Ένα παγκάκι στην περιοχή Royal Docks του ανατολικού Λονδίνου στάθηκε η αφορμή για να ειπωθεί μια ιστορία που αφορά στους πάντες: Τους βιαστικούς περαστικούς που μιλούν στο hands free και μοιάζουν με υπνοβάτες της μέρας, τους ρομαντικούς παρατηρητές, οι οποίοι κινούνται με το προαίσθημα, τους νέους αντικομφορμιστές που συνθέτουν το παζλ του κοινωνικού ιστού με φρέσκους όρους, του μεγαλύτερους -αυτοί κι αν έχουν την τάση να δυσκολεύονται να μάθουν νέα κόλπα.
Το παγκάκι αυτό με τίτλο Semaphore είναι ένα βραβευμένο έργο του ανοιχτού διαγωνισμού London Festival of Architecture (LFA). Οι άνθρωποι που το εμπνεύστηκαν και το σχεδίασαν είναι η δημιουργική ομάδα, Parallel Collective, μέλος της οποίας και ο αρχιτέκτονας Γιώργος Καράμπελας, ένας διαυγής και σύγχρονος οραματιστής.
Μιλώντας μαζί του νιώθεις ότι καλύπτεις όλο το φάσμα της εικόνας. Όχι μόνο τους μωσαϊκούς κύβους στην αποβάθρα, αλλά το χάσμα μεταξύ ανατολικού και δυτικού Λονδίνου, το ρήγμα μεταξύ παλιάς και νέας φουρνιάς, το άγριο και βίαιο ένστικτο των μεγαλουπόλεων, την επόμενη μέρα του επικείμενου Brexit, την καθησυχαστική ισορροπία της αρχιτεκτονικής σκέψης.
-Πες μου για την ομάδα Parallel Collective και για τον ρόλο σου μέσα σε αυτήν.
«Η ομάδα δημιουργήθηκε μέσα από επαγγελματικές συνεργασίες σε αρχιτεκτονικά γραφεία του Λονδίνου, οι οποίες εξελίχθηκαν σε ισχυρές φιλίες. Αφορμή υπήρξε η συμμετοχή μας σε ένα διεθνή διαγωνισμό για ενα εκπαιδευτικό κέντρο στην Ιταλία όπου και κερδίσαμε το πρώτο βραβείο. Έκτοτε εξερευνούμε τα επόμενα βήματά μας στον ευρύτερο χώρο της αρχιτεκτονικής. Συνειδητά εντός της ομάδας επιλέγουμε να μην έχουμε διακριτούς ρόλους, αλλάζουμε σύσταση ανάλογα με τις συνθήκες και το project. Εγώ προσωπικά προσπαθώ να καταπιάνομαι με τα πάντα, αυτός είναι ο τρόπος να απολαμβάνω στο μέγιστο».
-Ποια είναι η ιστορία σου; Από που έρχεσαι και που πηγαίνεις;
«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Τρίπολη Αρκαδίας, σπούδασα Αρχιτεκτονική στο ΕΜΠ και στη συνέχεια έκανα μεταπτυχιακό στη Σχολή Καλών Τεχνών της Γλασκόβης. Εκεί έκανα και τα πρώτα μου επαγγελματικά βήματα, σε μια πόλη που ερωτεύτηκα αλλά που δεν άντεξα. Την τελευταία τριετία ζω και εργάζομαι στο Λονδίνο, προσπαθώντας όσο μπορώ να μην κόβω δεσμούς με την Ελλάδα. Το πού πηγαίνω είναι ένα μεγάλο ερωτηματικό, ένα μόνιμο άγχος και σε αυτό ακριβώς βρίσκω τη δύναμη να συνεχίζω. Δεν έχω απορία για το πού θα φτάσω αλλά για το πώς...».
-Πώς έφτασες στο Λονδίνο και πόσα χρόνια ζεις εκεί;
«Στο Λονδίνο έφτασα με τον αέρα ότι θα το κατακτήσω, αγνοώντας το μέγεθος, την ένταση και το κόστος του. Βρίσκομαι ήδη σχεδόν τέσσερα χρόνια, νιώθω ότι ακόμα δεν έχω δει πολλές πλευρές του. Λένε ότι αυτή η πόλη δε σε κουράζει ποτέ αλλά συνέχεια σε δοκιμάζει».
-Εάν δεν ήσουν αρχιτέκτονας τι θα ήσουν;
«Πάντα έλεγα ότι εναλλακτικά θα ήθελα να είμαι μεταφραστής αλλά οι δικοί μου άνθρωποι με αποκαλούν "δικηγόρο", υπονοώντας την ικανότητά μου για διπλωματικούς ελιγμούς. Εν τέλει δεν μπορώ, αυτή τη στιγμή, να με φανταστώ να κάνω οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα πέρα από αρχιτέκτονας, και δεν είμαι σίγουρος εάν αυτό είναι αποτέλεσμα αγάπης ή αυτοεγκλωβισμού».
-Ποια είναι η ιδέα πίσω από το βραβευμένο έργο Semaphore;
«Το Semaphore είναι ένα υπαίθριο καθιστικό που σχεδιάσαμε για το Lonδon Festival of Architeture ύστερα από ανοιχτό διαγωνισμό. Η ιδέα είναι απλή και αναφέρεται στην ιστορία της περιοχής στην οποία βρίσκεται. Στα ανατολικά του Λονδίνου, κοντά στο αεροδρόμιο του Σίτυ είναι τα Docklands, οι αποβάθρες/προβλήτες στις οποίες λάμβανε χώρα η εμπορική δραστηριότητα της πρωτεύουσας στα χρόνια της μεγάλης ακμής. Εμείς λοιπόν χρησιμοποιούμε το ναυτικό αλφάβητο, μια σειρά κωδικοποιημένων σημάτων τα οποία μετασχηματίζουμε σε καθιστικό, συλλαβίζοντας το όνομα της περιοχής και καλώντας τον περαστικό να αποκωδικοποιήσει το μήνυμα. Ταυτόχρονα, η χρήση του terrazzo (μωσαϊκό) σε διάφορα χρώματα, ζωντανεύει το έργο μέσα στο μουντό αστικό τοπίο και εκφράζει τον πλουραλισμό της σύγχρονης πόλης».
-Πώς το έχουν δεχθεί οι περαστικοί το έργο αυτό;
«Είναι ίσως ακόμη νωρίς για συμπεράσματα, ελπίζω να τους αρέσει αλλά και να φανεί χρήσιμο ως προς τη χρήση του. Κάποιος άγνωστος βέβαια πρόσφατα έριξε έναν από τους καθιστικούς κύβους στο κανάλι. Αρκετοί γύρω μου εξαγριώθηκαν με το περιστατικό ενώ εγώ σχεδόν μειδίασα. Εκεί κατάλαβα ότι οι ελληνικές μου ρίζες με έχουν κάνει αρκετά ελαστικό σε θέματα βανδαλισμού και κακοποίησης δημοσίου χώρου».
-Μπορείς να εντοπίσεις κάποιες από τις διαφορές ανάμεσα σε ανατολικό και δυτικό Λονδίνο;
«Θα έλεγε κανείς δύο αντιδιαμετρικά αντίθετοι κόσμοι, όπου τα άκρα βέβαια συναντώνται. Το δυτικό Λονδίνο παραδοσιακά συγκέντρωνε τις πλουσιότερες συνοικίες. Στα ανατολικά βρίσκονταν οι βιομηχανίες, οι αποβάθρες, τα εργοστάσια. Ο λόγος αυτού του διαχωρισμού είναι ότι ο άνεμος είθισται να φυσά από τα δυτικά προς τα ανατολικά, οπότε αυτή ήταν και η πορεία της ρύπανσης και του νέφους. Με την αποβιομηχάνιση της πόλης, τα εργοστάσια έγιναν στούντιο καλλιτεχνών και φθηνά loft ενώ οι μπυραρίες χώρεσαν άνετα κάτω από τις τούβλινες καμάρες των γραμμών του τρένου. Έτσι, ένα ολόκληρο πρώην περιθωριακό κομμάτι της πόλης όχι μόνο ανέκαμψε αλλά πιθανότατα ξεπέρασε σε αρκετά σημεία την ανεπτυγμένη "Δύση". Ίσως πλέον "ακραίο" είναι να ζει κανείς στα δυτικά».
-Τι πιστεύεις ότι θα αλλάξει με το Brexit στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων;
«Τα πάντα και τίποτα. Η Βρετανία είναι μια εύθραυστη αλλά ταυτόχρονα πανίσχυρη οικονομία, πιστεύω θα βρει το δρόμο της γρήγορα σε ενδεχόμενο κρίσης γιατί δεν έχει ιδεολογικές αγκυλώσεις. Για εμένα το θέμα παραμένει βαθιά πολιτισμικό, είναι θέμα ταυτότητας. Οι παλιοί αναπολούν περασμένες δόξες και οι νεότεροι διεκδικούν το αυτονόητο: όσες το δυνατόν περισσότερες γέφυρες με μια ήπειρο που είναι όχι μόνο ο μεγαλύτερος οικονομικός εταίρος του Ηνωμένου Βασιλείου αλλά πρωτίστως η κοιτίδα του πολιτισμού του».