Γράφει η Άντζελα Ζιούτη/ συγγραφέας angelaziouti@yahoo.gr
To ραντεβού των δύο γυναικών ήταν στις 12.00μ.μ. ακριβώς στο καφέ La Mer. Πρώτη έφτασε η Κάτια και κάθισε δίπλα στο μπαρ σε ένα στρογγυλό τραπεζάκι. Έβγαλε τα γυαλιά ηλίου και παρήγγειλε ένα παγωμένο καπουτσίνο με πολλά παγάκια. Φυσούσε ένα ελαφρύ νοτιαδάκι κουνώντας ρυθμικά την κουρτίνα πίσω από τους κορδωμένους της ώμους. Δεν πρόλαβε να πιει μια γουλιά με το καλαμάκι και να και η Πέννυ φορώντας μία γυριστή καπελαδούρα για τον ήλιο και ψηλά πέδιλα που χτυπούσαν στο πάτωμα. Σήκωσε το χέρι της για να τη δει μέσα στον κόσμο και τράβηξε την άδεια πολυθρόνα. «Πέννυ, πως μαύρισες έτσι; Που ήσουν; Ανυπομονώ ν’ ακούσω ….» της είπε χαρούμενα και οι δύο φίλες φιλήθηκαν σταυρωτά στα μάγουλα. «Άσε που να στα λέω… Δέκα ολόκληρες μέρες στον Άγιο Μαυρίκιο με τον Ντίνο. Καλά, τέλεια! Πράσινα νερά, ατελείωτες συστάδες από φυτά και πλούσια βλάστηση και επιπλέον μέναμε σε ένα πλωτό ξενοδοχείο πάνω από τη θάλασσα!».
«Έχει κρυστάλλινα νερά; Πολύχρωμους παπαγάλους που κάθονται στον ώμο σου; Ωραίο φαγητό έχει;». Η Κάτια δεν μίλησε. Έκανε πως της πέσανε τα τσιγάρα κι έσκυψε στο πάτωμα.
Αφηγούνταν όλο ενθουσιασμό τις καλοκαιρινές της διακοπές θρονιασμένη στην αναπαυτική πολυθρόνα. Συγχρόνως έδειχνε τις φωτογραφίες. Στη μία με το μπικίνι και το παρεό να ξαπλώνει όλο χάρη πάνω στους πυρωμένους βράχους του τροπικού νησιού. Στην άλλη αγκαλιά με τον Ντίνο να τρώνε στο πολυτελές εστιατόριο υπό το βλέμμα του μελαμψού μαιτρ. Σε όλες φανερά ικανοποιημένη με ένα τεράστιο χαμόγελο και δόντια κάτασπρα σαν ψεύτικα από την πρόσφατη λεύκανση. «Κάτια μου, εσύ που πήγες διακοπές;» ρώτησε ξαφνικά. Η Κάτια ξερόβηξε. Πήρε το ποτήρι με το κρύο νερό καταπίνοντας σχεδόν ένα μισολειωμένο παγάκι. Τι να έλεγε η δόλια στην κοσμοπολίτισσα φίλη της; Ότι από τις δεκαπέντε μέρες άδεια έμεινε σπίτι τις δέκα και γυρνούσε από τον ένα καναπέ στον άλλον; Κι τις υπόλοιπες μόνο, πήγε στο εξοχικό που έχουν οι γονείς του Στέλιου στον Αγιόκαμπο; «Ε, και εγώ κατά Ισπανία πήγα…». «Που Βαρκελώνη;». «Όχι, όχι στα νησιά…» απάντησε κοιτώντας αφηρημένα το ταβάνι. «Μαγιόρκα; Βαλεαρίδες;» ρωτούσε η φίλη της με φανερή περιέργεια. «Τίποτε από αυτά. Εγώ προτιμώ κάτι πιο ήσυχο. Που δεν το ξέρει ο πολύς ο κόσμος. Για αυτό και κατέληξα στα … νησιά Canapedes» απάντησε και σίγησε. «Πρώτη φορά το ακούω πάλι αυτό; Αχ, πες μου πως είναι; Έχει κρυστάλλινα νερά; Πολύχρωμους παπαγάλους που κάθονται στον ώμο σου; Ωραίο φαγητό έχει;». Η Κάτια δεν μίλησε. Έκανε πως της πέσανε τα τσιγάρα κι έσκυψε στο πάτωμα.
Εσείς τα νησιά Canapedes τα ξέρατε; Προσφέρονται και για χειμερινές διακοπές. Διαλέξτε τον διθέσιο ή τον τριθέσιο καναπέ και καθίστε αναπαυτικά. Έξω να ρίχνει χιόνι κι εσείς να προβάρετε τη στολή του σκι στον καθρέφτη. Μόνο μην ξεχάσετε τον παπαγάλο στο μπαλκόνι και ξεπαγιάσει.