
Στις αρχές της δεκαετία του '60 ο Λέοναρντ Κόεν, ένας νέος, επίδοξος ποιητής από τον Καναδά, γνωρίζει στο Μόντρεαλ μία νεαρή χορεύτρια, τη Σουζάν Βερντάλ. Εκείνος γοητεύεται αμέσως από το πανέμορφο κορμί της και το δυνατό της μυαλό, εκείνη συναισθάνεται αμέσως την πνευματική σύνδεση ανάμεσα τους, ωστόσο δε νιώθει καμία ερωτική έλξη για εκείνον. Παρά το γεγονός ότι η Βερντάλ ήταν σε σταθερή σχέση με τον γλύπτη Armand Vaillancourt, με τον οποίο ζούσαν μαζί σε ένα ξύλινο σπίτι στο λιμάνι του Μόντρεαλ, εκείνη και ο Κόεν αναπτύσσουν μία μοναδική, πλατωνική σχέση. Μία σχέση που άνθισε μέσα από πολύωρες συζητήσεις ενώ περπατούσαν κατά μήκος της μεγάλης προβλήτας του λιμανιού και ενώ έπιναν το τσάι από γιασεμί που έφτιαχνε η Σουζάν κάθε απόγευμα.
Εκείνη έχει βρει στο πρόσωπο του μία αδελφή ψυχή, εκείνος φανταζόταν ότι έκανε σεξ μαζί της και την ποθούσε όλο και περισσότερο. Τελικά εξέφρασε τον ανεκπλήρωτο έρωτα του μέσα από του στίχους ενός πανέμορφου ποιήματος με τίτλο το όνομα της. Το Suzanne κυκλοφορεί το 1966 σε μία από τις πρώτες συλλογές του Κόεν και μιλάει για μία γυναίκα συγκλονιστικής ομορφιάς, ημίτρελη και εκκεντρική, η οποία παίρνει τον αφηγητή σε ένα σπίτι δίπλα στο ποτάμι και του σερβίρει τσάι και πορτοκάλια από την Κίνα. «Νομίζω ότι αποτύπωσε την φύση της σχέση μας τέλεια,» θα πει σε συνέντευξη της η Βερντάλ πολλά χρόνια αργότερα.
Tην ίδια χρονιά η τραγουδοποιός Tζούντι Κόλινς, η οποία ήταν στενή φίλη του Κόεν, δανείζεται τους στίχους του ποιήματος και αρχίζει να το παίζει σε διάφορες διαδηλώσεις για την ειρήνη και για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Νέα Υόρκη, δημιουργώντας γύρω του έναν folk θρύλο ερήμην του ίδιου του δημιουργού του. Στο μεταξύ ο Λέοναρντ είχε ήδη εγκατασταθεί μόνιμα στην Ύδρα και αγόρασε το διάσημο, πια, σπίτι του με την μπλε πόρτα, όπου έζησε αρκετά χρόνια μαζί με τη συντροφό του Μαριάν Ιλέν. Τότε έφτασε ένα γράμμα από Αμερική. Ήταν από την Κόλινς, η οποία τον ενημέρωνε για την σαρωτική επιτυχία των στίχων του στο ευρύ κοινό, παροτρύνοντας τον να επιστρέψει στις ΗΠΑ για να ηχογραφήσει ο ίδιος το τραγούδι και να εξαργυρώσει τη δόξα.
Θέλοντας να ζήσει μία νέα περιπέτεια, ο Κόεν αφήνει, προσωρινά την Ύδρα, και ταξιδεύει για Νέα Υόρκη. Η δική του εκδοχή στο Suzanne περιέχεται στον πρώτο δίσκο του ως τραγουδοποιός, το περίφημο «Songs of Leonard Cohen», το οποίο κυκλοφόρησε το 1967 και ήταν η αρχή μίας τεράστιας μουσικής καριέρας.
Παρόλο που αρκετοί θαυμαστές του Καναδού τραγουδοποιού θα παρερμηνεύσουν το περιεχόμενο του Suzanne μέσα στα χρόνια, υποστηρίζοντας ότι η σχέση του Κόεν και της Βερντάλ ήταν πολλά περισσότερα από μία πλατωνική επαφή ανάμεσα σε δύο στενούς φίλους, τόσο ο ίδιος ο συγγραφέας του ποιήματος όσο και η Βερντάλ επέμεναν μέχρι το τέλος της ζωής τους ότι δεν υπήρξε ποτέ σεξουαλική σχέση ανάμεσα τους.
To Suzenna με τη φωνή του Λέοναρντ Κόεν.
«Όπως λένε και οι στίχοι, άγγιξα το κορμί της μονάχα με το μυαλό μου, » θα πει ο Κόεν σε μεταγενέστερη συνέντευξη του, ενώ η ίδια η Σουζάν, η γυναίκα που ενέπνευσε ένα από τα διασημότερα τραγούδια της παγκόσμιας δισκογραφίας, είπε το 2006 ότι η επαφή της με τον Κόεν ήταν πάντα κάτι πολύ βαθύ και πνευματικό: «'Hταν πολύ καλύτερο ακόμα και από το καλύτερο σεξ του κόσμου».
Το Suzanne θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα της ροκ δισκογραφίας και ένα από τα πιο εμβληματικά τραγούδια της δεκαετίας του '60. Το αμερικανικό περιοδικό Pitchfork το κατέταξε στην 41η θέση με τα πιο σημαντικά κομμάτια που γράφτηκαν από το 1960 έως το 1969.
Δείτε το βίντεο:
Kεντρική φωτογραφία: YouTube