Το πρώτο μου προφίλ στα social media ήταν μια αγγελία λίγων λέξεων δημοσιευμένη σε εφηβικό περιοδικό. Δεν θυμάμαι καθόλου τη διατύπωσή της, αλλά το περιεχόμενό της θα μπορούσε να συνοψιστεί κάπως έτσι: «Κορίτσι που αγαπά τα βιβλία, τα ταξίδια και τα ζώα, ζητά φίλους για αλληλογραφία».
Ίσως δεν το συνειδητοποιούσα, αλλά ακολουθούσα μια από τις μεγαλύτερες μόδες των πρώιμων ‘90s: των pen pals, των Facebook friends της αναλογικής εποχής. Μόνο που το μέσο δεν ήταν κάποια ηλεκτρονική πλατφόρμα, αλλά τα αρωματισμένα σετ αλληλογραφίας που πουλούσαν τότε με το κιλό τα συνοικιακά βιβλιοπωλεία, συνήθως σε παλ χρώματα και ρομαντικά μοτίβα. Το μήνυμα δεν εκφραζόταν μέσα από λακωνικές φράσεις, συντομογραφίες και emoticons, αλλά σε μακροσκελείς επιστολές, συχνά διανθισμένες με καλολογικά στοιχεία. Και δεν περιμέναμε με αγωνία την επόμενη ειδοποίηση στο Messenger, αλλά τον ταχυδρόμο, τα χέρια του οποίου παρατηρούσα με προφανές ενδιαφέρον όποτε χτυπούσε την πόρτα, σκανάροντάς τα για φακέλους με το όνομά μου. Υπήρξαν φορές που τον ονειρεύτηκα να έρχεται φορτωμένος σαν τον Άη Βασίλη και να αδειάζει μπροστά μου έναν σάκο όχι με δώρα, αλλά με γράμματα.
Η μεγαλύτερη, ωστόσο, διαφορά στην αναλογική αλληλογραφία ήταν στους ρυθμούς της. Το χρόνο που μετράμε τώρα σε λεπτά και ώρες, μέχρι να λάβουμε το επόμενο μήνυμα, μετρούσαμε τότε σε μέρες και εβδομάδες. Μια άσκηση υπομονής αδιανόητη για την ψηφιακή εποχή.
Στην πρωτόλεια εκείνη, για τα σύγχρονα δεδομένα, γραπτή επικοινωνία, υπήρχαν και επισυναπτόμενα αρχεία που παραχώναμε στους φακέλους. Φωτογραφίες από διακοπές, γενέθλια και ταξίδια, γραμματόσημα, καρτ ποστάλ, flyers συναυλιών ή αφίσες αστέρων προς τους pen pals που ήταν κολλημένοι με την ίδια μουσική ή τους ίδιους ηθοποιούς.
Υπήρχαν και επισυναπτόμενα αρχεία που παραχώναμε στους φακέλους. Φωτογραφίες από διακοπές, γενέθλια και ταξίδια, γραμματόσημα, καρτ ποστάλ, flyers συναυλιών ή αφίσες αστέρων
Τι αναζητούσαμε; Φαντάζομαι ό,τι και στα social media. Ο καθένας κάτι διαφορετικό: (περισσότερους) φίλους, τον έρωτα, μια κοινότητα με κοινά ενδιαφέροντα, αλλά και να κρατήσουμε επαφή με παρέες από καλοκαιρινές διακοπές από τις οποίες τον χειμώνα μάς χώριζαν πολλά χιλιόμετρα.
Τι βρήκαμε; Στη δική μου αλληλογραφία, χρησιμοποίησα τις επιστολές μου περίπου σαν ένα ψυχοθεραπευτικό προσωπικό ημερολόγιο, όπου κατέγραφα και επεξεργαζόμουν, χωρίς να το συνειδητοποιώ, τις καθημερινές εμπειρίες μου. Ήρθα σε επαφή με παιδιά από μακρινές γωνιές του κόσμου, προτού ακόμα ταξιδέψω στο εξωτερικό, εξασκώντας τα αγγλικά μου και διευρύνοντας τη σκέψη μου. Ωρίμασα λίγο παραπάνω αφήνοντας αναπάντητη την επιστολή που μου είχε στείλει ένας ενήλικος άντρας (και μάλιστα πολύ μεγαλύτερός μου, σύμφωνα με τη φωτογραφία που συνόδευε το πρώτο και ευτυχώς τελευταίο γράμμα του). Ένιωσα αμήχανα, άφραγκη και ταυτόχρονα εξωφρενικά προνομιούχα, όταν ένας pen pal από την Αφρική μου ζήτησε να του στείλω για δώρο ένα Γουόκμαν. Κυρίως, γέμισα πολλά μουντά, μονότονα, φθινοπωρινά και χειμωνιάτικα απογεύματα με λέξεις, εικόνες, αρώματα, χρώματα επιστολόχαρτων και με τη γλυκιά προσμονή του επόμενου γράμματος. Έστω κι αν εκείνη η προσμονή κάποιες φορές συνοδευόταν από το αίσθημα της απόρριψης, όταν μια επιστολή που έστελνα έμενε αναπάντητη.
Γέμισα πολλά μουντά, μονότονα, φθινοπωρινά και χειμωνιάτικα απογεύματα με λέξεις, εικόνες, αρώματα, χρώματα επιστολόχαρτων και με τη γλυκιά προσμονή του επόμενου γράμματος
Όταν τελικά ταξίδεψα για πρώτη φορά στο εξωτερικό, στην εφηβεία ακόμα, μαζί με τους γονείς μου, αναζήτησα μια Γαλλίδα pen pal, που κάποτε μου είχε δώσει το τηλέφωνό της να συναντηθούμε αν βρισκόμουν ποτέ στο Παρίσι. Είχα αφήσει ήδη πίσω μου το χόμπι της αλληλογραφίας, αλλά μου φάνηκε δελεαστική η ιδέα να δραπετεύσω για λίγο από την παρέα των γονιών μου και να ξεναγηθώ στα μπαράκια και στα καφέ της πόλης από μια ντόπια. Η Γαλλίδα pen pal απάντησε στο τηλέφωνο, αποφεύγοντας όμως, με πολύ σπαστά αγγλικά, ανεξήγητα χειρότερα από εκείνα των επιστολών της, μια φυσική συνάντηση.
Ίσως τελικά οι pen pals της αναλογικής εποχής να είχαν έναν μεγάλο κοινό με τις φιλίες και τους έρωτες που γεννιούνται, ανθίζουν και πεθαίνουν στο διαδίκτυο: Να πυροδοτούν έντονες συγκινήσεις στη διάρκεια της επικοινωνίας, ενισχυμένες ίσως και από το μύθο που χτίζουμε γύρω από έναν άνθρωπο που δεν έχουμε συναντήσει ποτέ, αλλά να περνούν από μπροστά μας και να χάνονται χωρίς αποτύπωμα στη ζωή μας, σαν τις άυλες παρουσίες στις ιστορίες τρόμου, που δεν αφήνουν ίχνη στο χιόνι.
Ακολουθήστε το WomanToc στο Instagram
Photo: PxHere