Ήταν 26 Ιανουαρίου του 1944 όταν το πτώμα της Ελένης Παπαδάκη, αναγνωρίστηκε μαζί με άλλα, στον περίβολο χώρο της Ούλεν. Ένα μήνα πριν, η σπουδαία ηθοποιός είχε εκτελεστεί με την κατηγορία της προδότριας. Ο θάνατός της αποτελεί ένα από τα πιο μελανά σημεία της νεότερης ιστορίας μας.
Ποια ήταν η Ελένη Παπαδάκη
Γεννήθηκε στις 4 Νοεμβρίου του 1908 από εύπορη οικογένεια στην Αθήνα. Ο πατέρας της, Νικόλαος Παπαδάκης, ήταν ανώτερος υπάλληλος της Ιονικής Τράπεζας και η μητέρα της Αικατερίνη Κωνσταντινίδη ήταν κόρη του πανεπιστημιακού καθηγητή Στυλιανού Κωνσταντινίδη, με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη. Η οικογένεια Παπαδάκη είχε και ένα γιo, τον Μιχάλη, δύο χρόνια μικρότερο από την Ελένη. Η νεαρή έλαβε εξαιρετική μόρφωση ενώ αξίζει να αναφερθεί ότι μιλούσε τέλεια τα αρχαία ελληνικά μιας και η μεγάλη της επιθυμία ήταν να διαβάζει τους αρχαίους τραγικούς από το πρωτότυπο. Στο θέατρο εμφανίστηκε το 1917 στην παράσταση «Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα» όπου ανέλαβε τον ρόλο της Προγονής. Οι κριτικές ήταν διθυραμβικές. Όλοι έκαναν λόγο για ένα σπουδαίο νέο ταλέντο που έβγαλε η μικρή μας χώρα.
Στο θέατρο εμφανίστηκε το 1917 στην παράσταση «Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα» όπου ανέλαβε τον ρόλο της Προγονής. Οι κριτικές ήταν διθυραμβικές. Όλοι έκαναν λόγο για ένα σπουδαίο νέο ταλέντο που έβγαλε η μικρή μας χώρα.
Συνεργάστηκε με μερικούς εκ των κορυφαίων ηθοποιών της Ελλάδας, όπως την Μαρίκα Κοτοπούλη, την Κυβέλη, τον Αιμίλιο Βεάκη, τον Νίκο Δενδραμή, τον Γιώργο Παππά, τον Περικλή Γαβριηλίδη. Κάθε της θεατρική εμφάνιση αποτελούσε καλλιτεχνικό γεγονός, μιας και το σπάνιο ταλέντο της είχε πλέον αναγνωριστεί πανελλαδικώς. Συμμετείχε σε αμέτρητες παραστάσεις, ενώ το 1931 έπαιξε με τον δικό της θίασο στην Κωνσταντινούπολη. Ο Τούρκος συγγραφέας και ποιητής Χαλίτ Φαχρί σε κριτική του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Είδα τότε την Παπαδάκη εμπρός μου ζωντανό σύμβολο μιας ευγενούς τέχνης. Αν και δεν γνωρίζω λέξη ελληνική, ούτε και είχα διαβάσει το έργο στο πρωτότυπο, η φωνή της, οι κινήσεις, η μιμική και οι στάσεις της καλλιτέχνιδας αυτής με τη φλογερή ψυχή, μου μιλούσαν και έρχονταν σε εμένα ως λόγια. Είναι ιδιαιτέρως άξιο εκτίμησης και επαίνου το γεγονός ότι μια καλλιτέχνις τόσο νέα υποδύεται με τόση δύναμη το πρόσωπο μιας ώριμης γυναίκας, μιας μητέρας». Την ίδια χρονιά πραγματοποίησε και τη μοναδική της εμφάνιση στον κινηματογράφο, στη βωβή ταινία, «Στέλλα Βιολάντη, η ψυχή του πόνου». Ωστόσο το αποτέλεσμα δεν την ικανοποίησε και αποφάσισε να ασχοληθεί αποκλειστικά με το θέατρο.
Οι κατηγορίες για αντεθνική δράση
Μετά την κατοχή δεν ήταν λίγοι οι ηθοποιοί που κατηγορήθηκαν για αντεθνική δράση. Μάλιστα το ΔΣ του ΣΕΗ (Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών) υπό την ηγεσία του Αιμιλίου Βεάκη, στις 20 Οκτωβρίου 1944 συνέταξε λίστα με τους προδότες ηθοποιούς. Ανάμεσά τους ήταν και η Ελένη Παπαδάκη. Οι ηθοποιοί αυτοί δεν θα είχαν στο εξής το δικαίωμα να εργαστούν στο Εθνικό Θέατρο. Η Παπαδάκη άλλωστε είχε κατηγορηθεί για αντεθνική δράση, λόγω της στενής της σχέσης με τον κατοχικό πρωθυπουργό Ιωάννη Ράλλη. Πολλοί υποστηρίζουν ότι υπήρξαν εραστές, παρόλο που και οι δύο ήταν παντρεμένοι με άλλους εκείνη την εποχή. Λίγο πριν την απελευθέρωση άγνωστοι πέταξαν προκηρύξεις έξω από το σπίτι της που έγραφαν «Θα πεθάνεις» «Λίγες είναι οι ώρες σου» και «Θα πληρώσεις». Η οικογένειά της επέμενε ότι χρησιμοποιούσε τη γνωριμία της με τον Ράλλη προκειμένου να σώσει συμπατριώτες της.
Λίγο πριν την απελευθέρωση άγνωστοι πέταξαν προκηρύξεις έξω από το σπίτι της που έγραφαν «Θα πεθάνεις» «Λίγες είναι οι ώρες σου» και «Θα πληρώσεις». Η οικογένειά της επέμενε ότι χρησιμοποιούσε τη γνωριμία της με τον Ράλλη προκειμένου να σώσει συμπατριώτες της.
Η στιγμή της σύλληψης
Στις 21 Δεκεμβρίου 1944, κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών, η Παπαδάκη συνελήφθη από άνδρες της Λαϊκής Πολιτοφυλακής μέσα στο σπίτι του φίλου της Στέφανου Μυράτ στα Πατήσια. Οδηγήθηκε στα διυλιστήρια της ΟΥΛΕΝ όπου την προπηλάκισαν και την έγδυσαν με τη βία. Στη συνέχεια, ο καπετάν Ορέστης έδωσε εντολή να την εκτελέσουν. Δολοφονήθηκε από μία σφαίρα στον αυχένα από τον Βλάσση Μακαρώνα. Η αρχική εντολή ήταν ο αποκεφαλισμός με τσεκούρι αλλά λέγεται ότι εκείνος τη λυπήθηκε. Η οικογένειά της έψαχνε για καιρό τη σωρό της. Τελικά, βρέθηκε στις 26 Ιανουαρίου 1944. Η είδηση του θανάτου της συγκλόνισε τον καλλιτεχνικό κόσμο. Στη δίκη που ακολούθησε τόσο ο Ορέστης όσο και ο Μακαρώνας καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν.
Ο βιογράφος της ηθοποιού Πολύβιος Μαρσάν αναφέρει χαρακτηριστικά ότι η εκτέλεσή της ήταν αποτέλεσμα συναδελφικού φθόνου, μιας και η Παπαδάκη ήταν πολύ καλύτερη από όλους. Ο τελευταίος της ρόλος, ήταν τον Δεκέμβριο του 1943 όπου και υποδύθηκε συγκλονιστικά την Εκάβη. Μάλιστα ο Άγγελος Σικελιανός, ο οποίος δεν ασχολείτο με θεατρική κριτική, ενθουσιασμένος από την ερμηνεία της, έγραψε: «Η καταπληκτική ερμηνεύτρια της Εκάβης μας σταμάτησε μπρος σε ένα γεγονός που πολύ λίγα όμοιά του μπορούμε να απαντήσουμε, όχι μόνο ανάμεσά μας, μα και γενικά στην ιστορία ολόκληρης της ηθοποιίας. Να ιδούμε μία μεγάλη καλλιτέχνιδα σαν την Ελένη Παπαδάκη να υποταχθεί και να πειθαρχήσει απόλυτα και ολόκληρη στον λόγο και το πνεύμα του έργου με τέτοια θρησκευτική ταπείνωση μπροστά στον ποιητή ώστε να μας αποκαλυφθεί αναπλασμένη σε ένα άλλο ανώτατο επίπεδο δημιουργικής της αρετής».