Η ταινία μικρού μήκους της Άρτεμης Αναστασιάδου «το βανκούβερ» θα κάνει τη διεθνή του πρεμιέρα στη φετινή Berlinale, και ειδικότερα στο πρόγραμμα Generation Kplus, που απευθύνεται πρωτίστως σε παιδιά και νέους. Πρόκειται για ένα εμβληματικό ευρωπαϊκό φεστιβάλ, όπου αναδεικνύονται δυναμικά ταινίες για παιδιά και νέους, για να πάρουν μετά τον δρόμο τους προς το κύκλωμα των φεστιβάλ παιδικού και νεανικού κινηματογράφου του κόσμου.
Πρόκειται για ένα εμβληματικό ευρωπαϊκό φεστιβάλ, όπου αναδεικνύονται δυναμικά ταινίες για παιδιά και νέους, για να πάρουν μετά τον δρόμο τους προς το κύκλωμα των φεστιβάλ παιδικού και νεανικού κινηματογράφου του κόσμου.
Η Άρτεμη Αναστασιάδου είναι σεναριογράφος και σκηνοθέτρια από τη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Θέατρο στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και Σκηνοθεσία Κινηματογράφου στο Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Όστιν. Η προηγούμενη μικρού μήκους ταινία της, το εξαιρετικό «I am Mackenzie», έκανε πρεμιέρα και κέρδισε το Βραβείο Καλύτερης Ταινίας του τμήματος Texas Short στο SXSW2019, καθώς και το Βραβείο Τώνια Μαρκετάκη στο Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας.
Τώρα, «Το βανκούβερ» είναι η πρώτη ταινία που γυρίζει στην ελληνική ύπαιθρο και μάλιστα υπό τις πολύ δύσκολες συνθήκες λόγω της πανδημίας. Πρόκειται για την ιστορία δύο αδερφών που ζουν την ένταση της αναμονής ενός μεγάλου αποχωρισμού. Η μικρή πρωταγωνίστρια γίνεται σχεδόν σκιά του μεγαλύτερου αδερφού της καθώς δεν αντέχει στην ιδέα πως πρέπει να φύγει, μέχρι τη στιγμή που θα τον ακολουθήσει στο δάσος της περιοχής που ζουν. Μόνο που εκεί υπάρχει ο θρύλος πως το δάσος καταπίνει ανθρώπους…
Η ταινία εξετάζει ζητήματα όπως η αδελφική αγάπη, η απώλεια, η μετανάστευση, η ανεργία και η ρύπανση του περιβάλλοντος στην περιφέρεια της Ελλάδας, μέσα απ’ τα μάτια ενός εντεκάχρονου κοριτσιού.
-Τι σημαίνει λοιπόν πρακτικά για την ταινία η επιλογή της στο Διαγωνιστικό Πρόγραμμα της Generation Kplus της Berlinale και τι σημαίνει για εσάς προσωπικά;
Η επιλογή της ταινίας στο πιο παλιό, αλλά και πρωτοπόρο τμήμα για την κινηματογραφία για παιδιά και νέους στον κόσμο, σίγουρα θα τοποθετήσει την ταινία στον χάρτη ενδιαφέροντος πολλών Φεστιβάλ που αναζητούν αντίστοιχο περιεχόμενο και ελπίζω να δώσει την ευκαιρία στην ταινία να ταξιδέψει. Για μένα προσωπικά, είναι μια απίστευτη τιμή, να επιλέγεται η δουλειά από ένα τόσο σημαντικό Φεστιβάλ. Μια τέτοια αναγνώριση λειτουργεί πάντα ενθαρρυντικά για τους καλλιτέχνες να συνεχίζουν την πορεία τους, παρά τις τεράστιες δυσκολίες και εμπόδια.
-Στις ταινίες σας με τον έναν ή τον άλλο τρόπο συμμετέχουν πάντοτε παιδιά, είναι δυναμικός δηλαδή ο ρόλος τους στην ιστορία. Είναι συνειδητή αυτή η επιλογή;
Οι νέοι σκηνοθέτες συχνά καταπιάνονται με ιστορίες που αφορούν τη νεανική ηλικία, καθώς πρόκειται για «βιωμένη εμπειρία», για την οποία μπορούμε να αρθρώσουμε λόγο. Η ματιά και η αφήγηση βέβαια δεν απευθύνεται πάντα σε νεανικό κοινό. Εγώ προσπαθώ να μπω στο μυαλό και την καρδιά της ηρωίδας μου κάθε φορά. Όταν η ηρωίδα είναι παιδί, όπως στο βανκούβερ, εύχομαι να την αποτυπώσω με τέτοιο τρόπο ώστε να απευθύνεται και σε θεατές της αντίστοιχης ηλικίας.
