Κάθε φορά που μπαίνω στο παιδικό μου δωμάτιο, με πιάνει μία νοσταλγία κοιτάζοντας τα αγαπημένα μου παιχνίδια. Η σκέψη μου ταξιδεύει πίσω στα χρόνια της αθωότητας. Οι ρετρό κούκλες μου αρχίζουν να ζωντανεύουν και οι ανέμελες στιγμές ξετυλίγονται μπροστά μου.
Η κούκλα όμως που κατέχει ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου και συνεπώς και στο παιδικό μου κρεβάτι, δεν είναι άλλη από το λαχανόπαιδό μου. Ένα χαριτωμένο μωρό με μεγάλο κεφάλι, φουσκωτά μάγουλα, σώμα λαστιχένιο που μυρίζει μωρουδίλα, και υπογραφή στον πισινό. Το δικό μου μωρό το “υιοθέτησα”, όταν ήμουν επτά ετών, λίγα χρόνια αφού γεννήθηκε η αδερφή μου. Έτσι κατάφερα να αντιγράφω ακριβώς τις καθημερινές κινήσεις φροντίδας της μαμάς μου προς την αδερφή μου και να τις εφαρμόζω στο δικό μου “παιδί”. Τότε ήταν και η πρώτη φορά που εκπαιδεύτηκα για το ρόλο της μητέρας.
Σχεδιασμένα από τον 21χρονο Αμερικανό φοιτητή Καλών Τεχνών, Xavier Roberts έκαναν την πρώτη τους εμφάνιση σε πειραματική κυκλοφορία περιορισμένης διάθεσης, το 1978. Κάθε λαχανόπαιδο που κυκλοφορούσε, ήταν ξεχωριστό και μάλιστα με ονοματεπώνυμο. Αγόρι ή κορίτσι, λευκό ή μελαψό, με βρεφικό φορμάκι ή ευφάνταστα ρούχα και αξεσουάρ, καραφλό ή με τσουλούφι, ξανθό ή καστανό. Καθένα από αυτά συνοδευόταν από ένα πιστοποιητικό γέννησης και ένα πιστοποιητικό υιοθεσίας, κάτι που αποτελούσε τη βασική έμπνευση του δημιουργού.
Σύμφωνα με το σενάριο, τα πρώτα λαχανόπαιδα βρέθηκαν εγκαταλελειμμένα μέσα σε έναν κήπο με λάχανα, γι΄αυτό και ονομάστηκαν 'cabbage patch kids'. Το κοριτσάκι που τα βρήκε, τα υιοθέτησε και αποφάσισε να τα φροντίσει.
Με την ίδια λογική, κάθε παιδί που αποκτούσε το συγκεκριμένο παιχνίδι, έπρεπε να συμπληρώσει και να υπογράψει την πράξη υιοθεσίας και να μην το εγκαταλείψει ποτέ. Υπευθυνότητα, συντροφικότητα και δέσιμο ήταν τα συναισθήματα που καλλιεργούσε σε αυτή την τρυφερή ηλικία η αγαπημένη μου κούκλα.
Μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, τα 'cabbage patch kids' γνώρισαν τεράστια εμπορική επιτυχία. Με τα χρόνια, άλλαξαν και αρκετές εταιρίες κυκλοφορίας. Μάλιστα την περίοδο των Χριστουγέννων του 1983 προκάλεσαν φρενίτιδα, με τους καταναλωτές να κατασκηνώνουν έξω από τα καταστήματα για να τα αγοράσουν και να μην διστάζουν ακόμα και να πιαστούν στα χέρια. Τα παιχνίδια έφταναν στα καταστήματα με θωρακισμένα αυτοκίνητα, σε μια προσπάθεια να σωθούν τα προϊόντα από τη μανία των καταναλωτών.
Το 1997 όμως απαγορεύτηκε η κυκλοφορία τους, καθώς άρχισαν να καταγράφονται περίεργα περιστατικά τραυματισμών, εξαιτίας ενός λαχανόπαιδου που μασουλούσε. Αυτό το μοντέλο είχε έναν ειδικό μηχανισμό στο σαγόνι που του επέτρεπε να τρώει ψεύτικο πλαστικό φαγητό. Τα παιδιά, όπως ήταν λογικό, εκστασιάστηκαν με αυτή την πατέντα. Έτσι άρχισαν να βάζουν τα μαλλιά τους στο στόμα της κούκλας και άλλοτε τα δάχτυλα των μικρότερων αδερφών τους. Όταν ο μηχανισμός ξεκινούσε να μασουλάει δε σταματούσε εύκολα. Έτσι υπήρξαν πολλοί τραυματισμοί και καταγγελίες, με αποτέλεσμα η Matel να αναγκαστεί να τα αποσύρει.
Αναμφίβολα, τα λαχανόπαιδα ήταν μία από τις μεγαλύτερες μανίες παιχνιδιών της δεκαετίας του 1980, καθώς σημάδεψαν μια ολόκληρη εποχή, μαζί με τους "ευχούληδες", τις “παταπούφες” και τις "πατάτες". Και αυτό που μπορώ εγώ να πω με βεβαιότητα είναι ότι ύστερα από τόσα χρόνια ακόμα έχει περίοπτη θέση στο παιδικό μου κρεβάτι.