Ήταν Νοέμβριο του 1955. Ένας δικαστικός επιμελητής επισκέπτεται τη Μαρία Κάλλας για να της παραδώσει μία κλήση για δικαστήριο μετά από μήνυση για αθέτηση συμβολαίου που έχει μόλις γίνει σε βάρος της.
Η κορυφαία Ελληνίδα υψίφωνος βγαίνει εκτός εαυτού και ο φωτογραφικός φακός είναι εκεί. Ο δικαστικός υπάλληλος είναι ο πρώτος που εισπράττει, όσο πιο ψύχραιμα μπορεί, την οργή της. Εκείνη τον ακολουθεί και του φωνάζει: «Τραγουδάω σαν άγγελος, κανείς δεν μου κάνει μήνυση!»
Σε μία λιγάκι αντικρουόμενη εκδοχή της ερωτικής ιστορίας της Μαρίας Κάλλας με τον Αριστοτέλη Ωνάση ο στενός φίλος του Έλληνα μεγιστάνα, ο διάσημος τραγουδιστής Σταμάτης Κόκκοτας, είχε αποκαλύψει σε παλαιότερη συνέντευξη του πως η Κάλλας είχε κάνει τη ζωή του Ωνάση κόλαση γιατί τον ζήλευε τρομερά και ήθελε να είναι συνέχεια κοντά του.
«Ήταν πάρα πολύ καλή κοπέλα. Το μόνο που ήταν λίγο δυσανάλογο ας το πούμε έτσι. Εγώ πάντα μιλούσα όπως μιλάμε τώρα, σε αυτόν τον τόνο φωνή. Εκείνη μιλούσε 7 τόνους πιο πάνω. Αυτό το πράγμα σε εκνευρίζει γιατί δεν μπορείς να μιλήσεις το ίδιο και εσύ. Απέφευγα να κάνω συζητήσεις μεγάλες μαζί της. Δεν μπορούσα να κάτσω να μιλήσω μαζί της εξαιτίας αυτού. Αρρώσταινα»
Και είχε συμπληρώσει: «Η Κάλλας ήταν μία άλλη γυναίκα. Δεν μπορούσε ποτέ να είχε τα αισθήματα που είχε Τζάκι, η Μαρία Κάλλας. Φάγαμε σίδερα για να πάει στο Παρίσι η Κάλλας. Του είχε κάνει αφόρητη τη ζωή και δεν μπορούσε ο Αρίστος. Αγάπη ήταν; Ζήλεια ήταν; Χάνοταν; Την έβαλε στη θέση της λέγοντας της: ΄΄Ο,τι κάναμε, κάναμε! Πρέπει να πας στο Παρίσι να γίνεις καλά. Θέλω να σε δω να ξανατραγουδήσεις”. Με αυτό το ψέμα την έστειλε στο Παρίσι. Ποια να τραγουδήσει; Αφού δεν μπορούσε!».
H θρυλική φωτογραφία: