Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας τιγρέ, κεραμιδί γατούλης, ο Μπομπ, που υιοθετήθηκε από έναν άστεγο, τοξικοεξαρτημένο Λονδρέζο, υποστηρίζοντάς τον στην αποτοξίνωση και σώζοντάς του τελικά τη ζωή. Ωστόσο η ιστορία ενός άλλου άντρα, της οδού Τσακάλωφ, δεν εξελίχθηκε αισιόδοξα σαν παραμύθι, παρόλο που η σύντομη ζωή του θα έγινε αναμφίβολα λιγότερο δύσκολη χάρη στη συντροφιά του δικού του τιγρέ γάτου.
Όλα ξεκίνησαν από μια ανάρτηση του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου στο λογαριασμό του στο Instagram, με τη φωτογραφία ενός λευκού-κεραμιδί γάτου, να περιμένει καρτερικά στην είσοδο του σουπερμάρκετ OK! Στο Κολωνάκι. Όπως έγραφε στη λεζάντα:
«Ήρθε σεμνά και έκατσε στην είσοδο του OK! της Τσακάλωφ, πριν κάνα μήνα. Στη στάση αυτή. Επί 24ώρου βάσεως. Σοβαρός και ήσυχος. Σα να περιμένει κάποιον να βγει.
»Του έβαλαν μπολάκι με νερό και φαί. Αν κοντοσταθείς λίγο παραπάνω, το εκλαμβάνει ως πρόσκληση - έρχεται κοντά σου. “Θα είναι από σπίτι, έχει τρόπους· χάθηκε”, είπα ένα βράδι στα παιδιά του σούπερμάρκετ που τον κοίταζαν κι αυτά με ένα είδος στοργής, καθώς έκαναν διάλειμμα για ένα τσιγάρο. “Όχι, είναι του Τάδε -τον θυμάσαι;- ήτανε τζάνκι κι άστεγος. Πέθανε λίγες βδομάδες πριν και τον άφησε στο δρόμο”».
«Του έβαλαν μπολάκι με νερό και φαί. Αν κοντοσταθείς λίγο παραπάνω, το εκλαμβάνει ως πρόσκληση - έρχεται κοντά σου. “Θα είναι από σπίτι, έχει τρόπους· χάθηκε”, είπα ένα βράδι στα παιδιά του σούπερμάρκετ που τον κοίταζαν κι αυτά με ένα είδος στοργής»
Κάπως έτσι ο Στάθης Τσαγκαρουσιάνος και στη συνέχεια πολλοί ακόμα έμαθαν την ιστορία του γάτου Άξελ ή Σναρφ, που είχε ως κηδεμόνα τον Σταύρο ή Αποστόλη. Οι πληροφορίες για τα ονόματα διίστανται, το βέβαιο είναι ότι ο νεαρός άντρας κατέπεσε στη διάρκεια της καραντίνας και πέθανε στις 26 Ιουλίου, μόλις στα 26 χρόνια του. «Ήταν χαμογελαστός και καλοσυνάτος πάντα» σύμφωνα με μια μαρτυρία για τον Σταύρο ή Αποστόλη. «Μετά τον έβαζε στο κλουβί του, τον πέρναγε από το ΟΚ!, του ψώνιζε τις κονσέρβες και μετά τον έφερνε στον Άγιο Διονύση και τον άφηνε ελεύθερο να σκαρφαλώσει και να παίξει στα δέντρα, μετά πάλι επέστρεφαν πίσω. Το παιδί ήταν αρκετά καλά πριν, αλλά τον τελευταίο καιρό και μετά την καραντίνα έπεσε απότομα, μάθαμε ότι έφυγε από την ζωή και ο γατούλης πήγε μόνος του στο ΟΚ!, τον περιμένει». Λέγεται μάλιστα ότι ο Σταύρος ή Αποστόλης δεν ζητιάνευε για τον εαυτό του, αλλά για να εξασφαλίσει τροφή στον γάτο.
«Τον έβαζε στο κλουβί του, τον πέρναγε από το ΟΚ!, του ψώνιζε τις κονσέρβες και μετά τον έφερνε στον Άγιο Διονύση και τον άφηνε ελεύθερο να σκαρφαλώσει και να παίξει στα δέντρα»
Αργότερα μια αναγνώστρια έστειλε στον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο μια φωτογραφία του Σταύρου ή Αποστόλη, ενός «όμορφου, νεαρού άντρα, ταλαιπωρημένου με βλέμμα ευθύ και καθαρό (αυτή την καθαρότητα που έχουν τα μάτια μετά τα δάκρυα) [… να] σηκώνει στα χέρια του τον Άξελ ή τον Σναρφ, κοιτώντας τον με αυτήν τη μυστήρια τρυφερότητα που αναπτύσσουμε με τα ζώα μας, αυτόν τον εξωανθρώπινο, αρχαίο δεσμό, που σίγουρα ο δρόμος και η χρήση είχαν εντείνει».
Ο εκδότης συνέχισε γράφοντας πως «οι ψηφιακοί θρήνοι με απωθούν, διότι εμπεριέχουν υψηλό βαθμό ανέξοδης λύπησης και συνεπώς υποκρισίας. Αληθινή συμπόνια ίσον πράξεις». Υπήρξαν, ωστόσο, κάποιοι που προχώρησαν σε πράξεις εξασφαλίζοντας, σύμφωνα με το www.zoosos.gr, ένα σταθερό σπίτι στον γατούλη. Δίνοντας ένα χάπι εντ στην ιστορία, έστω για το ένα από τα δύο μέλη της συντροφιάς.
Όπως έγραψε λοιπόν το site φιλοζωίας, ο γατούλης υιοθετήθηκε. Ένας άντρας, ο Χρήστος, τον έπιασε, τον έπλυνε, τον αποπαρασίτωσε και τον μετέφερε στη νέα του κατοικία στο Ίλιον, στο σπίτι μιας φίλης του, όπου θα ζει με δύο ακόμα γάτες. Αν ο αφοσιωμένος του κηδεμόνας μπορούσε να τον δει από κάπου, ίσως χαμογελούσε ικανοποιημένος.
Δείτε τις αναρτήσεις του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου: