Γράφει ο Βασίλης Δημαράς
Μιλάς μαζί του για τον καφέ και νομίζεις ότι έχεις ανοίξει την εγκυκλοπαίδεια στο λήμμα «καφέ» και σε κάνει να τον αγαπήσεις ακόμα και αν δεν τον έχεις γνωρίσει. Είναι από τους πιο γνωστούς Έλληνες barista με διεθνής φήμη μιας και έχει εκπροσωπήσει πολλές φορές την χώρα μας σε διαγωνισμούς. Παρόλα αυτά παραμένει ένας απλός και προσιτός άνθρωπος που θα ήθελες να έχεις φίλο και να απολαμβάνεις μαζί του ένα φλιτζάνι από τον αγαπημένο του καφέ φίλτρου.
«Τους βλέπεις; Τους ζηλεύω πολύ που έχουν χρόνο να έρθουν εδώ και να πιούν καφέ»
Για να μιλήσεις κανείς με τον Στέφανο Δωματιώτη πρέπει να έχει υπομονή, υπομονή και υπομονή. Δεν είναι δύσκολος άνθρωπος, αλλά δυσεύρετος. Ο χρόνος του περιορισμένος και τα ταξίδια στο εξωτερικό συχνά. Η συνάντηση μας, λοιπόν, πέρασε από 40 κύματα. Ύστερα από πολλά τηλεφωνήματα, μηνύματα βάλαμε κάτω τα προγράμματα μας και βρήκαμε χρόνο. Ένα μεσημέρι Τετάρτης, στο μικρό πατάρι της Taf στην Μπενάκη. Κάτω να επικρατεί πανικός από κόσμο που έμπαινε και έβγαινε με ένα καφέ στο χέρι, από δικηγόρους που ήρθαν να «σκοτώσου» τον χρόνο τους και να φωνάξουν αφού δεν μπορούν να το κάνουν στις δικαστικές αίθουσες. «Τους βλέπεις; Τους ζηλεύω πολύ που έχουν χρόνο να έρθουν εδώ και να πιούν καφέ, αν και δεν είναι το καλύτερο μου οι φωνές» μου λέει και με προτρέπει να ρίξω το βλέμμα μου κάτω. Τους χαζεύω για μια στιγμή και γυρίζω στο Στέφανο που έχει ήδη πιάσει το κινητό και στέλνει κάποιο mail. «Θα πιούμε καφέ;» τον ρωτάω και αμέσως σηκώνει το βλέμμα του. «Φυσικά! Έχω φέρει κάτι καλό και έχω ήδη πει στα παιδιά να μας τον ετοιμάσουν».
Μέχρι να ετοιμαστούν τα φλιτζάνια μας έχω ήδη αρχίσει τις ερωτήσεις και ο Στέφανος ξεκινάει να ξετυλίγει την ιστορία… του καφέ του. Η συνάντηση τους σχεδόν τυχαία αλλά η σχέση τους στενή, πιο στενή δεν γίνεται. Ξεκίνησε τότε που όλοι πίναμε φραπέ και «γαλλικό», στα τέλη του 90. «Ένας ξάδερφος είχε ένα καφέ, στην Φωκίωνος και εγώ τότε έψαχνα για δουλειά. Ξεκίνησα εκεί. Έκανα τα πάντα. Αυτό που μου άρεσε ήταν η επαφή με τον κόσμο, μαθαίνει πολλά. Σιγά σιγά, όμως, μπήκα πίσω από την μπάρα». Και εκεί έγινε η πρώτη επαφή. Δαιμόνιος και αεικίνητος όπως πάντα δεν άργησε να έρθει σε επαφή με μια εταιρία καφέ και μέσω εκείνης ξεκίνησε το ταξίδι του. «Έχεις ερωτευτεί ποτέ με την πρώτη ματιά; Έτσι έγινε με τον καφέ και εμένα. Δέσαμε, χωρίς άλλο» μου λέει και το σοβαρό του πρόσωπο αμέσως σπάει με ένα χαμόγελο.
