Η Νικόλ Δαλάτση είναι μια περίπτωση δημιουργού μοναδική στην Ελλάδα και από τις λίγες στον κόσμο. Στα custom made πασούμια της παντρεύει τη βιωσιμότητα, την αγάπη της για το περιβάλλον, με την ανυπέρβλητη αισθητική και ποιοτική αξία του χειροποίητου. Προσαρμόζει την παράδοση της χειροτεχνίας στις συνθήκες του σήμερα - και στο μοναδικό σχήμα του δικού μας πέλματος.
«Ο βιώσιμος τρόπος ζωής είναι μονόδρομος», μας λέει, με αληθινή αγωνία για τη φύση. «Πόσο μάλλον η βιώσιμη μόδα. Πρέπει να συμβάλουμε όλοι ώστε από trend να μετατραπεί σε mainstream. Είναι επιτακτική ανάγκη και υποχρέωση μας, διότι ο πλανήτης είναι μόνο ένας».
Στη νέα της συλλογή Alchimia Vegan Shoes, όπως ονομάζεται το προσωπικό πρότζεκτ της, η τέχνη της δαντέλας εμπλουτίζεται με αποξηραμένα λουλούδια και φυτά που παραπέμπουν στα παλιά μαθητικά φυτολόγια. Τα φυσικά υλικά, που περισυνέλλεξε από δάση και αγρούς, συνδυάζονται με «απορρίμματα» στα οποία δίνει μια ευκαιρία για δεύτερη ζωή -ειδοποιό χαρακτηριστικό των βιώσιμων πρακτικών της- όπως πλαστικές σακούλες, σακιά από τη βιομηχανία τροφίμων αλλά και παλιά, οικογενειακά εργόχειρα.
Τα φυσικά υλικά, που περισυνέλλεξε από δάση και αγρούς, συμμαχούν με «απορρίμματα» στα οποία δίνει μια ευκαιρία για δεύτερη ζωή όπως πλαστικές σακούλες, σακιά από τη βιομηχανία τροφίμων αλλά και παλιά, οικογενειακά εργόχειρα.
Για την πηγή έμπνευσης των υποδημάτων της, μας προσκαλεί στις νοσταλγικές αναμνήσεις της: «Ανασύροντας εικόνες από το παρελθόν, ανέτρεξα στα πρώιμα μαθητικά χρόνια όταν ένα από τα πιο αγαπημένα τετράδια ήταν το φυτολόγιο με το χοντρό χρυσό εξώφυλλο και τις πολύ λεπτές σελίδες που κάλυπταν τις χάρτινες σελίδες πάνω στις οποίες ταξινομούσαμε λουλούδια, φύλλα, μικρά, ξερά και εύθραυστα φυτά. Τα τοποθετούσαμε με προσοχή, αγάπη και τρυφερότητα στο χαρτί, γράφοντας από κάτω τα επιστημονικά και κοινά τους ονόματα. Τα αποθηκεύαμε με ευλάβεια μέσα στους ογκώδεις, βαρείς τόμους των εγκυκλοπαιδειών για όσο χρονικό διάστημα απαιτούσε η σταδιακή τους αποξήρανση. Στη συνέχεια, μαζεύαμε άλλα από αυλές και κήπους.
»Σχεδόν όλες οι προσφυγικές μονοκατοικίες στον αστικό συνοικισμό της Ξάνθης, όπου μεγάλωσα, είχαν μεγάλη αυλή στο πίσω μέρος στα πρότυπα των σπιτιών της χαμένης πατρίδας. Αυλή με παρτέρια γεμάτα λουλούδια, ανάλογα με τις εποχές του χρόνου. Την τιμητική τους στα δικά μας ανοιξιάτικα παρτέρια είχαν οι πολύχρωμοι πανσέδες. Οι μεσοτοιχίες ήταν χαμηλές. Οι γείτονες επικοινωνούσαν μεταξύ τους καθημερινά, οικοδομώντας μια αίσθηση ασφάλειας μέσα από τη συνεχή επαφή. Τα λουλούδια των διπλανών ήταν και δικά μας και το αντίθετο. Αρκούσε ένα απαλό απογευματινό αεράκι από τη αυλή της φίλης μου της Δανάης για να γεμίσει την πρασιά μας με τα λεπτά αρώματα από το κατάλευκο φούλι. Αντίστοιχα, η αυλή τους πλημμύριζε από το υπέροχο άρωμα της μεγάλης ροζ τριανταφυλλιάς μας. Ανταλλάσσαμε λοιπόν όλα τα παιδιά μεταξύ μας φυτά με μεγάλη χαρά και προθυμία, μιας και καμιά αυλή δεν περιείχε όλα τα φυτά και τα λουλούδια».
