
"Ντιέγκο, για έλα κάτω! Λοιπόν, δεν ήρθα να σε φλερτάρω, παρόλο που είναι γνωστό πως είσαι μεγάλος γόης. Θέλω να σου δείξω τους πίνακές μου. Αν σου φαίνονται ενδιαφέροντες, πες το μου, αν όχι, πάλι πες το μου, να κάνω κάτι άλλο να βοηθήσω την οικογένειά μου". Αυτά ήταν τα πρώτα λόγια που απήθυνε η Φρίντα Κάλο, κοριτσάκι τότε, στον διάσημο ζωγράφο και κατά 20 χρόνια μεγαλύτερό της Ντιέγκο Ριβέρα, που έμελλε να γίνει ο μεγάλος -και βασανιστικός- έρωτας της ζωής της. Κρατώντας υπό μάλης τους πίνακές της και πριν καν εκείνος μιλήσει συμπλήρωσε: "Δεν θέλω κοπλιμέντα, θέλω την κριτική ενός σοβαρού ανθρώπου. Δεν είμαι ερασιτέχνης ζωγράφος, ούτε καμία φιλότεχνος. Είμαι ένα κορίτσι που πρέπει να κερδίσει τη ζωή του".
Εκείνη την ημέρα ο Ριμπέρα δούλευε τη τοιχογραφία του γύρω από το Υπουργείο Παιδείας του Μεξικό, ενώ για τη Φρίντα ήταν η πρώτη ημέρα που στεκόταν και πάλι στα πόδια της μετά το τραγικό ατύχημα της 17ης Σεπτεμβρίου του 1925, όταν το λεωφορείο στο οποίο επέβαινε συγκρούστηκε με τραμ και αναποδογύρισε. Τότε ένα σίδερο διαπέρασε το σώμα της όπως "το σπαθί τον ταύρο", σύμφωνα με τη περιγραφή της, προκαλώντας σοβαρά τραύματα στη σπονδυλική της στήλη και στην κοιλιακή της χώρα.
Αυτή ήταν μόλις η αρχή της γνωριμίας ανάμεσα σε δυο σπουδαίους καλλιτέχνες. "Είχα δύο ατυχήματα στη ζωή μου" έγραψε κάποτε στο ημερολόγιό της η Φρίντα Κάλο, αναφερόμενη στο ατύχημα που είχε μες στο λεωφορείο και που της προκάλεσε πολλαπλούς τραυματισμούς και σοβαρά προβλήματα υγείας, αλλά και στη γνωριμία της με τον εικαστικό Ντιέγκο Ριβέρα.
Η Φρίντα τον είδε για πρώτη φορά το 1922 όταν εκείνος ζωγράφιζε την τοιχογραφία La Creation στο Μεξικό, έξω από ένα σχολείο. Εκείνη ήταν μόλις 15 ετών και ο Ντιέγκο 36 όταν ζωγράφιζε εκείνο το fresco.
Η Φρίντα και ο Ντιέγκο θα συστήνονταν και πάλι μετά από χρόνια, από μία κοινή τους φίλη, τη φωτογράφο Τίνα Μοντότι, σε μια φιλική συγκέντρωση, στο Μεξικό. Τόσο εκείνη όσο και η Φρίντα έγιναν μούσες του ζωγράφου που τις αποθανάτισε στο The Slipping Earth την πρώτη και τη δεύτερη, τη Φρίντα, ως κομμουνίστρια στην τοιχογραφία έξω από το Υπουργείο Παιδείας.
Η Φρίντα είχε μόλις ξεκινήσει να ζωγραφίζει και η εκείνη, κυρίως αυτοπορταίτα από την περίοδο που ήταν κλινήρης εξαιτίας του ατυχήματός της και προσπαθούσε να διασκεδάσει την ανία της. Ας μην ξεχνάμε πως το δικό της όνειρο ήταν να γίνει γιατρός. Τού έδειξε λοιπόν τα σχέδιά της κι εκείνος την ενθάρρυνε να συνεχίσει. "Είχε μια ασυνήθιστη ενέργεια στην έκφρασή της, ακρίβεια χαρακτήρων, μια θεμελιώδη ειλικρίνεια στην πλαστικότητα, μια αληθινή, ολόδική της ταυτότητα ως καλλιτέχνης. Ήταν σαφές για εμένα πως ήταν μια αυθεντική δημιουργός" θα έγραφε ο Ριβέρα αργότερα.
Ένας θυελλώδης γάμος
Η Φρίντα και ο Ντιέγκο παντρεύτηκαν το 1929 και έμειναν για δέκα χρόνια μαζί πριν χωρίσουν το 1940 και ξαναπαντρευτούν μέσα στην ίδια χρονιά. Ο Ριβέρα όμως υπνώτιζε τις γυναίκες και δεν έπαψε να έχει ερωτικούς δεσμούς και κατά τη διάρκεια του γάμου του με τη Φρίντα. Το ίδιο εξάλλου θα έκανε κι εκείνη, τόσο με άντρες, όσο και με γυναίκες.
Πριν γνωρίσει τη Φρίντα, όταν ο Ριβέρα ζούσε στο Παρίσι είχε σχέση με τη Ρωσίδα ζωγράφο Αντζελίνα Μπέλοφ για δώδεκα χρόνια, την οποία παντρεύτηκε και απέκτησαν έναν γιό που πέθανε μόλις δύο ετών. Παράλληλα, διατηρούσε σχέση και με τη ζωγράφο Μαρία Βορόμπιεφ- Στεμπέλσκα με την οποία απέκτησαν επίσης μια κόρη, τη Μαρίκα. Ωστόσο, όταν εγκατέλειψε το Παρίσι, λέγεται ότι δεν ξαναείδε ποτέ το παιδί.