-Αντιστοίχως ποιος είναι ο ρόλος του τόπου σε μια ταινία; Στο «I am McKenzie» ο τόπος είναι η Αμερική και συγκεκριμένα το Τέξας. Στο «βανκούβερ» είναι η ελληνική επαρχία αφενός, αλλά και το Βανκούβερ ως ένας τόπος φανταστικός που ωστόσο υπάρχει και δεν υπάρχει.
Ο τόπος είναι ένα από τα πιο σημαντικά δραματουργικά στοιχεία σε μια ταινία. Μπορεί να επιφέρει μεγάλες ανατροπές και εμπόδια σε μια πλοκή, αλλά και να αποκαλύψει τα αίτια μιας συμπεριφοράς ενός χαρακτήρα ή και μιας ολόκληρης ψυχοσύνθεσης. Ο τόπος στην ταινία «το βανκούβερ», το Μηλάκι και το Αλιβέρι κατ’ επέκταση, είναι ο λόγος για τον οποίο μεταναστεύει ο χαρακτήρας, άρα και κατά κάποιον τρόπο η αφετηρία της συγκεκριμένης πλοκής. Η ταινία όμως παίρνει το όνομά της από έναν άλλο τόπο, ένα τόπο που δε βλέπουμε ποτέ αλλά που θα παραμείνει στο φαντασιακό της ηρωίδας, ως ο τόπος που άρπαξε τον αδελφό της μακριά για πάντα.
-Σας ενδιέφερε σε αυτή την ταινία η ελληνικότητα;
Η ταινία αυτή γράφτηκε αρχικά όταν ήμουν εξωτερικό, όπου είχα ήδη κάνει κάποιες μικρού μήκους, στην αγγλική γλώσσα. Τις ταινίες αυτές τις αγαπώ πολύ, αλλά μιλούν μια γλώσσα άλλη από τη δική μου, και αποτυπώνουν τοπία όχι πολύ οικεία. Η ελληνικότητα λοιπόν αυτής της ταινίας με απασχόλησε πολύ. Το να πω μια ιστορία για τον τόπο μου, που να αποτυπώνει όλες τις ομορφιές και τις πληγές αυτού του τόπου. Με ενδιέφερε να αποτυπώσω τη θάλασσα, την ελιά, το γαϊδουράγκαθο, την ξεραΐλα του καλοκαιριού, τοπία και σημεία που συμπυκνώνουν μνήμες, και ορίζουν την δική μου ύπαρξη μέσα στο χρόνο.
-Επίσης η ταινία θίγει πολλά ζητήματα, μεταξύ των οποίων η αδελφική αγάπη, ο αιώνιος δεσμός των αδερφών- μια σχέση που δεν έχει τιμήσει και τόσο πολύ ο κινηματογράφος. Τι θέλατε να καταγράψετε ως προς αυτή;
Είναι αλήθεια αυτό. Συνήθως στις ταινίες προσπαθούμε να εξερευνήσουμε σχέσεις με συγκρουσιακές δυναμικές, και ίσως άλλου τύπου σχέσεις όπως οι ερωτικές, ή οι σχέσεις γονιών και παιδιών να προσφέρουν πιο πρόσφορο έδαφος. Στις αδελφικές σχέσεις παίρνουμε ως δεδομένο, ότι τα αδέλφια μεγαλώνουν και παίρνουν το δρόμο τους, χωρίς να αναρωτιόμαστε τι συμβαίνει βαθιά στην ψυχή τους με τον αποχωρισμό. Σε αυτήν την ταινία ήθελα να αναδείξω πως μια πολύ οικεία και τρυφερή σχέση μπορεί να διακοπεί βίαια από ένα εξωτερικό παράγοντα και πως αυτό μπορεί να αποτελέσει ένα καθοριστικό γεγονός ενηλικίωσης, αλλά και μεταμόρφωσης της σχέσης του για πάντα. Αυτά τα δυο αδέλφια δεν θα έχουν ποτέ ξανά την καθημερινότητα τους με όλες τις αποχρώσεις της τρυφερότητας, του παιχνιδιού αλλά και του καθημερινού μικροκαβγά.