«Την τιμητική τους στα δικά μας ανοιξιάτικα παρτέρια είχαν οι πολύχρωμοι πανσέδες. Οι μεσοτοιχίες ήταν χαμηλές. Οι γείτονες επικοινωνούσαν μεταξύ τους καθημερινά, οικοδομώντας μια αίσθηση ασφάλειας μέσα από τη συνεχή επαφή»
Από την παιδική ηλικία της, η επαφή και η σχέση της με την φύση ήταν, και παραμένει, στενή: «Μεγαλώνοντας ανακάλυψα τα πολλαπλά οφέλη που προσφέρει απλόχερα στον άνθρωπο. Σταδιακά γεννήθηκε μέσα μου η σχετική νοοτροπία που με καθόρισε, πολύ πριν γίνουν της μόδας έννοιες όπως η βιωσιμότητα και η οικολογία. Προσπαθώ να απολαύσω καθημερινά ένα περίπατο στην φύση, παρατηρώντας τη βλάστηση και τη θαυμαστή βιοποικιλότητα. Νιώθω ένα είδος ιδανικής αποδοχής, κάτι σαν μεγάλη αγκαλιά.
»Η φύση δεν κάνει διακρίσεις, είναι ειλικρινής μαζί μας. Με όλους μας και τον καθένα ξεχωριστά. Κάθε φορά που βλέπω τις υπέροχες ασυμμετρίες της, αναρωτιέμαι πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα εάν οι άνθρωποι μπορούσαν να αποδεχτούν την διαφορετικότητα χωρίς διακρίσεις. Στο δάσος χοντρά και πολύ λεπτά δέντρα συνυπάρχουν αρμονικά. Στη θάλασσα, βότσαλα και κύματα έχουν σχήματα και μεγέθη τελείως διαφορετικά μεταξύ τους. Στη φύση νιώθουμε καλά και δεν αναζητούμε εξηγήσεις γιατί τα πράγματα απλά συμβαίνουν και η σύνδεσή μας μαζί τους είναι ανακλαστική, απολύτως φυσιολογική. Είναι αυτή η σύνδεση που μας κάνει να νιώθουμε την ανάγκη να συμβάλουμε στην προστασία της».
«Κάθε φορά που βλέπω τις υπέροχες ασυμμετρίες της φύσης, αναρωτιέμαι πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα εάν οι άνθρωποι μπορούσαν να αποδεχτούν την διαφορετικότητα χωρίς διακρίσεις».
Στους περιπάτους της στη φύση συναντά τις νέες ιδέες της. Εκεί γεννήθηκε και η νέα της συλλογή, που μας προσκαλεί «Στο Φυτολόγιο της Αλχημείας»: «Παρατηρώντας πιο προσεκτικά, εντόπισα ενδιαφέρουσες αναλογίες στο σχήμα κάποιων φυτών. Μηνύματα “αγάπης” στα υπέροχα φύλλα των κυκλάμινων με το συμμετρικό σχήμα καρδιάς. Στο επάνω μέρος είναι καταπράσινα με πανέμορφα σχέδια και στο κάτω μοβ. Θέλησα να τα συνδυάσω με τα υλικά της επανάχρησης και να τα μεταφέρω στα πασουμάκια της αλχημείας.
»Μάζεψα μερικά φυλλαράκια με συστολή και τα φύλαξα προσεκτικά για αρκετό καιρό μέσα σε χοντρά βιβλία όπως τότε. Στα ιδία βιβλία έβαλα και άνθη από αγαπημένους πανσέδες. Όταν αποξηράθηκαν, τα επεξεργάστηκα ώστε να μπορώ να τα πλέξω με το βελονάκι. Οι παρεμβάσεις έγιναν με υπομονή με στόχο τη διατήρηση της ομορφιάς τους. Κάθε βελονιά γίνεται αργά, για όσο χρόνο απαιτεί η συνειδητοποίηση ότι στην φύση συνυπάρχουν ιδανικά μικρές αντιφατικές ιδιότητες όπως η ευπάθεια και η ανθεκτικότητα. Επιλέγοντας να κάνεις κάτι με το χέρι, αντιστέκεσαι στους τρέχοντες φρενήρεις ρυθμούς της καθημερινότητας. Όταν όλα τρέχουν τόσο γρήγορα, οι βραδείς ρυθμοί της χειροποίητης δουλειάς απελευθερώνουν. Φέρνουν γαλήνη στην ψυχή, με την όλη διαδικασία να προσεγγίζει τα όρια του διαλογισμού».
«Επιλέγοντας να κάνεις κάτι με το χέρι, αντιστέκεσαι στους τρέχοντες φρενήρεις ρυθμούς της καθημερινότητας. Όταν όλα τρέχουν τόσο γρήγορα, οι βραδείς ρυθμοί της χειροποίητης δουλειάς απελευθερώνουν».
Το εργόχειρο, ωστόσο, δεν τη γοητεύει μόνο για τους ρυθμούς και την έμφυτη βιωσιμότητά του, αλλά και επειδή, όπως και τα φυτολόγια, αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της παιδικής ηλικίας της: «Στις μονοκατοικίες της παιδικής ηλικίας, όπου τα εργόχειρα αποτελούσαν μέρος της διακόσμησης, υπήρχε πάντοτε ένα δωμάτιο που άνοιγε μόνο σε ειδικές περιπτώσεις, ονομαστικές εορτές, μεγάλα οικογενειακά γεγονότα κ.λπ. Ήταν το δωμάτιο της “υποδοχής”, στη ουσία αφιερωμένο σε γείτονες, συγγενείς, φίλους και γνωστούς. Εμείς, τα παιδιά, δεν μπαίναμε σχεδόν ποτέ μέσα παρά μόνο στα κλεφτά για να φάμε γλυκό του κουταλιού, μιας και όλα τα βάζα φυλάσσονταν στον μεγάλο καρυδένιο μπουφέ με τα πόδια λιονταριού. Στη μυστηριακή ατμόσφαιρα, το εργόχειρο είχε την τιμητική του. Ήταν “στρωμένο” πάντοτε στην τρίχα ακόμη και σε περιόδους που δεν έμπαινε κανείς. Ανάλογα με την εποχή και την περίσταση άλλαζαν και τα εργόχειρα. Διαφορετικά τα Χριστούγεννα, άλλα προς το Πάσχα κ.λπ. Το μαυροκόκκινο σεμέν, κεντημένο σταυροβελονιά πάνω στην λεύκη ιταμίνα στρώνονταν τα Χριστούγεννα. Τα χειμωνιάτικα κεντήματα έβγαζαν μια αίσθηση ζεστασιάς. Όσο καλοκαίριαζε, έβγαιναν τα αέρινα, πλεγμένα με το βελονάκι, σεμέν.
«Στις μονοκατοικίες της παιδικής ηλικίας, όπου τα εργόχειρα αποτελούσαν μέρος της διακόσμησης, υπήρχε πάντοτε ένα δωμάτιο που άνοιγε μόνο σε ειδικές περιπτώσεις, ονομαστικές εορτές, μεγάλα οικογενειακά γεγονότα κ.λπ.»
»Αυτά τα εργόχειρα επαναχρησιμοποίησα για το φετινό καλοκαίρι με έμφαση στις δαντέλες με το βελονάκι. Μεταποιώντας τα με σεβασμό, θαύμασα την ομορφιά τους αλλά και τον κόπο, τη νοικοκυροσύνη και την ευστροφία που επιστρατεύτηκε για την κατασκευή τους. Θυμήθηκα με αγάπη τις Μαγδαληνή, Παγώνα, Ευλαμπία, Σμαρώ, Κατίνα, Θεοδούλη, Ρωξάνη, Χρυσαυγή, Σοφία, Σουλτάνα, Παρθένα, όλες τις απλές, προκομμένες γυναίκες που έφεραν τις παραδόσεις τους στα προσφυγικά σπίτια. Κοίταξα και πάλι με θαυμασμό τους πολύπλοκους κόμπους και θηλιές που σχηματίζουν το λεπτό, διάφανο δίχτυ που είναι η δαντέλα.
»Όσο τα δούλευα, τόσα περισσότερα μαθήματα ταπεινότητας έπαιρνα από αυτά τα τεχνουργήματα που ολοκληρώθηκαν χάρη στην καταπληκτική δεξιότητα η οποία μεταφέρθηκε από γενιά σε γενιά. Αισθάνομαι ευτυχής που μεταβιβάστηκε και σε μένα από τη μητέρα μου στα προεφηβικά μου χρόνια. Σε τελική ανάλυση οι “ιστορίες” που διηγούνται οι παραδοσιακές αυτές τεχνικές είναι βέβαια σημαντικότερες από το τελικό προϊόν που, κατά κάποιον τρόπο, “μιλάει” για την κοινότητα, τις αξίες και τις παραδόσεις της. Θέλω να πιστεύω ότι ένα μέρος από αυτές τις ιστορίες κρύβεται μέσα στις πολυάριθμες βελονιές των Alchimia Vegan Shoes. Χαίρομαι ιδιαίτερα, επομένως, όταν βλέπω καινούργιες, αντίστοιχες προσπάθειες από νέα κορίτσια. Έτσι, η ελπίδα για τη συνέχεια μένει ζωντανή».
Info
Για περισσότερες πληροφορίες και παραγγελίες: Facebook, Instagram
Ακολουθήστε το WomanToc στο Instagram
κεντρική φωτό: «Πανσές», Alchimia Vegan Shoes