Έπειτα πήρε διαζύγιο από τη Μπέλοφ και παντρεύτηκε τη Λούπε Μαρίν στο Μεξικό, τον Ιούνιο του 1922. Απέκτησαν δυο κόρες, τη Ρουθ και τη Γουαδελούπη. Ήταν ακόμα παντρεμένος μαζί της όταν γνώρισε τη Φρίντα, 22 ετών τότε κι εκείνος 42.
Αφού πήρε διαζύγιο με την Μαρίν, παντρεύτηκε τη Φρίντα στις 21 Αυγούστου του 1929. Μάλιστα την ημέρα του γάμου τους η πρώην σύζυγός του Ριβέρα, η Μαρίν, σήκωσε το φουστάνι της Φρίντα αποκαλύπτοντας τα πόδια της που είχαν υποστεί παραμορφώσεις από την πολιομυελίτιδα που είχε περάσει ως παιδί και φώναξε μπροστά σε όλους "ο Ντιέγκο με αντικατέστησε για αυτά τα πόδια".
Στον γάμο τους βρήκαν αντίθετη και τη μητέρα της Φρίντα, που δεν ήθελε να παντρευτεί η κόρη τους τον Ριβέρα. Μάλιστα η μητέρα της είχε πει τότε τη μνημειώδη φράση πως είναι "σαν να παντρεύεται ελέφαντας περιστέρι". Ωστόσο, ο πατέρας της συμφωνούσε με τον γάμο, καθώς ο Ριβέρα είχε πλέον την οικονομική δυνατότητα να συντηρήσει την κόρη του, η οποία λόγω των προβλημάτων υγείας της δεν θα μπορούσε να δουλέψει κανονικά.
Μια παθιασμένη σχέση που άντεξε στον χρόνο και στις δοκιμασίες
Τα χρόνια ανάμεσα στο 1930 και 1934 ήταν έντονα. Ήταν η εποχή που ταξίδευαν μαζί στις ΗΠΑ προκειμένου ο Ντιέγκο να ζωγραφίσει ένα έργο- ανάθεση από το San Francisco Art Institute. Τότε, η Φρίντα έχει την πρώτη της αποβολή, ενώ θα ακολουθήσουν άλλες δύο. Ο τρόπος που αισθανόταν στη δεύτερη αποτυπώνονται στον εμβληματικό της πίνακα Henry Ford Hospital. Στο μεταξύ, ο Ντιέγκο γίνεται όλο και πιο δημοφιλής στις ΗΠΑ. Φιλοτεχνεί ένα προκλητικό έργο στο Rockefeller Center που απεικόνιζε ισχυρά αφεντικά να πίνουν με γυναίκες, ενώ δίπλα ζωγράφισε και το πρόσωπο του Λένιν. Βέβαια η τοιχογραφία δεν παρέμεινε.
Εκείνη την περίοδο η Φρίντα ξεκινά μια σχέση με τον φωτογράφο Νίκολα Μουρέι, ενώ αλλάζει το στιλ της κι αρχίζει να ντύνεται παραδοσιακά και πιο έντονα με χειροποίητα ενδύματα. Η σχέση τους μολονότι δεν ήταν ανοιχτή δέχθηκε μεγάλες δοκιμασίες από τις εξωσυζυγικές σχέσεις και των δύο. Όπως τον έρωτα εκείνης για τον Τρότσκι και τις πολλές ερωμένες του Ντιέγκο, ανάμεσα στις οποίες και την αδερφή της Φρίντα, την Κριστίνα.
Η σχέση τους ήταν τόσο, μα τόσο σύνθετη. Για εκείνη υπήρξε ο μέντορας και ο στυλοβάτης της, ο άνθρωπος που της άνοιξε τους ορίζοντες και της αποκάλυψε δρόμους της Τέχνης. Ήταν όμως και το παιδί που δεν έκανε, τον φρόντιζε σχεδόν μητρικά. Για τον Ντιέγκο η Φρίντα ήταν η νέα επαναστάτρια, η μητέρα του, το άλλο του μισό και αναμφίβολα τρεφόταν από τον θαυμασμό της και την αγάπη της.
Το τέλος
Στην τελευταία της εμφάνιση, στις 2 Ιουλίου του 1954, σε μια διαδήλωση για τον λαό της Γουατεμάλας, την συνοδεύει ο Ριβέρα. Εκείνη κάθεται σε αμαξίδιο που οδηγεί εκείνος και σηκώνει ψηλά τη γροθιά της. Δέκα μέρες αργότερα, αφότου ακρωτηριάστηκε το πόδι της και υπέφερε από πόνους στη σπονδυλική της στήλη, του έδωσε πίσω το δαχτυλίδι που της είχε χαρίσει για την 25η επέτειο του γάμου τους. Τού το έδωσε γιατί είχε καταλάβει πως πλησίαζε το τέλος της. Η Φρίντα πέθανε την επόμενη ημέρα, στις 13 Ιουλίου του 1954.
"Η ημέρα που πέθανε η Φρίντα, ήταν η πιο τραγική της ζωής μου. Δυστυχώς, κατάλαβα πολύ αργά, ότι το καλύτερο κομμάτι της ζωής μου, ήταν η αγάπη μου για εκείνη", έγραψε στην αυτοβιογραφία του.
Το 1955 έμαθε ότι ο ίδιος έπασχε από καρκίνο. Όμως, έκανε ακόμα ένα γάμο με την εκδότρια Έμα Ουρτάδο. Στις 24 Νοεμβρίου 1957 πέθανε από έμφραγμα στο εργαστήριό του.
Ακολουθήστε το womantoc στο Instagram