«Οι επιταχυνόμενοι ρυθμοί της ιστορίας έχουν μεταβάλει εις βάθος την ατομική ύπαρξη, η οποία, τους περασμένους αιώνες, απλωνόταν, από τη γέννηση ως τον θάνατο, μέσα σε μία και μόνο ιστορική εποχή· σήμερα καβαλικεύει δύο, κάποτε και τρεις. Παλιά η ιστορία προχωρούσε πολύ πιο αργά από την ανθρώπινη ζωή, σήμερα όμως προχωράει πιο γρήγορα, τρέχει, ξεφεύγει από τον άνθρωπο, τόσο που κινδυνεύει να διαρραγεί η συνέχεια και η ταυτότητα της ζωής». Ο Μίλαν Κούντερα στο απόσπασμα αυτό, από τη «Συνάντηση», παρατηρεί τον χρόνο, την ισορροπία μεταξύ του νου και της ύπαρξης. Η νοσταλγία αναπόφευκτη, μοιάζει με μεταποιημένο ρούχο, λες και η νοητή επανάληψη της εμπειρίας την κάνει καινούργια.
Τώρα που το άγνωστο είναι για πρώτη φορά τόσο ισχυρό μπροστά μας, τώρα που τα ερωτηματικά έχουν πέσει, με φόρα, στο κεφάλι μας σαν πιάνο από τον 7ο όροφο, με τη νότα ντο κολλημένη, τώρα που κανείς δεν ξέρει τίποτα αγγίζοντας έτσι το απόλυτο όριο της σοφίας, τώρα ακριβώς καταφεύγουμε στο παρελθόν. Να φωλιάσουμε μέσα του να περάσει η μπόρα. Να πάρουμε ηδονή από την αναπόληση, θα οδηγήσουμε την οπισθογωνία της προσμονής.
Μιλώντας, στο τηλέφωνο, με μια φίλη που γιόρταζε της λέω «δε σε πήρα χτες, ανήμερα της γιορτής σου, άλλωστε πλέον η γιορτή δεν κρατάει σαράντα μέρες αλλά κάθε μέρα του χρόνου. Κάθε μέρα μπορούμε να σηκώνουμε το τηλέφωνο και να λέμε χρόνια πολλά ο ένας στον άλλο. Κάθε μέρα μέχρι να περάσει όλο αυτό». Γελάσαμε. Κάπως πικρά. Σαν sodade ανατριχίλα.
Το οργουελικό μέλλον φοράει τα καλά του κι ετοιμάζεται για το μεγάλο πάρτι, το 2020 κάνει ό,τι μπορεί να χαλάσει την ισορροπημένη μόστρα του και τα όποια σχέδια μετατίθενται για αργότερα. Η λέξη «αργότερα» φεύγει από τη χώρα των χρονικών επιρρημάτων και γίνεται μαθηματικός τύπος προς άμεση επίλυση.
Η ανάγκη για ζωή παρφουμάρεται από τις αναθυμιάσεις της μνήμης και η νοσταλγία ελαφραίνει, επιτέλους, από το βάρος της σπαραγμού. Παύει να διώκεται ως βαρίδι. Αποκτά πολυδιάστατη δύναμη, γίνεται η Χάρλεϊ Κουίν των ψυχολογικών καταστάσεων -μια ηρωίδα κόμικ της DC.
«Αλλά τη στιγμή που η γουλιά, ανακατεμένη με ψίχουλα του γλυκού, άγγιξε τον ουρανίσκο μου, σκίρτησα, προσέχοντας κάτι καταπληκτικό που συνέβαινε μέσα μου. Μια γλυκιά απόλαυση με είχε κυριεύσει, απομονωμένη, χωρίς να ξέρω την αιτία της. Μου είχε ξαφνικά κάνει τις περιπέτειες της ζωής αδιάφορες, ακίνδυνες τις καταστροφές της, ανύπαρκτη τη συντομία της, με τον ίδιο τρόπο που επενεργεί ο έρωτας, πλημμυρίζοντάς με με μία πολύτιμη ουσία: ή μάλλον η ουσία αυτή δεν ήταν μέσα μου, ήμουν εγώ. Είχα πάψει να νιώθω τον εαυτό μου μέτριο, τυχαίο, θνητό. Από πού μπορούσε να μου έρχεται αυτή η έντονη χαρά;», αναρωτιέται ο Μαρσέλ Προυστ στο μυθιστόρημά του «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο», ενώ η γεύση από το διάσημο μπισκότο μαντλέν ξυπνά νοσταλγικές μνήμες των παιδικών του χρόνων.
Αυτό είναι το πνεύμα των ημερών που ζούμε. Δαγκώνουμε τις αναμασημένες μαντλέν μας μέχρι να ψήσουμε καινούργιες.
Φωτό: @konstantinosp
Ακολουθήστε το WomanToc στο Instagram