Κάθε στιγμιότυπο του άθλου του, όπως καταγράφηκε σε βίντεο και εικόνες, προκαλεί ρίγη φόβου σε όσους υποφέρουν από υψοφοβία – και όχι μόνο. Το 2017 ο 32χρονος τότε αναρριχητής Άλεξ Χόνολντ κατάφερε κάτι που μοιάζει ακατόρθωτο: Σκαρφάλωσε στην κορυφή του κατακόρυφου, επιβλητικού βράχου Ελ Καπιτάν στο Πάρκο Γιοσέμιτι, ουσιαστικά έναν θεόρατο τοίχο από γρανίτη, με γυμνά χέρια, χωρίς προστατευτικό και βοηθητικό εξοπλισμό. Ήταν ο πρώτος που το έκανε και μάλιστα μέσα σε μόλις 3 ώρες και 56 λεπτά.
Ο Χόνολντ είχε ξεκινήσει την προπόνηση πάνω από έναν χρόνο πριν, με ελεύθερη αναρρίχηση σε διάφορες τοποθεσίες στις ΗΠΑ, την Κίνα, την Ευρώπη και το Μαρόκο. Η αποστολή του ήταν γνωστή μόνο σε έναν στενό κύκλο φίλων και συγγενών. Κάποιοι από αυτούς μάλιστα, επί πολλά χρόνια σύντροφοί του στην αναρρίχηση, σχημάτισαν ένα συνεργείο και αποφάσισαν να τον κινηματογραφήσουν. Ανάμεσα στα ερωτήματα στα οποία κλήθηκαν να απαντήσουν ήταν: Μήπως η παρουσία τους θα αποσπούσε τον κατά κανόνα μοναχικό αναρριχητή, οδηγώντας τον στο μοιραίο στραβοπάτημα; Και αν συνέβαινε αυτό, θα ήταν ηθικό να τον κινηματογραφήσουν;
Ο Χόνολντ δεν ήθελε σε περίπτωση δυστυχήματός του να έχει ως αυτόπτες μάρτυρες τους αγαπημένους του φίλους, έτσι ένα μεγάλο μέρος της κινηματογράφησης έγινε με κάμερες που τοποθετήθηκαν εξ αποστάσεως. Και πάλι, οι εικόνες κόβουν την ανάσα.
«Είναι, για την αναρρίχηση, σαν να πατάς στο Φεγγάρι» σχολίασε ένας άλλος αναρριχητής, ο Τόμι Κάλντγουελ, που το 2015 είχε γράψει τη δική του ιστορία σκαρφαλώνοντας στο Ελ Καπιτάν με τον συνεργάτη του, Κέβιν Γιόργκεσον - εκείνοι όμως με σχοινιά και άλλο προστατευτικό εξοπλισμό.
Ο Χόνολντ δεν ήθελε σε περίπτωση δυστυχήματός του να έχει ως αυτόπτες μάρτυρες τους αγαπημένους του φίλους, έτσι ένα μεγάλο μέρος της κινηματογράφησης έγινε με κάμερες που τοποθετήθηκαν εξ αποστάσεως.
Η ελεύθερη αναρρίχηση του Ελ Καπιτάν δεν συνοδευόταν από τους καλύτερους οιωνούς. Σύμφωνα με ένα μεγάλο ρεπορτάζ του National Geographic για τον άθλο του Χόνολντ, πριν από αυτόν μόλις δύο αναρριχητές είχαν εκδηλώσει το ενδιαφέρον να τη δοκιμάσουν – με τον έναν να πέφτει από έναν βράχο της Ιρλανδίας στη θάλασσα και να πνίγεται και τον δεύτερο να σκοτώνεται στο Γιοσέμιτι, σε άλμα με αλεξίπτωτο.
Όταν αποφάσισε να το τολμήσει ο Χόνολντ, είχε ήδη γίνει εξώφυλλο μεταξύ άλλων στο National Geographic και το New York Times Magazine, είχε αποκτήσει ένα πλήθος από σπόνσορες, είχε γράψει μια αυτοβιογραφία που έγινε μπεστ σέλερ και είχε ιδρύσει μια μη κερδοσκοπική οργάνωση με σκοπό να βελτιώσει τη ζωή των λιγότερο προνομιούχων κοινοτήτων ανά τον κόσμο. Δεν ένιωθε όμως ακόμα ότι είχε γράψει τη δική του ιστορία στην αναρρίχηση.
«Είναι, για την αναρρίχηση, σαν να πατάς στο Φεγγάρι» σχολίασε ένας άλλος αναρριχητής
Η διαδρομή που ο Χόνολντ επέλεξε να ακολουθήσει στο Ελ Καπιτάν είναι τόσο δύσκολη, που ακόμα και όταν κατάφερνε κάποιος να την ολοκληρώσει με σχοινιά, γινόταν πρωτοσέλιδο. Είναι μια Οδύσσεια γεμάτη ζιγκ ζαγκ προκειμένου ο αναρριχητής να αποφύγει πολλές ρωγμές και χαράδες, συχνά στηριγμένος σε πέτρινες προεξοχές όχι μεγαλύτερες από τα ακροδάχτυλα των ποδιών του. Δεν αφήνει το παραμικρό περιθώριο λάθους.
Δεν αρκεί η σχεδόν υπεράνθρωπη μυϊκή δύναμη σε ολόκληρο το σώμα και φυσικά ο απίστευτος έλεγχος του φόβου, αλλά υπάρχουν και εξωγενείς παράγοντες που παίζουν ρόλο για την επιτυχία, όπως ο ήλιος, ο άνεμος αλλά και ξαφνικές καταιγίδες.
Υπάρχουν πολλοί άλλοι αναρριχητές με τη φυσική κατάσταση του Χόνολντ, αλλά μάλλον κανένας με την ικανότητά του να γαλουχεί τον φόβο, σύμφωνα με το πορτρέτο του από το National Geographic. Η ανθεκτικότητά του σε ακραίες καταστάσεις είναι τόσο αξιοσημείωτη, που έχει ωθήσει τους νευροεπιστήμονες να μελετήσουν τις περιοχές του εγκεφάλου του που συνδέονται με αυτό το συναίσθημα, για να εξετάσουν πώς διαφέρουν από εκείνες ενός μέσου ανθρώπου.
Δείτε το παρασκήνιο των γυρισμάτων του ντοκιμαντέρ για τον άθλο του Χόνολντ: