Εν αρχή ην η εικόνα. Και η εικόνα του άντρα έχει αλλάξει τελευταία. Αφού έχει περάσει πρώτα από τα σαράντα κύματα. Πολύ παλιά φορούσε τις προβιές των Φλιντστόουνς και το τιγροτόμαρο του άντρα-κυνηγού, που με τα χρόνια, χάθηκε στην μετάφραση και έγινε άντρας-λαθροκυνηγός (δηλαδή τσιλιμπουρδιστής) ή άντρας-μπεκάτσα (δηλαδή, το έξυπνο πουλί που πιάνεται από την μύτη). Αργότερα φορούσε του δανδή τα πουκάμισα με τα βολάν και διάβαζε αναγεννησιακή ποίηση αλλά η επανάσταση δεν ήταν με το μέρος του. Τον ξεπέρασε η εποχή του. Στη συνέχεια έλυσε την γραβάτα όπως τον πρόσταξε ο υπερρεαλιστής Μαν Ρέι, πέρασε στην απέναντι όχθη ανεμίζοντας το ριζοσπαστικό κασκόλ του rive gauche, ακούμπησε για να ξαποστάσει στον ώμο μιας ξέπλεκης κορασίδας του Μάη του '68, πάλεψε με τους λύκους της Γουόλ Στριτ μέσα από το pinstripe κοστούμι του γιάπη, αποθεώθηκε από κοινό και θαυμάστριες πάνω στο DJ booth του, ενδύθηκε τη μάσκα ομορφιάς του metrosexual, το γύρισε σε retrosexual και σήμερα μετά από μια σέλφι με παπιγιόν για χάρη του χιπστερισμού, είπε να ντυθεί ο εαυτός του, όποιος κι αν αυτός γουστάρει να είναι.
Μετά την εικόνα αυτό που ακολουθεί είναι η συμπεριφορά. Αγροίκος -εξ ανάγκης- αρχικώς, κομψευόμενος από θέση στην πορεία, επαναστάτης ποπολάρος ή διανοούμενος διοπτροφόρος, τσιτσιφιόγκος, αλάνι μπάρμαν με μεγάλη ατζέντα και καρδιά-αγκινάρα, μόρτης και καραμπουζουκλής, φιλοφεμινιστής, παπιγιονάκιας και πάει λέγοντας. Για χρόνια ο άντρας είχε εγκλωβιστεί μέσα στο κουτάκι του ρόλου. Του ρόλου που έπρεπε να παίξει. Κυριάρχησε αυτός του «δύσκολου», του άντρα-βαρύ πεπόνι. Πως σε εμάς τις γυναίκες κυριάρχησε ο ρόλος της ναζιάρας γατούλας; Κάπως έτσι κύλησαν τα χρόνια, διαμορφώθηκαν οι συνειδήσεις γύρω από τα φύλα, ανδρώθηκαν και «γυναικώθηκαν» οι σχέσεις, επιβεβαιώθηκε, εν μέρει, το τραγούδι του 1966, «It's a Man's Man's Man's World», του Τζέιμς Μπράουν και της Μπέτι Τζιν Νιούσαμ για να φτάσουμε στη θηλυκοποίηση των αντρών, των δυτικών κοινωνιών και του πλανήτη γενικότερα.
«Κάθε κοινωνία τείνει να εμφανίσει ψυχολογικές δυναμικές που παρατηρούνται και στο προσωπικό επίπεδο. Στο τέλος του 19ου αιώνα κυριαρχούσε συχνά η υστερία, στις αρχές του 20ου αιώνα η παράνοια. Σήμερα, στις δυτικές χώρες, η πιο κοινή παθολογία φαίνεται να είναι ένας διαδεδομένος ναρκισσισμός, που μεταφράζεται σε ανωριμότητα και ένα άγχος προσανατολισμένο προς την κατάθλιψη. Κάθε άτομο θεωρεί ότι είναι αντικείμενο και σκοπός των πάντων, η σχέση με το χρόνο περιορίζεται στο άμεσο» γράφει ο Ιωάννης Φιλίστορ στο istorikathemata.com. Παρατηρώντας την εποχή κανένας πλέον, ούτε άντρας, ούτε γυναίκα είναι διατεθειμένοι να «το παλέψουν» περισσότερο όταν κάτι δεν είναι έτσι όπως το θέλουν στη σχέση. Απλά φεύγουν. Ο ναρκισσισμός που λέγαμε παραπάνω. Κανένας πλέον, ούτε άντρας, ούτε γυναίκα αναλώνονται σε μακροσκελείς συζητήσεις στα μπαρ για το πιθανό αδιέξοδο της σχέσης τους. Απλά πίνουν και ανεβάζουν ποστ με φωτό των κοκτέιλ τους. Κανένας πλέον, ούτε άντρας, ούτε γυναίκα δεν δίνουν χρόνο σε έναν έρωτα, να δούνε που θα φτάσει, βρε παιδί μου. Τον κόβουν μαχαίρι έτσι και δεν πληρεί τις αρχικές προσδοκίες. Κανένας πλέον, ούτε άντρας, ούτε γυναίκα, δεν παίζουν τους κλισαρισμένους ρόλους του άντρα-βαριού πεπονιού και της γυναίκας-γατούλας. Αυτό το τελευταίο, είναι το μόνο που έχει θετικό πρόσημο.
Γιατί όσο κι αν έχει καταχειροκροτηθεί ένας ηθοποιός για κάποιον ρόλο, όσα Όσκαρ κι αν έχει πάρει, πάντα η προσωπική του ζωή μας ενδιέφερε περισσότερο. Και φτάσαμε στο σημείο που ο παρουσιαστής του σήριλα που λέγεται ζωή αναφωνεί: «Κυρίες και κύριοι, όλα παίζουν. Αυτοσχεδιάστε, γιατί χανόμαστε».