Ας κάνουμε ένα γρήγορο rewind. Όταν η πανδημία του Covid-19 ήταν απλά μία ανησυχία για τους παροικούντες τη Γουχάν, είχαν εγερθεί κάποια ερωτήματα που άμεσα ή έμμεσα σχετίζονταν με την υψηλή γαστρονομία: Ποιο είναι πλέον το status του fine dining και τι δουλειά έχουν τα σάντουιτς σε αυτό; Πόσο έγκριτος μπορεί να είναι στο σήμερα ο οδηγός Michelin και γιατί υπάρχουν chefs που επιστρέφουν αστέρια; Πώς βλέπει τα πράγματα ο θεσμός των World’s 50 Best Restaurant Awards;
Έπειτα ήρθε ο κορονοϊός. Και όλα τα προηγούμενα εντάχθηκαν σε ένα πολύ μεγαλύτερο και απόλυτο πρόβλημα, που καμία μπριγάδα δεν θα μπορούσε να λύσει: Η ύπαρξη της γαστρονομίας κινδυνεύει. Κυριολεκτικά. Τι πρέπει να γίνει; Αφενός να απομακρυνθεί ο κίνδυνος του αφανισμού για εκατοντάδες χιλιάδες επιχειρήσεις σε κάθε γωνιά του πλανήτη και αφετέρου να επανεξεταστούν τα ισχύοντα πρότυπα της haute cuisine.
Τα νέα standars ή πιο ορθά η νέα πραγματικότητα επίτασσε μία μεγάλη στροφή ή ό,τι τέλος πάντων ο καθένας όριζε ως τέτοιο. Οι κλειστές σάλες ήταν η αρχή. Μετά οι κουζίνες που ξαναζωντάνεψαν για take away και delivery – αλλά με διαφορετικό, πιο «εύκολο» concept. Στη συνέχεια, τα δειλά ανοίγματα, σε πιο comfort μορφή. Τα virtual restaurants (αυτά δηλαδή που δεν διαθέτουν πραγματικό dining room) και η μεγάλη στροφή στα σάντουιτς, ακόμη και για μέρη με αστέρια Michelin.