Ετοιμάζεστε για την πρεμιέρα ενός κορυφαίου έργου και ενός ρόλου-πρόκληση. Ήταν δική σας ιδέα να ερμηνεύετε τον Ληρ;
Δική μου ήταν ουσιαστικά η απόφαση. Το είχαμε αναφέρει παλαιότερα με τον Στάθη [Λιβαθινό], αλλά ως ένα φοβερό όνειρο, πάνω σε μια κουβέντα, πόσο ωραίο θα ήταν να κάναμε αυτό το έργο. Η επιθυμία προϋπήρχε, αλλά δεν είχε έρθει η στιγμή. Τώρα συσσωρεύτηκαν μέσα μου πολλοί ρόλοι, που κάπου με πήγαιναν. Ήθελα να κάνω ένα βήμα παραπέρα κι είπα αν δεν το ρισκάρω τώρα, πότε; Έτυχε να έχω και τη δυνατότητα της ηλικίας, που είναι πολύ βασικός παράγοντας. Δεν μπορείς να παίξεις νέος αυτόν το ρόλο, πρέπει να έχεις μυριστεί λίγο τα γηρατειά και το θάνατο. Έτσι, μέσα από αυτήν τη διαδικασία, και μέσα από αυτήν τη φιλοδοξία –όχι ματαιοδοξία– θέλησα να προσεγγίσω το ρόλο. Εξάλλου, τα γηρατειά δεν έχουν φύλο, το θέμα του έργου είναι ο θάνατος, το γάντζωμα στη ζωή. Επομένως, δεν με τρόμαξε τρομερά το γεγονός του άλλου φύλου, ούτε θα προσπαθήσω να παραστήσω κάτι που δεν είμαι. Μέσα από μένα θα βγει ο ρόλος.
Όπως και η εξουσία και οι συνέπειές της δεν έχουν φύλο.
Βεβαίως, ναι… δεν αναφέρθηκα στην εξουσία, γιατί αυτό είναι πια προφανές. Γενικά, πάντως, αυτόν το ρόλο και μόνο να τον αγγίξεις φτάνει. Δεν ξέρω πόσο βαθιά θα μπορέσω να τον αποδώσω, όμως η διαδρομή αξίζει τον κόπο. Τρέμω, βέβαια, δεν μπορώ να πω.
Η εκδοχή του Στρατή Πασχάλη πού εστιάζει;
Πρόκειται για μια συμπυκνωμένη διασκευή εννέα προσώπων, πολύ ενδιαφέρουσα. Τη θαυμάζω γιατί εστιάζει στην ουσία των προσώπων, των θεμάτων και τα αγγίζει όλα.
Συνεργάζεστε ξανά με τον Στάθη Λιβαθινό.
Ναι, έχουμε κάνει πολλά ωραία πράγματα μαζί και έχουμε μια συγγένεια, και σε εισαγωγικά και εκτός, μιας που έχω βαφτίσει την κόρη του. Έχει τη σημασία του αυτό, είναι καλό δηλαδή που υπάρχει η προϊστορία μεταξύ μας, η παράλληλη ωρίμανσή μας.
Νιώθετε δηλαδή μια ασφάλεια με την παρουσία του σε αυτήν τη νέα πρόκληση;
Στη ζωή μου δεν έχω επιλέξει ποτέ την κατεύθυνση της ασφάλειας, συνήθως την ανασφάλεια κυνηγάω και το ρίσκο. Οπότε, όχι, δεν είναι τόσο η ασφάλεια, είναι κυρίως η ουσία της συνεργασίας.
Δουλεύετε πάντως με τακτικούς συνεργάτες, παλαιότερα με τον Βολανάκη, αργότερα με τον Νίκο Μαστοράκη, τον Στάθη Λιβαθινό. Και με τον Δημήτρη Καραντζά, πρόσφατα, έχετε κάνει δύο δουλειές.
Πράγματι, γιατί δεν με ενδιαφέρει να παίξω ένα ρόλο˙ μου είναι τελείως αδιάφορο. Οι συναντήσεις με ενδιαφέρουν και αισθάνομαι πολύ τυχερή με τις συναντήσεις που είχα. Για τον Βολανάκη δεν το συζητώ, ήταν για μένα "θεός", αλλά και ο Μαστοράκης, ο Στάθης, όπως σας είπα, είναι πλέον αδερφός. Όσον αφορά στον Δημήτρη, με ενδιαφέρει η συνύπαρξη με τη νέα γενιά. Όλοι κερδίζουμε από αυτή, υπάρχει ένα πάρε-δώσε πολύ ενδιαφέρον.
Τις επιλογές σας δηλαδή τις καθορίζουν περισσότερο οι συνεργάτες παρά τα έργα;
Ναι, αν και, όταν λέμε συνεργάτες, εννοούμε ακόμα και το έργο· κι αυτό συνεργάτης είναι. Από εκεί και πέρα με ενδιαφέρουν πολύ τα νέα παιδιά, η συνδιαλλαγή μαζί τους με αφορά βαθύτατα. Είναι πολύ σημαντική, προκειμένου να παραμείνεις στο εδώ και τώρα.
Τους παρακολουθείτε, δηλαδή. Προλαβαίνετε να δείτε παραστάσεις;
Όχι όσο θα ήθελα και λυπάμαι, γιατί υπάρχουν πολλοί που δεν έχω δει. Αλλά υπάρχουν άλλοι που είδα και τρελάθηκα από ευτυχία, όπως ο Μπανούσι και το "Goodbye, Lindita". Έπαθα σοκ, ήταν εμπειρία. Όπως και οι δουλειές του Κουτλή μου αρέσουν.
Διάβασε περισσότερα στο athinorama.gr