
Χθες το πρωί ο ήλιος την τραβούσε από το μανίκι. Ήθελε να βγει. Ακόμη κι αν η οθόνη της τηλεόρασης της πιπιλούσε το μυαλό για το αντίθετο. Να μείνει σπίτι. Εκτύπωσε γρήγορα τη Βεβαίωση Μετακίνησης και τη συμπλήρωσε προσεκτικά. Αιτιολογία: Μετάβαση σε τράπεζα, σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η ηλεκτρονική συναλλαγή. Ψέματα. Ήθελε να ξεσκάσει. Να νιώσει την άνοιξη που έρχεται και μόνο τα δέντρα που ανθίσανε τη μαρτυράνε. Και οι βιτρίνες των κλειστών καταστημάτων ενδυμάτων στην οδό Τσιμισκή με τα παστέλ χρώματα και τις πλαστικές τουλίπες. Δεν περπατούσε κανείς. Μόνο αυτή. Στην γωνία της Αγίας Σοφίας ένας επαίτης άπλωνε το χέρι. Έσκυψε και του έδωσε ένα κέρμα. Της έγνεψε κουνώντας το κεφάλι. Στην Κούσκουρα κάποιο ψητοπωλείο έψηνε μπιφτέκια και μύρισε όλο το οικοδομικό τετράγωνο. Ο ψήστης φορούσε μάσκα και σκούπιζε τον ιδρώτα του από τη ζέστη που έβγαινε από τα κάρβουνα. Κάποιος περαστικός παρήγγειλε ένα μπέργκερ περιμένοντας υπομονετικά από έξω.
Το βλέμμα της έπιανε εκατοντάδες κιγκλιδώματα καθώς και πινακίδες σήμανσης, που ενημέρωναν τους πολίτες για την απαγόρευση κυκλοφορίας.
Κατηφόρισε προς την παραλία. Τα τραπεζοκαθίσματα όλα στοιβαγμένα και κάποιοι μαγαζάτορες τα είχαν σκεπάσει με μουσαμά για να μην σκονίζονται. Η καινούργια λέξη καραντίνα έφερε μαζί της καινούργιες συνήθειες. Παραδείγματος χάρη ο φραπές τώρα πίνετε στο μπαλκόνι συζητώντας από ασφαλή απόσταση με την γειτόνισσα που μένει στο ρετιρέ.
Κοιτώντας αφηρημένα ένα εμπορικό πλοίο που ήταν δεμένο στο λιμάνι από καιρό, σκόνταψε στα σιδερένια κιγκλιδώματα. Πόνεσε πολύ. Αλλά περισσότερο πόνεσε για αυτό που είδε. Έκλεισε οριστικά για τους πολίτες, η Νέα Παραλία από τον Λευκό Πύργο έως το Μέγαρο Μουσικής, προκειμένου να αποφεύγεται ο συνωστισμός, στο πλαίσιο των μέτρων περιορισμού της εξάπλωσης του κορωνοϊού.
Το βλέμμα της έπιανε εκατοντάδες κιγκλιδώματα καθώς και πινακίδες σήμανσης, που ενημέρωναν τους πολίτες για την απαγόρευση κυκλοφορίας.
Ένας μεταλλικός φράκτης από κάγκελα, τα οποία ήταν δεμένα μεταξύ τους με σχοινιά τοποθετήθηκαν σε όλο το μήκος του παραλιακού μετώπου. Μία τιμωρία για τους Θεσσαλονικείς που δεν τήρησαν τους κανόνες παραμονής στην οικία τους και ξεχύθηκαν για βόλτα.
Βόλτα πλέον θα βγαίνει μόνο ο σκύλος και ο ιδιοκτήτης του θα κρατάει το λουράκι. Πόσο θα κρατήσει όλο αυτό άραγε; Έναν ακόμη μήνα; Δύο; Κανείς δεν ξέρει. Ο πόλεμος αυτός δεν έχει όπλα, έχει όμως θύματα. Το αντισηπτικό και τα γάντια που έφτασαν να πωλούνται στη μαύρη αγορά μαρτυρούν ότι οι μέρες πλέον κυλούν διαφορετικά. Παράξενα, απόκοσμα, θλιβερά.
Αγόρασε ένα κουλούρι από έναν πλανόδιο για να ξεγελάσει την πείνα της. Ολοστρόγγυλο και ζεστό με άφθονο σουσάμι. Έβγαλε τη μάσκα για να το δαγκώσει. Μετά την ξαναφόρεσε. Φαίνονταν μόνο τα γαλάζια της μάτια, ίδια με το χρώμα του Θεσσαλονικιώτικου ουρανού.

Η Άντζελα Ζιούτη γεννήθηκε το 1968 στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε στη σχολή Oικονομικών Επιστημών του Α.Π.Θ. Έχει εργαστεί στη διαφήμιση, στην εκπαίδευση και ως υπευθ. πωλήσεων και δημοσίων σχέσεων σε μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις. Άρθρα της κοινωνικού ενδιαφέροντος δημοσιεύονται συχνά στο διαδίκτυο,ενώ αρθρογραφούσε καθημερινά σε πρωινή εφημερίδα Free press μεγάλης κυκλοφορίας της Θεσσαλονίκης. Σήμερα αρθρογραφεί στην καθημερινή εφημερίδα ΕΘΝΟΣ. Εμφανίστηκε στα γράμματα με το έργο: «Ο Θεός κατοικεί σε ουρανοξύστη, 31 ποιήματα της πόλης»,Παρατηρητής, 1999, Θεσσαλονίκη (ποίηση) Ακολούθησαν:“Η Αρχιτεκτονική των σιωπηλών ημερών”, Ελληνικά Γράμματα, 2003, Αθήνα (ποίηση) “Ο ήλιος στο πάτωμα”, Φερενίκη, 2009, Αθήνα (μυθιστόρημα), “Μαύρη πέτρα” (Θεατρκό έργο) 2015, “Ο άνθρωπος που μιλούσε με τα αγάλματα”, Γαβριηλίδης, 2017 Αθήνα (ποίηση). Mιλάει Γερμανικά και Αγγλικά . Επί σειρά ετών υπηρέτησε ως γεν. Γραμματέας της Εταιρείας Δημοσίων Σχέσεων Βορείου Ελλάδος. Είναι μέλος της Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης. Βραβεύτηκε από το Φιλολογικό σύλλογο Παρνασσό (Β' βραβείο Ποίησης 2000), τη Νέα Κίνηση Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης (Γ' βραβείο Ποίησης 1999) την Ένωση Συγγραφέων Λογοτεχνών Ευρώπης (Α' βραβείο Ποίησης 2001) κ.ά.Είναι παντρεμένη με τον Πυρηνικό γιατρό Δημήτρη Γρηγοράκη κα ζει στη θεσσαλονίκη.