-Η ταινία έπρεπε να γυριστεί σε πολύ δύσκολες συνθήκες και περιορισμούς…
Η ταινία γυρίστηκε το Σεπτέμβρη του 2020, σε μια περίοδο που ακόμη δεν είχαν αρχίσει να γίνονται πολλά γυρίσματα και δεν υπήρχαν ακόμη τα εμβόλια. Ήμασταν πολύ τυχεροί που δεν διαγνώστηκε κανείς με κορωνοϊό κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Σίγουρα ο καλοκαιρινός καιρός και τα πολλά εξωτερικά γυρίσματα ήταν με το μέρος μας.
-Ποιος είναι ακριβώς ο θρύλος που καταγράφεται στην ταινία και πώς λειτουργεί μες την ταινία;
Ο μύθος της «Λάμιας του Μπρινιά», ενός μυθικού τέρατος που εξαφανίζει όποιον μπαίνει στο δάσος του Μπρινιά, της περιοχής δηλαδή του πρώην λιγνιτωρυχείου του Αλιβερίου είναι γνωστός στην περιοχή. Αποτυπώνει το φόβο των ανθρώπων σχετικά με το φαινόμενο της ανάφλεξης του υπέργειου λιγνίτη στα χρόνια τα παλιά. Εγώ είδα σε αυτόν το μύθο το σύμβολο της εξαφάνισης. Όπως παλιά οι άνθρωποι εξαφανίζονταν όταν έμπαιναν στο δάσος του Μπρινιά, έτσι και τώρα ο ήρωας μας, μπαίνει στο Δάσος και εξαφανίζεται από τη ζωή της Βίκυς. Τον έφαγε η Λάμια; Τον έφαγε το Βανκούβερ; Τον έφαγε η ανεργία; Η ίδια του η χώρα; Το ερώτημα μένει ανοιχτό για κάθε θεατή.
-Νομίζω ότι τα παιδιά που πρωταγωνιστούν δεν είναι επαγγελματίες ηθοποιοί, γιατί κάνατε αυτή την επιλογή;
Το σενάριο γράφτηκε πάνω στις ιστορίες και τα τοπία του συγκεκριμένου τόπου. Αντίστοιχα ήθελα αυτοί που θα παίξουν να είναι άτομα από τον τόπο. Έτσι, αποφασίσαμε να κάνουμε κάστιγκ στην περιοχή για το ρόλο του κοριτσιού αλλά και τους δευτερεύοντες ρόλους. Στην Αθήνα βρήκαμε τον Βασίλη Κουτσογιάννη για το ρόλο του αδελφού, ο οποίος δεν έχει κλασική εκπαίδευση ηθοποιού. Η απλότητα και η αλήθεια με την οποία προσέγγισε το ρόλο, ταίριαξε ερμηνευτικά με τους υπόλοιπους μη επαγγελματίες ηθοποιούς.
-Ποια είναι η αίσθησή σας για τον σύγχρονο ελληνικό κινηματογράφο και την παραγωγή των τελευταίων ετών;
Ο σύγχρονος ελληνικός κινηματογράφος είναι ζωντανός και παρών. Έχει πολλές διαφορετικές αναφορές και έχει αρχίσει να εξερευνά πολλά κινηματογραφικά είδη. Στο Φεστιβάλ μικρού μήκους της Δράμας, μπορούμε να δούμε τις πιο φρέσκιες δουλειές και να ψυχανεμιστούμε το μέλλον του ελληνικού σινεμά. Χαίρομαι που βλέπω σκηνοθέτες αλλά και ηθοποιούς με καταγωγή από άλλες χώρες, να κάνουν σινεμά και να μοιράζονται τη δική τους αλήθεια. Έχω την ελπίδα ότι ο κινηματογράφος μας θα πλουτίσει ακόμη περισσότερο.
-Είναι το νεανικό κοινό ένα κοινό που σας ενδιαφέρει; Διότι οι Έλληνες δημιουργοί δεν έχουν καταπιαστεί καθόλου σχεδόν, όταν διεθνώς γίνονται δουλειές πολύ υψηλού επιπέδου.
Ναι, φυσικά με ενδιαφέρει. Νομίζω ότι το κινηματογραφικό είδος για παιδιά και νέους είναι σε ανάπτυξη στη χώρα μας. Συντονισμένες πρωτοβουλίες για την εκπαίδευση των νέων δημιουργών που γίνονται από το Φεστιβάλ Ολυμπίας για παιδιά και νέους , αλλά και τα κίνητρα που δίνονται από το ΕΚΚ με την πριμοδότηση ταινιών με νεανικό περιεχόμενο λειτουργούν προς την κατεύθυνση ενίσχυσης αυτού του κινηματογραφικού είδους.
Περισσότερες πληροφορίες εδώ