Έξι από τα εννιά μιούζικαλ που δημιούργησε αποτέλεσαν τις μεγαλύτερες εισπρακτικές επιτυχίες της RKO, όλα έφεραν ένα κάποιο πρεστίζ και ένα υψηλό επίπεδο τέχνης που όλα τα στούντιο επιθυμούσαν την εποχή εκείνη. Η συνεργασία των Αστέρ και Ρότζερς τους μετέτρεψε σε αστέρια πρώτου μεγέθους. Όπως είπε η Κάθριν Χέπμπορν: "Αυτός της δίνει κλάση και εκείνη του δίνει σεξ".
Ο κριτικός χορού Τζον Μιούελερ συνοψίζει τις ικανότητες της Ρότζερς ως εξής: "Η Ρότζερς ξεχωρίζει από τις άλλες παρτενέρ του Αστέρ όχι γιατί ήταν ανώτερή τους ως χορεύτρια αλλά επειδή, σαν μια ικανή ηθοποιός με ένστικτο, ήταν αρκετά επιφυλακτική ώστε να καταλάβει πως η υποκριτική δεν σταματούσε όταν άρχιζε ο χορός... ο λόγος που τόσο πολλές γυναίκες είχαν τη φαντασίωση να χορέψουν με τον Φρεντ Αστέρ ήταν ότι η ίδια η Τζίντζερ Ρότζερς έδινε την εντύπωση πως, το να χορεύεις μαζί του, ήταν η πιο συναρπαστική εμπειρία που μπορεί κανείς να φανταστεί." Σύμφωνα με τον Αστέρ, "Η Τζίντζερ δεν είχε ποτέ χορέψει με παρτενέρ στο παρελθόν. Προσποιόταν υπερβολικά. Δεν μπορούσε να χορέψει κλακέτες και δεν μπορούσε να κάνει εκείνο ή το άλλο... αλλά η Τζίντζερ είχε στιλ και ταλέντο και βελτιωνόταν καθώς περνούσε ο καιρός. Τα κατάφερε τόσο καλά ώστε μετά από λίγο οποιαδήποτε άλλη χόρευε μαζί μου φαινόταν να το κάνει λάθος."
Τις δεκαετίες του '40 και του '50, έχοντας ήδη ταυτιστεί με το πρότυπο του τρυφερού και ευγενικού τζέντλεμαν, η πορεία του Φρεντ Αστέρ στον κινηματογράφο ήταν μόνο ανοδική. Το πέρασμα του χρόνου και οι συνεχείς πρόβες τον ανάγκασαν να αποχωρήσει σιγά σιγά από τον κινηματογράφο, όχι όμως και από τον κόσμο του θεάματος. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '60 στις εκπομπές του, στο αμερικανικό δίκτυο NBC, "Ένα βράδυ με τον Φρεντ Αστέρ", "Ωρα του Αστέρ" και "Το σόου του Φρεντ Αστέρ" υπήρξε απολαυστικός. Με δύο βραβεία Οσκαρ και τέσσερα βραβεία ΕΜΜΥ, αποδείκνυε κάθε φορά πόσο ακμαίος και ενεργητικός εξακολουθούσε να είναι.
Το 1950 ο Αστέρ τιμήθηκε με ένα ειδικό Όσκαρ για τη συμβολή του στην έβδομη τέχνη. To 1959 δημοσίευσε την αυτοβιογραφία του με τίτλο "Steps in Time". "Δεν έχω να αποδείξω τίποτα με αυτή. Εγώ απλά χορεύω" έγραφε σε αυτή, αποδεικνύοντας για ακόμη μία φορά ότι η αναμφισβήτητη κομψότητά του συνοδευόταν από μία σύμφυτη σεμνότητα.
Ο Φρεντ Αστέρ πέταξε για τη δίχως επιστροφή μεγάλη του πιρουέτα στις 22 Ιουνίου 1987. Ήταν 88 ετών και ζούσε στο Λος Άντζελες. Άφησε πίσω του τη δεύτερη σύζυγό του Ρόμπιν Σμιθ (αναβάτισσα του ιπποδρόμου και 45 χρόνια μικρότερή του) και δύο παιδιά από τον πρώτο του γάμο με την κοσμική κυρία της Βοστώνης, Φίλις Πότερ, που είχε υποκύψει στον καρκίνο το 1954.
Οι ταινίες του δεν γνώρισαν μόνο τρομερή ταμειακή επιτυχία, αλλά συνέβαλαν σημαντικά στην ανάπτυξη του μιούζικαλ ως κινηματογραφικού είδους.
Πραγματικός τζέντλεμαν του Χόλιγουντ ήταν η προσωποποίηση της χάρης και της κομψότητας. Με 42 ταινίες και αμέτρητες θεατρικές επιτυχίες αγαπήθηκε ιδιαίτερα από εκατομμύρια θεατών, που έβρισκαν την ευκαιρία να ξεφεύγουν έστω για λίγες ώρες από τη ζοφερή καθημερινότητα του μεσοπολέμου. Μεταξύ των θαυμαστών του ήταν προσωπικότητες του χορού, όπως ο Βάτσλαβ Νιζίνσκι και ο Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ.