«Υπήρξα πολύ ευτυχισμένη, πολύ πλούσια, πολύ όμορφη, πολύ διάσημη και πολύ δυστυχισμένη» θα πει η γυναίκα που όρισε το sexyness των 60s και από τότε η εικόνα της παραμένει σημείο σναφοράς του πόθου. «Θα ήμουν πιο ευτυχισμένη εάν οι άντρες δεν με κοιτούσαν και αισθάνονταν ότι θέλουν να κοιμηθούν μαζί μου» θα δηλώσει η Μπριζίτ πολλά χρόνια μετά την καθιέρωσή της ως απόλυτης θεότητας του γαλλικού σινεμά. Σίγουρα η διασημότητα την χάλασε, το είδαμε και στις μετέπειτα κινήσεις της με την μητρότητα που θεώρησε ως φυλακή, καθώς και στην υποστήριξή της στην πρόεδρο του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου της Γαλλίας, Μαρίν Λεπέν.
Ας πάμε πολλά χρόνια πίσω, όταν ήταν ακόμα μια αθώα παιδούλα που μόλις έσκαγε μύτη από το αυγό της. Στον πρώτο της έρωτα, που σε καμία περίπτωση δεν έμελλε να είναι ο παντοτινός.
Στις 8 Μαρτίου του 1950, η Μπριζίτ έμελλε να συναντήσει τον άντρα που θα την έκανε σταρ. Ο Ροζέ Βαντίμ αντίκρισε το πρόσωπο της έφηβης τότε Μπαρντό στο εξώφυλλο του περιοδικού «Elle» και ήξερε τι ακριβώς έπρεπε να κάνει.
Ο 21χρονος τότε Βαντίμ, εργαζόταν ως βοηθός του σκηνοθέτη Μαρκ Αλεγκρέ. Του έδειξε το περιοδικό και του πρότεινε να χρησιμοποιήσουν το μοντέλο στην ταινία. Ο Αλεγκρέ δεν ήθελε και πολύ να πεισθεί. Ποιος θα μπορούσε άλλωστε να αντισταθεί στην ομορφιά της; Έτσι ζήτησε στον 21χρονο βοηθό του να την βρει και να την πείσει και εκείνος δέχθηκε με χαρά. Οι δύο νέοι ερωτεύτηκαν και λίγα χρόνια αργότερα, όταν πια η Μπαρντό έγινε 18, παντρεύτηκαν. οι γονείς αντιδρούσαν.
Η Μπαρντό ήξερε εξαρχής ότι ο συγκεκριμένος άντρας ήταν το εισιτήριό της για να ξεφύγει από την αυστηρή οικογένειά της αλλά και να κατακτήσει τον κόσμο. Ο Βαντίμ, από την πλευρά του, ήταν πρώτα μάνατζερ της Μπαρντό και μετά σύζυγος. Είχε αντιληφθεί την αξία της πανέμορφης νεαρής και είχε αποφασίσει να κάνει τον κόσμο να μιλάει ή καλύτερα να παραμιλάει, για αυτήν. Το 1952 της εξασφάλισε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία «Μανίνα, ο γυμνός θησαυρός».
Η Μπαρντό υποδυόταν, τον «γυμνό θησαυρό» ντυμένη με ένα αποκαλυπτικό μπικίνι. Μέχρι το 1956, το όνομά της είχε συνδεθεί με σέξι κωμωδίες, αλλά δεν ήταν ακόμη μια ηθοποιός παγκόσμιας φήμης. Με την ταινία «Και ο Θεός έπλασε τη γυναίκα» το 1956, η Μπαρντό μπήκε στο πάνθεον του παγκόσμιου κινηματογράφου. Έγινε διεθνές σύμβολο του σεξ και η σημείο αναφοράς για το προσωπικό της στυλ.
«Στην εν λόγω ταινία, είναι μια πολύ νέα γυναίκα, γενναιόδωρη, καμιά φορά ανισόρροπη, και τελικά ασυγκράτητη, που δεν έχει καμιά άλλη δικαιολογία παρά τη γενναιοδωρία της»
«Ήθελα διαμέσου της Μπριζίτ, να αναπαραστήσω το κλίμα της εποχής, η Ζυλιέτ είναι ένα κορίτσι των καιρών της, που αποτινάσσει κάθε συναίσθημα ενοχής, κάθε ταμπού που της επιβάλλει η κοινωνία και της οποίας η σεξουαλικότητα είναι παντελώς απελευθερωμένη. Στην προπολεμική λογοτεχνία και τα φιλμ, θα την είχαν χαρακτηρίσει πόρνη. Στην εν λόγω ταινία, είναι μια πολύ νέα γυναίκα, γενναιόδωρη, καμιά φορά ανισόρροπη, και τελικά ασυγκράτητη, που δεν έχει καμιά άλλη δικαιολογία παρά τη γενναιοδωρία της» θα πει ο Βαντίμ για την τότε μούσα του μιας και από τη ζωή του ακολούθησαν πολλές. Η Ανέτ Στρόιμπεργκ, η Τζέιν Φόντα, η Κατρίν Ντενέβ και άλλες.
Ο Ροζέ Βαντίμ γεννήθηκε στο Παρίσι το 1928. Σκηνοθέτης, σεναριογράφος, παραγωγός και ηθοποιός. Αποτέλεσε σταθμό στην εξέλιξη του γαλλικού κινηματογράφου της εποχής του και «θεωρήθηκε ο σκηνοθέτης που έφτιαχνε ντίβες»
Στα γυρίσματα της ταινίας «Και ο Θεός έπλασε τη γυναίκα», η Μπαρντό διατηρούσε δεσμό με τον συμπρωταγωνιστή της, Ζαν Λουί Τρεντινιάν. Τραγική ειρωνεία, ήταν ο ίδιος ο σύζυγός της ο Ροζέ Βαντίμ που τους προέτρεψε να έρθουν πιο κοντά για να είναι, λέει, πιο ρεαλιστική η ερμηνεία τους. Το 1957 η Μπαρντό εγκατέλειψε τον Βαντίμ για τον νέο εραστή της, τον ηθοποιό Ζακ Σαριέ.
Δείτε ένα βίντεο με τη ζωή των δυο τους σε εικόνες:
Ακολούθησε το WomanToc στο Instagram