
Η ταινία μικρού μήκους του Κώστα Δημητριάδη "Name Day”, η οποία συμμετείχε στο φετινό διαγωνιστικό τμήμα του 47ο Φεστιβάλ της Δράμας, ισοδυναμεί με ηλιαχτίδα φωτός, καθώς πρoτείνει ένα ιδανικό μοντέλο γονεϊκότητας- μια μητέρα που αποδέχθηκε πλήρως το παιδί της και μπόρεσε να το αγαπήσει άνευ όρων. Κεντρική ηρωίδα είναι η νεαρή Αλεξάνδρα που την ημέρα της κηδείας της μητέρας της αποφασίζει να κάνει το coming out της παρουσία όλων των συγγενών (συντηρητικών και μη), παρουσία των φίλων της και παρουσία της μητρικής φιγούρας που μπορεί να μη βρίσκεται πλέον στον υλικό κόσμο, ζει όμως στον ψυχικό.
Το Womantoc μίλησε με την ηθοποιό με αφορμή τη ταινία, την οποία το αθηναϊκό κοινό θα έχει την ευκαιρία να δει στις 24-27 Oκτωβρίου, στον κινηματογράφο ΙΡΙΣ (Ακαδημίας 56), όπου θα παρουσιαστεί το σύνολο του Εθνικού και του Εθνικού Σπουδαστικού Διαγωνιστικού Προγράμματος του Φεστιβάλ της Δράμας.
-Τι σας άγγιξε στο σενάριο του Name Day ώστε να αποδεχθείτε την πρόταση να πρωταγωνιστήσετε στο Name Day;
Με συγκίνησε πάρα πολύ το σενάριο. Με αφορά προσωπικά το ζήτημα της αποδοχής, η προσπάθεια δηλαδή να αποδεχθείς κάτι που σου είναι ενδεχομένως δύσκολο ακόμα και για το παιδί σου. Όμως αυτή η διαδικασία μπορεί να κάνει τον κόσμο καλύτερο. Το πιστεύω. Αν ξεκινήσει από το σπίτι, από τους γονείς που μαθαίνουν πρώτοι στα παιδιά τον κόσμο, ίσως πραγματικά να μπορεί ο κόσμος να γίνει καλύτερος.
-Δεν είναι πάντα όμως εύκολο, έτσι δεν είναι;
Στην ταινία βλέπουμε τη μητέρα να φέρνει στο μυαλό της διαρκώς εικόνες από τότε που αυτό το αγόρι ήταν μικρό και η ίδια αντιλαμβάνεται πως από τότε κιόλας το παιδί δεν ήθελε να είναι αγόρι. Σύμφωνα με το σενάριο, η γυναίκα, τη στιγμή που τη βλέπουμε εμείς να αποδέχεται άνευ όρων το παιδί βρίσκεται κοντά στον θάνατο. Όμως, δεν χρειάζεται να φτάσουμε έως εκεί για να ιεραρχήσουμε σωστά τα πράγματα και να καταλάβουμε τι είναι σημαντικό στη ζωή. Η Αλεξάνδρα όμως ξέρει ποια είναι και πιστεύω πως τελικά πιστεύω πως όταν ένας άνθρωπος ξέρει πραγματικά ποιος είναι και στέκεται με θάρρος, εκπέμπει δύναμη και οι άλλοι τον αποδέχονται.
-Πιστεύετε ότι σας βοήθησε η δική σας εμπειρία ως μητέρα να προσεγγίσετε τον ρόλο;
Υποθέτω πως ναι. Όμως, δεν χρειάζεται να είναι κάποιος γονιός βέβαια για να παίξει έναν αντίστοιχο ρόλο. Κι εγώ σκέφτομαι πώς μπορώ να διαχειριστώ κάτι που δεν μού είναι εύκολο, όσον αφορά τα παιδιά.
