Δεν είχε ξημερώσει ακόμα και ο Κιμ, μετά από 21 συνεχόμενες ώρες δουλειάς, είχε ήδη παραδώσει πάνω από 400 δέματα. «Δεν αντέχω άλλο, απλά δεν μπορώ» έγραψε εξαντλημένος, σε ένα SMS που έστειλε σε συνάδελφό του, εκλιπαρώντας τον να συνεχίσει τη βάρδια του.
Τέσσερις μέρες αργότερα, ο κύριος Κιμ ήταν νεκρός. Βρέθηκε έτσι ανάμεσα στους 14 εργαζόμενους στη Νότια Κορέα, οι περισσότεροι από τον τομέα των μεταφορών, ο θάνατος των οποίων συνδέεται με την υπερκόπωση.
Υπάρχει μάλιστα και ένας σχετικός όρος στα κορεάτικα, σύμφωνα με το νέο, συγκλονιστικό ρεπορτάζ του BBC: kwarosa, που σημαίνει ξαφνικός θάνατος από καρδιακό επεισόδιο ή εγκεφαλικό ως αποτέλεσμα της σκληρής δουλειάς. Όπως επισημαίνει το βρετανικό ειδησεογραφικό μέσο, οι υπάλληλοι στον τομέα της μεταφοράς αγωνίζονται να ανταποκριθούν στον υπέρμετρο φόρτο εργασίας που έχει συσσωρευτεί από το ξέσπασμα της πανδημίας και μετά, από τότε δηλαδή που έχουν απογειωθεί οι online αγορές και οι παραδόσεις κατ’ οίκον.
Μια ακόμα σοκαριστική ιστορία είναι εκείνη του 27χρονου Τζονκ Ντοκ-τζιν, πρώην αθλητή του Ταεκβοντό, που αφού έκανε νυχτερινές βάρδιες για 18 συνεχόμενους μήνες, έχασε 15 κιλά προτού βρεθεί νεκρός, ένα ξημέρωμα μετά την επιστροφή του από τη δουλειά, από τον πατέρα του στο ντους.
Αφού έκανε νυχτερινές βάρδιες για 18 συνεχόμενους μήνες, έχασε 15 κιλά προτού βρεθεί νεκρός, ένα ξημέρωμα μετά την επιστροφή του από τη δουλειά
«Όταν του λέγαμε ότι δεν πειράζει να σταματήσει τη δουλειά, μας απαντούσε ότι είχε σχέδια για το μέλλον του. Εγώ φταίω που δεν επέμενα να σταματήσει να εργάζεται τόσο σκληρά και να πέφτει θύμα εκμετάλλευσης».
Ο θυμός του πατέρα του Τζονκ Ντοκ τον οδήγησε μέχρι τα ανώτερα κυβερνητικά κλιμάκια, να παρακαλά να διερευνηθούν τα αίτια θανάτου του. Η ιστορία του προκάλεσε τέτοια αίσθηση, ώστε ο πρόεδρος Μουν Τζε-ιν παρήγγειλε αναθεώρηση των συνθηκών εργασίας για εργαζόμενους delivery, σε μια χώρα όπου μια παράδοση αναμένεται να γίνεται μέσα σε λίγες ώρες, όχι μέρες.
Το πιο εξοργιστικό είναι ίσως ότι ακόμα και το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο δεν καλύπτει τους περισσότερους από αυτούς τους εργαζόμενους, που συνάπτουν συμβόλαια όχι με την ίδια την εταιρεία, αλλά με διαμεσολαβητές, οι οποίοι εκμεταλλεύονται ένα παραθυράκι για να τους αφήσουν έξω από τα όποια εργατικά δικαιώματα.
Ένας 48χρονος εργαζόμενος που δίνει συνέντευξη στο BBC, ο Κιμ Ντουκ-γιον, είπε: «Στο παρελθόν θεωρούσα αυτή τη δουλειά απλά δύσκολη, αλλά φέτος, με τις αυξημένες παραδόσεις λόγω του κορονοϊού, η κατάσταση έχει επιδεινωθεί πολύ. Με τη δουλειά μου να αυξάνεται όλο και περισσότερο, έχω φοβηθεί κι εγώ ότι θα πεθάνω». Η βάρδια του Ντουκ-γιον αρχίζει γύρω στις 6μιση το πρωί. Περνάει τις επόμενες 4-5 ώρες φορτώνοντας πακέτα έτσι ώστε να χωρέσουν όλα μέσα στην καρότσα, σαν ένα τεράστιο τρισδιάστατο παζλ. Υπολογίζεται ότι μέσα στη μέρα παραδίδει γύρω στα 350 δέματα.
«Με τη δουλειά μου να αυξάνεται όλο και περισσότερο, έχω φοβηθεί κι εγώ ότι θα πεθάνω»
Μια γυναίκα, η 43χρονη Σιν Μποκ-σαν, σχολίασε ότι ελπίζει, μια μέρα, να τελειώσει αρκετά νωρίς για να επιστρέψει τη νύχτα εγκαίρως στο σπίτι ώστε να προλάβει να δει τα παιδιά της. «Πιεζόμαστε πολύ. Υπάρχουν πελάτες που παραγγέλνουν είδη μαναβικής και μας τηλεφωνούν ξανά και ξανά, διαμαρτυρόμενοι ότι πρέπει να ετοιμάσουν το γεύμα ή το δείπνο με την παραγγελία τους» εξηγεί.
Παρ’ όλα αυτά, ο θάνατος του «ντελιβερά» ίσως τελικά δεν ήταν απόλυτα μάταιος, καθώς έχει ξεκινήσει μια άτυπη εκστρατεία στη Νότια Κορέα: Στα παράθυρα κάποιων σπιτιών έχουν τοποθετηθεί επιγραφές του τύπου: «Αγαπητέ ντελιβερά, δεν πειράζει να αργήσεις». Τα ίδια μηνύματα κυκλοφορούν και στα social media, με μακροσκελή hashtag που σημαίνουν «πρέπει να σταματήσουν οι θάνατοι των εργαζομένων στις μεταφορές».
Ακολουθήστε το WomanToc στο Instagram
Photo: REUTERS/Kim Hong-Ji