Η Μισέλ Φάιφερ απέκτησε τον πρώτο της πρωταγωνιστικό ρόλο στο Grease 2, τη συνέχεια της θρυλικής πρώτης ταινίας του 1978. Αν και είχε πρωταγωνιστήσει μόνο σε μερικούς δευτερεύοντες ρόλους πριν την ταινία, η σκηνοθέτρια και χορογράφος Πατρίτσια Μπιρχ την επέλεξε επειδή διέθετε όπως είχε πει χαρακτηριστικά "μια ιδιαίτερη ποιότητα που δεν περιμένεις". Ωστόσο, η ταινία δεν πήγε καλά και ο ατζέντης της ηθοποιού δήλωσε αργότερα ότι ο ρόλος της στο Grease 2 ήταν ο λόγος για τον οποίο "δεν μπορούσε να βρει καμία δουλειά. Κανείς δεν ήθελε να την προσλάβει".
Έτσι, όταν ο Μπράιαν Ντε Πάλμα άρχισε να αναζητά ηθοποιό για να υποδυθεί την Ελβίρα Χάνκοκ στο "Σημαδεμένος", την εθισμένη στα ναρκωτικά trophy wife του Τόνι Μοντάνα (Αλ Πατσίνο), δεν ήθελε την Φάιφερ ούτε στην οντισιόν. Ωστόσο, ο παραγωγός, Μάρτιν Μπέργκμαν επέμεινε να δουν και την Φάιφερ με αποτέλεσμα να κερδίσει τελικά τον ρόλο. Η ερμηνεία της στον "Σημαδεμένο" άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις κι της άνοιξε τις πόρτες του Χόλιγουντ.
Μετά τον "Σημαδεμένο", η Φάιφερ κέρδισε ρόλους σε πολύ σημαντικές ταινίες όπως τις "Επικίνδυνες Σχέσεις", τις "Μάγισσες του Ίστγουικ", "Η Γυναίκα του Γκάγκστερ", "Σχέσεις Πάθους". Την επόμενη δεκαετία η ηθοποιός απέκτησε ακόμα περισσότερους ρόλους με πρεστίζ -ποιος δεν την θυμάται δε σως Catwoman στο Batman Returns;
Οι συνεχείς της επιτυχίες την κατέστησαν περιζήτητη στο Χόλιγουντ, αφού η συμμετοχή της αποτελούσε εχέγγυο για τις εισπράξεις. Η Φάιφερ υπήρξε τρεις φορές υποψήφια για Όσκαρ (για τις ταινίες Επικίνδυνες Σχέσεις, Σχέσεις Πάθους και Ο Τόπος του Έρωτα) και κέρδισε μία Χρυσή Σφαίρα και ένα BAFTA.
Ευτυχώς λοιπόν που είχε επιμείνει τότε ο Μπέργκμαν να δώσουν μια ευκαιρία και στην Φάιφερ. Μάλιστα ο ρόλος της στον "Σημαδεμένο" προοριζόταν τότε για την Γκλεν Κλόουζ. Η ερμηνεία της την εδραίωσε στον χώρο παρότι ο συμπρωταγωνιστής της, Αλ Πατσίνο πίστευε ότι δεν ήταν η κατάλληλη. Σύμφωνα με τον παραγωγό: "ανησυχούσε ότι δεν φαινόταν σωστή. Δεν ταίριαζε με την εικόνα της Ελβίρα που είχε στο μυαλό του. Αλλά τελικά έκανε μεγάλο λάθος".
Η Φάιφερ προσέδωσε βάθος στο ρόλο μιας γυναίκας που όλοι την χρησιμοποιούσαν ως αντικείμενο. Στο βιβλίο Scarface Nation εξήγησε σχετικά: "ήταν (αυτή η γυναίκα) σαν ένα στολίδι για το καπό, σαν άλλη μια Rolls-Royce ή κάτι τέτοιο, και για τους δύο άνδρες με τους οποίους ήταν μαζί. Πίστευα ότι παίζοντας την ζωή μιας γυναίκας που βιώνει κάτι τέτοιο, έκανα φεμινιστική δήλωση".
Παρόλα αυτά, η Φάιφερ δυσκολεύτηκε πολύ στα γυρίσματα, καθώς ήταν μία από τις ελάχιστες γυναίκες στο σετ. Σε μια συνέντευξή της με τον Ντάρεν Αρανόφσκι για το περιοδικό Interview, η ηθοποιός εξήγησε: "Μπορώ να σας πω ότι ένιωθα κάπως τρομοκρατημένη. Και τα γυρίσματα κράτησαν έξι μήνες, νομίζω. Η Μαίρη Ελίζαμπεθ Μαστραντόνιο κι εγώ ήμασταν οι μόνες γυναίκες. Ήταν μια λέσχη αγοριών. Και ήταν επίσης το σενάριο υπαγόρευε πως ο Τόνι Μοντάνα ήταν πολύ απορριπτικός απέναντι στον χαρακτήρα μου. Έτσι, κάποιες νύχτες πήγαινα για ύπνο κλαίγοντας".
Αλλά εξήγησε πως: "Είμαι πολύ δυνατή, ξέρετε. Επιζώ. Είναι στη φύση μου. Δεν φαίνομαι τόσο σκληρή, αλλά είμαι. Και νομίζω ότι μπόρεσα να κρυφτώ πίσω από το περίβλημα αυτού του χαρακτήρα, ο οποίος ήταν κατά κάποιο τρόπο αποστασιοποιημένος, απενεργοποιημένος, παραιτημένος".
Ακολουθήστε το Womantoc στο Instagram