-Ποιο θα λέγατε πως είναι το μεγαλύτερο δώρο που σας προσέφερε η γονεϊκότητα;
Το πιο μεγάλο δώρο που σού προσφέρει η γονεϊκότητα είναι ότι μαθαίνεις πως δεν είσαι το κέντρο του κόσμου, γιατί είναι πολύ απλό: κάποιος άλλος είναι το κέντρο του κόσμου. Είναι πολύ σημαντικό γιατί όλοι πέφτουμε σε αυτή την παγίδα, ιδίως όταν ζούμε σε μια εποχή που ευνοεί πάρα πολύ αυτή την τάση, να νιώθει ο καθένας πως είναι το κέντρου του κόσμου. Με κάποιον τρόπο, όλους τους υπόλοιπους ανθρώπους της ζωής μας λίγο πολύ τούς επιλέγουμε. Σκεφτόμαστε "θα τους αγαπήσω, δεν μου κάνουν; Θα τους αφήσω". Τα παιδιά σου όμως δεν μπορείς να τα αφήσεις! Τα παιδιά σου θα είναι εκεί για πάντα και θα παλεύεις για πάντα για εκείνα. Παλεύεις να βρεις τον δρόμο ώστε να συνεννοηθείς μαζί τους, να τα βοηθήσεις, παλεύεις να επιβιώσεις έχοντας την ευθύνη τους, έχει πολλές προεκτάσεις. Και είναι ακριβώς αυτή η υποχρεωτική διάρκεια που τείνει να εκλείψει από τις υπόλοιπες σχέσεις μας. Είναι όλα πιο εφήμερα, πιο γρήγορα. Οπότε θα έλεγα πως ναι, αυτό είναι το μεγαλύτερο δώρο.
-Επιστρέφοντας στην ταινία και στην αποδοχή της διαφορετικότητας νιώθετε πως η ελληνική κοινωνία έχει κάνει βήματα τα τελευταία 10-15 χρόνια;
Θεωρώ ότι η ελληνική κοινωνία παραμένει μια αρκετά συντηρητική, χωρίς αυτό να έχει μόνο αρνητικό πρόσημο. Έχει και θετικά και αρνητικά. Η αγία ελληνική οικογένεια και η Ορθοδοξία καλά κρατούν ακόμα και στην ουσία εμποδίζουν την εξέλιξη, μας εμποδίζουν να είμαστε ανοιχτοί. Η Εκκλησία εξακολουθεί να έχει πολύ μεγάλη δύναμη στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες χώρες, το νιώθω αυτό. Μπορεί οι κύκλοι στους οποίους κινούμαστε εμείς να είναι λίγο πιο προοδευτικοί, όμως υπάρχει πολύ σκοτάδι γύρω μας. Εξάλλου, η συντηρητική στροφή είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, δεν είναι μόνο ελληνικό. Η ιστορία άλλωστε έχει δείξει ότι επανερχόμαστε εκεί όταν υπάρχει κρίση αξιών και σίγουρα αυτό συμβαίνει αυτή τη στιγμή.
Προσωπικά δεν ενστερνίζομαι όλες τις αλλαγές που έρχονται συλλήβδην. Πιστεύω ακράδαντα ότι ο κάθε άνθρωπος θα πρέπει να έχει το δικαίωμα και τον χώρο να εκφράζεται ελεύθερα και να είναι αυτός που θέλει να είναι, ταυτόχρονα όμως δεν είμαι υπέρ των ακυρωτικών τάσεων και της λογοκρισίας. Για παράδειγμα στο εξωτερικό υπορίχθηκε και η άποψη πως πρέπει να κάνουμε "cancel" στον Σαίξπηρ γιατί τάχα είναι μισογύνης και συντηρητικός. Είναι δυνατόν; Δεν μας πάνε όλα μπροστά, κάποια μας πάνε προς τα πίσω.
-Πώς ήταν η εμπειρία σας με την Κωσταντίνα Λία, η οποία είναι τρανς μοντέλο και τώρα ηθοποιός;
Είναι ένα πολύ γλυκό πλάσμα, είναι ένα απλό παιδί που προσπάθησε και εκείνη για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Είχε μεγάλη διάθεση να με ακούσει επειδή ακόμα δεν έχει πολύ μεγάλη εμπειρία στην υποκριτική. Συνεργαστήκαμε άψογα. Όπως και με τον Κώστα Δημητριάδη, τον σκηνοθέτη, ένα επίσης πολύ νέο παιδί που ενορχήστρωσε ιδανικά το εγχείρημα, η παραγωγή και το γύρισμα ήταν απολύτως επαγγελματικά.
