Ποιο είναι το κρυμμένο νόημα μιας απόχρωσης Pantone; Γιατί κάθε χρόνο ένα χρώμα αυτονομείται, περνάει μπροστά από τα υπόλοιπα και κηρύσσεται για δώδεκα ολόκληρους μήνες ο βασιλιάς των χρωμάτων; Ίσως, γιατί έτσι προστάζει η βιομηχανία του υφάσματος που κατευθύνει όλες τις τάσεις και τα trends, όλα τα deco αντικείμενα, ακόμα και το αθώο πακετάρισμα κάποιων τροφίμων.
Όταν πίσω στο 1962 ο ιδρυτής της Pantone, Lawrence Herbert από το Νιού Τζέρσεϊ, έψαχνε έναν τρόπο επικοινωνίας, μεταξύ των προμηθευτών των πρώτων υλών, της παραγωγής και των ατελιέ και σχεδιαστών, βρήκε τον καλύτερο. Βάπτισε το κάθε χρώμα με ένα όνομα, του πρόσθεσε και έναν κωδικό και έτσι φτιάχτηκε, μια για πάντα, η λεγόμενη «παντονιέρα», η οποία συχνάζει δίπλα στους υπολογιστές των γραφιστών αλλά και στους πιο μεγάλους οίκους μόδας, στα γραφεία design αλλά και σε εργαστήρια κατασκευής επίπλων.
Το χρώμα Pantone για το 2015 ήταν το Marsala, ένα καφεκεραμιδοροδί που παρέπεμπε στην γενικότερα άχρωμη κοινωνικοοικονομική κατάσταση της εποχής. Η σχέση του με το chicken marsala, το ινδικό φαγητό, μάλλον τυχαία.
Φέτος το χρώμα Pantone είναι δύο χρώματα: το Rose Quartz (ένα είδος ορυκτής πέτρας) και το Serenity (γαλάζιας). Στην ιστοσελίδα της εταιρείας, τα χρώματα ρέουν απρόσκοπτα, έτσι ώστε καθίσταται αδύνατο να πει κανείς με ευκολία πού αρχίζει το ένα και πού τελειώνει το άλλο. Και φυσικά δεν ευθύνεται η αναποφασιστικότητα της εταιρίας Pantone για αυτήν την διττή πρόταση αποχρώσεων, ούτε η επιθυμία της να βάλει τους καταναλωτές σε δίλημμα. Στην πραγματικότητα συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο: επιθυμεί διακαώς να τους βγάλει από την παγίδα των στερεότυπων, ενισχύοντας με τον τρόπο της την κοινωνική πρόοδο. Εξηγώντας την επιλογή της, η Pantone, επικαλέστηκε «τα κοινωνικά κινήματα προς την ισότητα των φύλων και τη ρευστή, αυξημένη άνεση του καταναλωτή στη χρήση χρωμάτων ως μια μορφή έκφρασης μιας γενιάς που έχει λιγότερο ενδιαφέρον για την προβλέψιμη τυποποίηση» και εστιάζοντας στο ντίτζιταλ μέλλον δήλωσε: «η ανοικτή ανταλλαγή ψηφιακών πληροφοριών μας έχει ανοίξει τα μάτια μας σε διαφορετικές προσεγγίσεις για τη χρήση των χρωμάτων».
Ο Leatrice Eiseman, ο διευθύνων σύμβουλος του Ινστιτούτου Χρώματος Pantone, εστιάσε στο ότι στην ένωση των δύο χρωμάτων αντανακλάται «μια χαλαρωτική αίσθηση της τάξης και της ειρήνης», κάτι εξόχως ελκυστικό σαν προϊόν σε μια περίοδο ανασφάλειας και παγκόσμιας αναταραχής. «Συνεπάγεται επίσης» κατέληξε «ότι δεν υπάρχει διαχωριστική γραμμή μεταξύ του “εμείς” και “αυτοί”». Τώρα εάν αυτή το πανανθρώπινο μελάνζ χρωμάτων, φύλων, ιδέων και συνόρων περάσει στην καθημερινότητα μένει να φανεί. Η μόδα θα το στηρίξει πάντως κι ας χαρακτηρίζεται ως «ελαφριά».