Λίγες μέρες πριν κυκλοφόρησαν στα μίντια οι πρώτες φωτογραφίες από τις επώνυμες να διασχίζουν το κόκκινο χαλί της Βενετίας και η καρδιά μας πήγε στη θέση της: ευτυχώς υπάρχει κι αυτή η γιορτή του κινηματογράφου, η χαρά του επίσημου γυναικείου ενδύματος, του στιλάτου διαβατηρίου προς τη χώρα της καλοδεχούμενης επιτήδευσης.
Φαίνεται ότι ο καρντασιανισμός, αυτή η νέα θρησκεία αισθητικής αποτελμάτωσης, έχει βαλθεί να κυριαρχήσει, κουβαλώντας τα χειρότερα χαρακτηριστικά των θρησκειών: φανατισμό, αποχαύνωση, μπαναλαρία και τυφλή πίστη.
Το φεστιβάλ Βενετίας δεν είναι τα Όσκαρ με τα πομπώδη γυναικεία στέρνα και τις τουαλέτες, που η ουρά τους συναγωνίζεται σε μήκος την αυτοπεποίθηση των κατόχων τους. Δεν είναι οι Κάννες με τις ντεμπιτάντ και την καραμελένια αχλή στους. Η Βενετία είναι η σύντμηση του μάντρα “ήρθα σε αυτή τη ζωή για να πω δυο λόγια και κυρίως για να μην περάσω απαρατήρητη”.
Δύο κυρίες όμως, προχθές, καινοτομώντας κυριολεκτικά, σε σχέση με την παράδοση του φεστιβάλ, έκαναν μια θεαματική (με την έννοια του σόου) εμφάνιση, στην πρεμιέρα της ταινίας του Τζουντ Λο, The Young Pope. Ένα γλυκόπικρο σάστισμα, σαν το αεράκι που ανέμισε τις ελλιπείς τουαλέτες τους -τόσο από άποψη καλαισθησίας, όσο και υφάσματος- ακολούθησε την πορεία τους στο κόκκινο χαλί.
Οι αιθέριες πορτοκαλί και φούξια, γνωστές με τα ονόματα Giulia Salemi και Dayane Mello, συνόδευσαν τον στιλίστα Matteo Manzini, με μια εντυπωσιακά ξεκρέμαστη υπερηφάνεια, αλλά χωρίς ίχνος προκατάληψης, στη Μόστρα. Αυτό ήταν: τη στιγμή που άναψε πάνω τους το πρώτο φλας και το δευτερόλεπτο που πατήθηκε το πρώτο κλικ στη φωτογραφία τους από κάποιον ενδεχομένως φιλομαθή χρήστη των σόσιαλ μίντια, ο ρους της ιστορίας του φεστιβάλ άλλαξε. Το σικ έγινε sick (άρρωστος στα αγγλικά) και άπαντες χάθηκαν στη μετάφραση αμαχητί. Τόσο αυτοί που λατρεύουν την περιφερόμενη, κεκαλυμμένη γύμνια της Κιμ Καρντάσιαν, όσο και οι άλλοι που μισούν την παρακατιανή γκλαμουριτέ της. Το αντι-ειδώλο των έλλογων, έχει διχάσει κοινό και κριτικούς αλλά έχει κερδίσει στα σημεία: στη δημοσιότητα και στο κύρος που προσδίδει αυτή.
Φαίνεται ότι ο καρντασιανισμός, αυτή η νέα θρησκεία αισθητικής αποτελμάτωσης, έχει βαλθεί να κυριαρχήσει, κουβαλώντας τα χειρότερα χαρακτηριστικά των θρησκειών: φανατισμό, αποχαύνωση, μπαναλαρία και τυφλή πίστη. Κι όπως στους θρησκευόμενους ανθρώπους αρέσει να έχουν την ησυχία τους και αποφεύγουν να βασανίζουν το μυαλό τους με θεμελιώδη ερωτήματα, έτσι και στους καρντασιανιστές βασιλεύει η μακαριότητα. Και η απόλυτη σιγουριά στον εαυτό τους. Δυο στοιχεία που, ευτυχώς, προμηνύουν ένα άδοξο τέλος.