-Πιστεύετε ότι κάποια μέρα θα μπορεί μία τρανς ηθοποιός να παίζει χωρίς να αναφέρουμε την ταυτότητά της;
Συγκεκριμένα η Κωνσταντίνα θα μπορούσε, αλλά δεν νομίζω ότι αυτό θα ίσχυε για όλα τα τρανς άτομα, όπως δεν ισχύει δηλαδή για όλους μας. Ο κάθε άνθρωπος φέρει μια ιστορία άμα τη εμφανίσει. Αυτό το γεγονός στη δουλειά του ηθοποιού είναι καθοριστικό, ακόμα και για πολύ απλά πράγματα, π.χ. για το αν είσαι ψηλή ή κοντή, αδύνατη ή όχι, αυτό που έχεις ως σώμα σε χαρακτηρίζει. Όταν ο θεατής παρακολουθεί μια ταινία κάνει κάποιους συνειρμούς σχεδόν αυτόματα. Κι εγώ δεν μπορώ να υποδυθώ όλους τους ρόλους, δεν θα με επιλέξουν για όλα τα πράγματα.
-Έχετε κάνει έναν πρώτο μεγάλο κύκλο στην υποκριτική. Τι σας ενδιαφέρει τώρα, σε αυτό το δεύτερο κεφάλαιο;
Με ενδιαφέρουν κυρίως οι συνεργασίες. Όχι τόσο η θεματολογία με την οποία θα καταπιαστούμε, αλλά το πώς θέλουμε να μιλήσουμε για κάτι και αυτό έχει να κάνει με τους ανθρώπους που εμπλέκονται σε κάθε πρότζεκτ.
-Κι ως προς τις θεματικές;
Θα έλεγα ότι με απασχολούν πολύ τα υπαρξιακά θέματα- η πάλη των ανθρώπων να ξεπεράσουν τους φόβους και τις αγωνίες ώστε να είναι όσο το δυνατόν πιο παρόντες στη ζωή και στους ανθρώπους που βρίσκονται γύρω τους. Και βέβαια με ενδιαφέρουν επίσης τα κοινωνικά θέματα, ιδίως ο ρατσισμός σε κάθε του μορφή.
-Αναφέρατε προηγουμένως τις συνεργασίες. Ποιες είναι οι απολύτως απαραίτητες προϋποθέσεις για να συνεργαστείτε με έναν άνθρωπο ή να σχετιστείτε στην προσωπική σας ζωή;
Να είναι αληθινοί, να ξέρεις δηλαδή ποιον έχεις απέναντί σου, με τα όποια ελαττώματα του. Σίγουρα με ενδιαφέρει να έχουν κάνει κάποια διαδρομή στη ζωή και να ξέρουν ποιοι είναι και να θέλουν να βελτιώνονται. Κι όλα αυτά προϋποθέτουν κάτι πολύ βασικό που είναι η επικοινωνία. Θέλω να επικοινωνώ με τους ανθρώπους που έχω γύρω μου. Μού είναι σημαντικό να συζητάμε, να ακούμε, αλλιώς δεν πιστεύω ότι μπορεί να υπάρξει σχέση σε βάθος χρόνου.
-Ποια είναι τα φετινά σας σχέδια;
Φέτος, θα παίζω στο σίριαλ του Mega "Ταμπού" και θα παίξω στην παράσταση "Κάποια στιγμή θα μάθετε ποιος είναι", σε κείμενο του Θοδωρή Γκόνη και σκηνοθεσία της Μαρίας Ζορμπά για λίγες παραστάσεις τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο στο Θέατρο Σταθμός. Πρόκειται για έναν μονόλογο μιας γυναίκας που λάμβανε τηλεφωνήματα από έναν άγνωστο άνδρα για δέκα χρόνια, χωρίς να συναντηθούν ποτέ. Κι έπειτα εκείνος σταμάτησε να της τηλεφωνεί. Εμείς τη βρίσκουμε δυο χρόνια μετά, καθώς προσπαθεί να βρει τις ισορροπίες της.
Ακολουθήστε το Womantoc στο Instagram