Όταν το 1785 η Maria Anne Fitzherbert άνοιξε μία ερωτική επιστολή από τον μεγάλο θαυμαστή της, πρίγκιπα Γεώργιο της Ουαλίας, σίγουρα δεν περίμενε να βρει μέσα ένα μάτι να κοιτάζει έντονα και καθηλωτικά προς το μέρος της.
Ο Βρετανός πρίγκιπας ήταν τρελός από έρωτα και απεγνωσμένος. Αγαπούσε απελπισμένα τη Fitzherbert, αλλά ο μεταξύ τους δεσμός δεν ήταν εφικτό να εξελιχθεί σε κάτι πιο μόνιμο και σοβαρό. Κι αυτό γιατί το βασιλικό πρωτόκολλο απογόρευε αυστηρά σε μία χήρα, Καθολική γυναίκα να παντρευτεί τον μελλοντικό μονάρχη της χώρας. Κάνοντας τα πράγματα ακόμα χειρότερα για την ήδη ραγισμένη καρδιά του Γεώργιου, η Maria Anne άφησε την Αγγλία μετά από την πρόταση γάμου του αγαπημένου της, ελπίζοντας να αποφύγει το σκάνδαλο.
Εκείνος όμως ήταν κάτι περισσότερο από αποφασισμένος. Και έτσι, στις 3 Νοεμβρίου εκείνης της χρονιάς, της στέλνει ένα παθιασμένο ερωτικό γράμμα μέσα από το οποίο την ικέτευε για ακόμα μία φορά τον παντρευτεί. Αυτή σίγουρα δεν ήταν μία συνηθισμένη πρόταση γάμου γιατί εκτός από την αδιαπραγμάτευτη αγάπη του Γεωργίου περιελάμβανε και ένα τελείως ασυνήθιστο δώρο. Ένα μικρό πακετάκι μέσα στο οποίο βρισκόταν τυλιγμένο ένα μικρό φυλακτό που είχε πάνω ζωγραφισμένο το δεξί μάτι του μελλοντικού βασιλιά της Αγγλίας. Απελπισμένο, μεθυσμένο από έρωτα.
Δυστυχώς, δεν έχουν διασωθεί μέχρι τις μέρες μας γραπτές αποδείξεις για το πώς ακριβώς απάντησε η Maria Anne στο συγκεκριμένο γράμμα του Γεωργίου. Το μόνο βέβαιο είναι ότι το δώρο του ήταν μάλλον εκείνο που την έκανε να σκεφτεί με διαφορετικό τρόπο την πρόταση του. Έτσι λίγο καιρό μετά το ζευγάρι παντεύτηκε σε μία κρυφή τελετή. Για να επισφραγίσουν τον γάμο τους ακόμα ένα μάτι ζωγραφίστηκε, αυτή τη φορά της Maria Anne, και το μικρό πορτραίτο τοποθετήθηκε μέσα σε ένα φυλακτό που ο Γεώργιος κουβαλούσε πάντα πάνω του.
Παρόλα αυτά ο πρίγκιπας της Ουαλίας και η Fitzherbert δεν ήταν οι μοναδικοί εραστές που αντάλλασσαν μάτια στην Αγγλία του 18ου αιώνα. Οι συγκεκριμένες μινιατούρες, γνωστές και ως «τα μάτια των εραστών», αποτέλεσαν μεγάλη τάση και τρόπο έκφρασης ανάμεσα στους ερωτευμένους ανθρώπους στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα και συνέχισαν να χρησιμοποιούνται ευρέως ως εκδήλωση λατρείας και θαυμασμού για πάνω από 50 χρόνια. Καμία φορά τα μάτια των εραστών ζωγραφίζονταν και ως ανάμνηση ενός αγαπημένου που είχε φύγει από τη ζωή, ενώ ήταν εξαιρετικά δύσκολο να κατασκευαστούν κυρίως λόγω του πολύ μικρού τους μεγέθους - δεν ξεπερνούσαν σε διάμετρο ένα νύχι από τα δάκτυλα των χεριών. Σκοπός τους ήταν να είναι τόσο μικρά ώστε να μπορούν να χωθούν σε τσέπες, να κρυφτούν κάτω από γιακάδες σαν μυστικές καρφίτσες ή να τοποθετηθούν στα εσώρουχα κοντά στο μέρος της καρδιάς.
Ως αντικείμενα «τα μάτια των εραστών» παραμένουν μέχρι σήμερα κάτι απόλυτα γοητευτικό και αινιγματικά που έχει τραβήξει πολύ έντονα την προσοχή των ιστορικών τέχνης. Κάτι ανάμεσα σε μικρό πορτραίτο και σε πολύτιμο κόσμημα, είναι σχεδόν αδύνατο να κατηγοριοποιηθούν. Επιπλέον, είναι γεμάτα με μυστήριο κι αυτό γιατί στις περισσότερες των περιπτώσεων τόσο το άτομο που απεικονίζεται στη μικρή εικόνα όσο και ο καλλιτέχνης που την έχει φιλοτεχνήσει παραμένουν παντελώς άγνωστοι.
Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2000 ελάχιστα πράγματα είχαν γίνει γνωστά σχετικά με την προέλευση και το κρυμμένο νόημα των συγκεκριμένων ερωτικών «μηνυμάτων». Αν και υπήρχαν αρκετές αντίστοιχες μινιατούρες σε μεγάλο μουσεία σε ολόκληρο τον κόσμο (αναμέσα τους τα Cleveland Museum of Art, Philadelphia Museum of Art και London’s Victoria and Albert Museum) ελάχιστα στοιχεία ήταν διασταυρωμένα αναφορικά με την αληθινή χρήση και σημασία τους. Ακόμα και τώρα τα ερωτήματα παραμένουν: Ποιος ξεκίνησε πρώτος τη συγκεκριμένη ανταλλαγή ματιών; Γιατί σταμάτησε να υπάρχει τον 19ο αιώνα; Γιατί τα πορτραίτα απεικόνιζαν μόνο ένα μάτι και όχι και τα δύο;
Η Grootenboer, μια ιστορικός τέχνης που έχει ειδικευτεί στα πορτραίτα μινιατούρες, όπως επίσης και στον τρόπο που απεικονίζεται το ανθρώπινο βλέμμα σε πίνακες ζωγραφικής, το έχει βάλει σκοπό της ζωής της να απαντήσει σε κάποιες από τις παραπάνω ερωτήσεις, τονίζοντας ότι προκειμένου να κατανοήσουμε καλύτερα την ύπαρξη των συγεκριμένων αντικειμένων πρέπει πρώτα τα κατανοήσουμε την κουλτούρα της Βρετανίας του 18ου αιώνα. Ήταν μία εποχή μακριά από την εποχή της φωτογραφίας κατά την οποία «τα άτομα ήταν απεγνωσμένα να δώσουν ο ένας στον άλλον όχι μόνο μία εικόνα του εαυτού τους, αλλά ένα κομμάτι του εαυτού του». Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι πριν προκύψει η «μόδα» με τα φυλαχτά-μάτια, οι εραστές συνήθιζαν έτσι κι αλλιώς να δίνουν ο ένας στον άλλον μικρά πορτραίτα ως ένδειξη αγάπης και αφοσίωσης.
Τι είναι, λοιπόν, αυτό που κάνει «τα μάτια των εραστών» τόσο ξεχωριστά και ενδιαφέροντα; «Ακριβώς το γεγονός ότι αντί να αναπαραστήσουν ένα ολόκληρο πρόσωπο εστίαζαν σε μία συγκεκριμένη, έντονη λεπτομέρεια του κάθε ανθρώπου», εξηγεί η Grootenboer. «Είναι το βλέμμα που ο ερωτευμένος θέλει να ονειρεύεται και να νιώθει ότι είναι πάντα δίπλα του να τον κοιτάζει».
Επιπρόσθετα, στη βρετανική κοινωνία του 18ου αιώνα η τέχνη του βλέμματος υπήρξε αρκετά σημαντική, καθώς σε καιρούς πολύ διαφορετικούς από τους δικούς μας το να μπορείς να κοιτάξεις το αντικείμενο του πόθου σου ακόμα και από απόσταση σε κάποια δεξίωση ή ένα κοινωνικό γεγονός αποτελούσε τεράστιο γεγονός στην καθημερινή ζωή των ερωτευμένων. Με αυτόν τον τρόπο άνδρες και γυναίκες αντάλλασσαν συναισθήματα πολύ πιο άμεσα και γρήγορα απ' ό,τι τους επιτρεπόταν να κάνουν με τα λόγια.
Και κάπως έτσι η τέχνη του βλέμματος τελειοποιήθηκε. Με άλλα λόγια, διαφορετικές ματιές εξέφραζαν τελείως διαφορετικά συναισθήματα και έστελναν τελείως διαφορετικά μηνύματα.
Οι μινιατούτες που γεννήθηκαν μέσα στο παραπάνω κοινωνικό περιβάλλον, όπου ακόμα και η πιο υπόγεια, κρυφή ματιά μπορούσε να υποδηλώνει πόθο, αγάπη, παράδοση ή και τα τρία μαζί, ήταν δίχως αμφιβολία η μεγαλύτερη ένδειξη λατρείας και αφοσίωσης.
Τι ήταν άρα εκείνο που οδήγησε στην «εξαφάνιση» της συγκεκριμένης συνήθειας ανάμεσα στους Βρετανούς εραστές; Σύμφωνα με τη Grootenboer η έλευση της φωτογραφίας το 1830 άλλαξε σημαντικά τον κόσμο της τέχνης και τις ανάγκες πίσω από τη δημιουργία ενός πορτραίτου οποιουδήποτε είδους. Κανέναν πορτραίτο δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι πιο ζωντανό και ρεαλιστικό από τη μαγεία του ίδιου του φωτογραφικού κλικ που αιχμαλώτιζε την μορφή ενός αγαπημένου.
Κι όμως στα μάτια των εραστών που κοσμούν ακόμα μερικά από τα διασημότερα μουσεία του πλανήτη ο ρομαντισμός και ο αισθησιασμός θα ζει για πάντα. Μέσα από ένα τόσο δα μικρό κομμάτι κάποιου άντρα ή κάποιας γυναίκας που κάποτε αγαπήθηκε πολύ, αλλά εμείς δεν θα μάθουμε ποτέ ποιος ή ποια ήταν στα αλήθεια. Αρκεί που το ήξερε εκείνος που μία μέρα έλαβε αυτό το φυλακτό.
Φωτογραφίες από τα: Philadelphia Museum of Art, The Metropolitan Museum of Art και Victoria and Albert Museum
Με πληροφορίες από το artsy.net