Τα φλιτζάνια ήρθαν να διακόψουν την συζήτηση μας αλλά και να της δώσουν άλλη τροπή. «Πίνουμε μια Αιθιοπία, με πολλά αρώματα από λουλούδια και στο στόμα θα σου βγάλει φρούτα». Πόσο δίκαιο έχει. Κλείνω τα μάτια και απολαμβάνω. «Ο καφές είναι μαγικός και ποτέ δεν σταματάς να μαθαίνεις για αυτόν. Όποιος λέει ότι τα ξέρει όλα για τον καφέ, δεν ξέρει τίποτα» μου λέει. Φαίνεται ότι έχει περάσει πολλές ώρες μελετώντας το και το καταλαβαίνεις αμέσως. Όχι γιατί αρχίζει να σου μιλάει με ορολογίες και άγνωστες λέξεις που θα σε έκαναν απλά να κουνάς σαν βλάκας το κεφάλι σου, αλλά γιατί στα εξηγεί απλά. Όπως πρέπει. «Πέρα από barista, είμαι και εκπαιδευτής. Μου αρέσει να περνάω τις γνώσεις μου στα νέα παιδιά που μπαίνουν στο χώρο». Όμως ο Στέφανος δεν είναι μόνο αυτά. Επιτυχημένος barista και από τους πιο αναγνωρίσιμους Έλληνες στο εξωτερικό, παγκόσμιος πρωταθλητής σε διοργανώσεις του καφέ, εκπαιδευτής, προπονητής, maker, κριτής, συνεργάτης με την εταιρία ninety plus, επιχειρηματίας και πολλά ακόμα που θέλουν λεξικό για να τα εξηγήσω.
Επιστρέφω ξανά και τον ρωτάω πως έμπλεξε με τους διαγωνισμούς. «Το 2002 είναι η πρώτη φορά που κατεβαίνω σε αγώνες. Φυσικά και έφαγα τα μούτρα μου γιατί δεν ήξερα τίποτα. Όμως, αυτό με έκανε να πεισμώσω και να επιστρέψω το 2004 να κερδίσω τον διαγωνισμό barista. Τον επόμενο χρόνο γνωρίζομαι με τον Γιάννη Ταλούμη, ιδιοκτήτη της εταιρίας Taf, και από εκείνη την στιγμή αρχίζει η στενή μας συνεργασία και σχέση. Για να φτάσουμε το 2014 που κέρδισα τον παγκόσμιο διαγωνισμό στο Brew (καφές φίλτρου) με καφέ φυσικά της Taf». Την επόμενη χρονιά κάνει το πρώτο του επιχειρηματικό άνοιγμα και μαζί με τον Γιάννη Ταλούμη ανοίγουν ένα καφέ στο Βερολίνο. Με παραξενεύει το μέρος «Ήταν ένα ρίσκο που πήραμε με τον Γιάννη και ευτυχώς η επιλογή μας ανταμείφθηκε και μέσα σε ένα χρόνο το μαγαζί έχει γίνει ένα από τα πιο in στέκια για καφέ στη πόλη».
Ο Στέφανος όταν μιλάει για την Taf, είναι σαν να μιλάει για την οικογένεια του. «Είμαστε μια ομάδα πολύ δεμένη. Περνάμε πολλές ώρες μαζί ειδικά όταν πλησιάζει ο καιρός τον διαγωνισμών. Είμαστε μια οικογένεια». Τον ρωτάω πότε έχει περισσότερο άγχος όταν διαγωνίζεται ο ίδιος ή κάποιο από τα παιδιά που προπονεί. Δεν το σκέφτεται πολύ και μου απαντά αμέσως όταν κάποιο από «τα παιδιά του» είναι πάνω στην σκηνή. «Δεν μπορείς να φανταστείς τι άγχος έχω. Βλέπεις έχω ζήσει από την αρχή όλη τους την προσπάθεια και ξέρω τι έχουν περάσει μέχρι εκείνη την στιγμή».
Η ώρα περνά και τα φλιτζάνια του καφέ, διαδέχονται το ένα μετά το άλλο. Κάθε φορά με ρωτάει πως μου φαίνεται, τι καταλαβαίνω από κάθε φλιτζάνι και μετά μου εξηγεί. Πραγματικός δάσκαλος. Η βουή του κάτω ορόφου δεν μας απασχολεί. Την έχουμε ήδη ξεχάσει. Ταξιδεύουμε στους τροπικούς του Αιγόκερου και του Καρκίνου. Εκεί στα τροπικά δάση της Λατινικής Αμερικής, αλλά και σε εκείνα τα χαοτικά της Αφρικής. Και τι καλύτερο για ξεναγό από τον Στέφανο. Όμως η πραγματικότητα μας περιμένει και τα τηλέφωνα έχουν ήδη αρχίσει να χτυπούν από μηνύματα, mail, τηλεφωνήματα. Δίνουμε υπόσχεση για έναν ακόμα καφέ και για ένα ακόμα νοερό ταξίδι, με την πρώτη ευκαιρία.