Αν περάσεις από την ήσυχη γωνία των οδών Διδότου και Δελφών θα δεις τα μάτια της Έλλης Λαμπέτη να καρφώνονται πάνω σου μέσα από την λεπτεπίλεπτη, μαρμάρινη προτομή της. Το έργο που φιλοτέχνησε το 1999 ο γλύπτης Αναστάσιος Γκιόκας μετά από διαγωνισμό που προκύρηξε ο δήμος Αθηναίων κοσμεί την είσοδου του ψηλοτάβουνου, νεοκλασικού αρχοντικού στο οποίο έζησε για πάρα πολλά χρόνια μία από τις σημαντικότερες ηθοποιούς του ελληνικού θεάτρου.
Ήταν 1928 όταν η οικογένεια Λούκου μετακομίζει από τα Βίλια της Αττικής στο κέντρο της Αθήνας. Λέγεται ότι η πολυμελής οικογένεια θα εγκατασταθεί στο μεγάλο νεοκλασικό που η Έλλη Λούκου (όπως ήταν το πραγματικό όνομα της) θα περάσει μεγάλο μέρος των νεανικών της χρόνων. Τα χρόνια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου κυλούν μέσα στους λευκούς τοίχους και τα ψηλά ταβάνια αυτού του σπιτιού. Μέσα σε αυτό το αρχοντικό η Λαμπέτη θα βιώσει την απόρριψη μετά από τις εξετάσεις του Εθνικού, εκει θα πάρει και την απόφαση της να αλλάξει το όνομα της. Τελικά. το 1941, η μεγάλη ηθοποιός καταφέρνει να περάσει στη σχολή της Μαρίκας Κοτοπούλη. Δύο χρόνια αργότερα κάνει την πρώτη της θεατρική εμφάνιση και πολύ σύντομα εγκαταλείπει το πατρικό της.
Σύμφωνα με μία διαφορετική εκδοχή γύρω από την ιστορία αυτού του πανέμορφου σπιτιού, η Λαμπέτη δεν πέρασε εκεί τα παιδικά και εφηβικά της χρόνια στο αρχοντικό της Διδότου, αλλά σε ένα άλλο σπίτι, λίγο πιο κάτω, στην οδό Ασκληπιού. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία το σπίτι αποκτήθηκε αρκετά αργότερα όταν πια η Λαμπέτη ήταν πια παντρεμένη με τον Αμερικανό συγγραφέα Φρέντερικ Γουέικμαν, ο οποίος όταν την είδε το 1958 στην ταινία «Το Κορίτσι με τα Μαύρα» ταξίδεψε από την Αμερική στην Ελλάδα για να την γνωρίσει. Η γνωριμία της ωθεί τη Λαμπέτη να χωρίσει από τον Δημήτρη Χορν, τελειώνοντας μία σχέση που είχε χάσει πια τελείως την τρυφερότητα και την ομορφιά της.
Σήμερα αυτό το εντυπωσιακό σπίτι που βρίσκεται κρυμμένο πίσω από ανθισμένες νερατζιές και τον θόρυβο του Κολωνακίου έχει αλλάξει χέρια. Όλα όμως εκεί θυμίζουν την γοητευτική και πάντα διακριτική παρουσία της, το τεράστιο ταλέντο και την μοναδική της φινέτσα.
Όταν ακόμα η Λαμπέτη ήταν στη ζωή, την δεκαετία του '70 οι εφημερίδες της εποχής φιλοξενούσαν άρθρα για το σπίτι της οδού Δελφών, όπου η διάσημη ηθοποιός υποδεχόταν τους φίλους της και έκανε μεγάλες κοσμικές συγκεντρώσεις. Είχε εγκατασταθεί ξανά στο μεγάλο αρχοντικό, χρόνια μετά τον χωρισμό της από τον Δημήτρη Χορν, φτιάχνοντας εκεί τον προσωπικό παράδεισο της.
«Το σπίτι της Ελλης Λαμπέτη. Κράμα γαλλικής φινέτσας και εγγλέζικης αρχοντιάς», αναφέρει ένα παλιό απόκομμα εφημερίδας. «Τα ψηλοτάβανα δωμάτιά του είναι άνετα επιπλωμένα με ωραία παλιά πράγματα, αλλά και με μοντέρνους, αναπαυτικούς καναπέδες».
Λέγεται ότι τα πάντα στο σπίτι αυτό ήταν εμπωτισμένα με την έντονη καλλιτεχνική προσωπικότητα, με μία νότα ελεγχρόμενου χάους (η Λαμπέτη ήταν ακατάστατη) και άκρατης δημιουργικότητας.
Στο σπίτι της οδού Δελφών, της Έλλης Λαμπέτη υπήρχε πάντα μια «επιμελημένη αταξία». Είναι η «φωλιά ενός ζωντανού ανθρώπου», που «όταν δεν παίζει πιάνο ή διαβάζει ή ακούει κλασική μουσική, τότε σκέπτεται πώς θα επιπλώσει και θα διακοσμήσει το εξοχικό της σπίτι στο Πήλιο». Στη Δελφών, αυτή η επιμελημένη αταξία εκφράζεται, σύμφωνα με εκείνο το παλιό δημοσίευμα, «με εφημερίδες και περιοδικά στο πάτωμα, δύο πολυμεταχειρισμένα παπουτσάκια του χορού πάνω σε μια καρέκλα, σκόρπιες νότες πάνω στο πιάνο, ενθύμια από το θέατρο, ένα βάζο με φρέσκες τουλίπες της περασμένης εβδομάδας – άψυχα, άσχετα πράγματα που όμως αναδίνουν μια ζεστασιά και, παρόλο που είναι ακατάστατα, δημιουργούν την εντύπωση ενός περίεργου κράματος γαλλικής φινέτσας και εγγλέζικης αρχοντιάς».
Το πανέμορφο σπίτι στη γωνία των οδών Δελφών και Διδότου χτίστηκε το 1906 και είχε την τύχη να υπάρξει άρρηκτα συνδεδομένο με μία τεράστια προσωπικότητα των ελληνικών τεχνών. Αυτή η αύρα, αυτή η ασύλληπτη δυναμική θα το ακολουθεί πάντα.
Κεντρική φωτογραφία: Από την ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη «Το Τελευταίο Ψέμμα»