Την ώρα που γεννούσε η αδερφή μου ήμουν σε τηλεργασία στο σπίτι. Όταν τη μετέφεραν στο δωμάτιο μετά τον τοκετό επιτηρούσα τον γιο μου στην τηλεκπαίδευση. Και η πρώτη μου επαφή με τον ανιψιό ήταν μέσα από ένα βίντεο είκοσι δευτερολέπτων στο Viber.
Ακόμα, φυσικά, και τον παλιό, καλό, προ-πανδημικό καιρό, των επισκεπτηρίων στα μαιευτήρια, κάποιες φορές δεν είχαμε την ευκαιρία να δούμε από κοντά το μωρό: Μπορεί, ας πούμε, την ώρα της επίσκεψής μας να κοιμόταν στον θάλαμο των νεογνών ή να το τάιζαν οι μαίες – εκτός φυσικά εάν η μαμά είχε επιλέξει το «rooming in» και τον αποκλειστικό θηλασμό.
Όμως και μόνο η ίδια η διαδικασία της επίσκεψης στο νοσοκομείο – της αγοράς ενός πελώριου λούτρινου αρκούδου, του κεράσματός μας ενός γλυκού που είχαν φέρει οι προηγούμενοι επισκέπτες (και που πιθανότατα είχε αρχίσει κιόλας να λιώνει κάτω από τις ασφυκτικές για τα γλυκά αλλά ιδανικές για μωρά θερμοκρασίες του μαιευτηρίου), της τετ α τετ συζήτησης με τη λεχώνα για την εμπειρία της γέννας, το πριν και το μετά, μας βοηθούσε να συνειδητοποιήσουμε ότι κάτι είχε αλλάξει στη ζωή μας. Ότι στο κοντινό μας περιβάλλον είχαμε μόλις υποδεχτεί ένα καινούριο μωρό – της κολλητής, της αδερφής, της ξαδέρφης, της κόρης μας.
Την ώρα που γεννούσε η αδερφή μου ήμουν σε τηλεργασία στο σπίτι. Όταν τη μετέφεραν στο δωμάτιο μετά τον τοκετό επιτηρούσα τον γιο μου στην τηλεκπαίδευση. Και η πρώτη μου επαφή με τον ανιψιό ήταν μέσα από ένα βίντεο είκοσι δευτερολέπτων στο Viber.
«Σκεφτόμουν όλο αυτό τον καιρό, που οι κηδείες έχουν λίγο κόσμο και στους γάμους δεν πάει κανείς, ότι χάνουμε τελετουργίες πολύ βαθιές και ανανεωτικές, που έχουν σχέση με συμβολισμούς πολύ έντονους, με την ίδια την κατανόηση του κύκλου της ζωής» μού έλεγε η Αμάντα Μιχαλοπούλου σε μια συνέντευξή μας στις αρχές του χρόνου, με αφορμή την έκδοση του μεταμοντέρνου «Λογοτεχνικού Καζαμία 2021» της (εκδ. Καστανιώτη).
Δεκατρείς μήνες σε καραντίνα, αφού έχασα γάμους, βαφτίσεις, κηδείες, γενέθλια, επισκεπτήρια, κατάφερα να κατανοήσω σε βάθος τι εννοούσε η συγγραφέας. Μέσα σε όλο αυτό το διάστημα, δεν μπόρεσα να σταθώ κυριολεκτικά δίπλα σε φίλους που είδαν τους γονείς τους, νικημένους από COVID-19, να θάβονται σφραγισμένοι σε πλαστικές σακούλες. Δεν είχα την ευκαιρία να τραγουδήσω μαζί με το γιο μου το τραγούδι των γενεθλίων σε ξαδέρφια και συμμαθητές του. Να χορέψω αγκαλιά με φίλους που πριν από λίγο είχαν ανταλλάξει όρκους αιώνιας αφοσίωσης. Να μοιραστώ, από κοντά, μεγάλες λύπες και χαρές. Κατάλαβα πιο έντονα από ποτέ την αξία όλων αυτών των κοινωνικών εκδηλώσεων, ακόμα και των πιο τυπικών, που λειτουργούν σαν τελετές μετάβασης στη ζωή, στο θάνατο και σε όλα όσα μεσολαβούν.
Αν τα γεγονότα και οι άνθρωποι της ζωής μας είναι οι λέξεις ενός κειμένου, αυτές οι τελετές μετάβασης είναι τα σημεία στίξης της. Οι τελείες, οι άνω τελείες, τα κόμματα, τα θαυμαστικά, τα ερωτηματικά.
Αν τα γεγονότα και οι άνθρωποι της ζωής μας είναι οι λέξεις ενός κειμένου, αυτές οι τελετές μετάβασης είναι τα σημεία στίξης της. Οι τελείες, οι άνω τελείες, τα κόμματα, τα θαυμαστικά, τα ερωτηματικά. Μας δίνουν την ευκαιρία να πάρουμε μια ανάσα, να κάνουμε μια παύση στην ανάγνωση, να χωνέψουμε το νόημα της φράσης που μόλις διαβάσαμε. Να γελάσουμε, να κλάψουμε, να ανατριχιάσουμε και μετά να συνεχίσουμε πιο πλούσιοι σε σοφία και συναίσθημα. Και αυτή είναι τελικά μια από τις μεγαλύτερες απώλειες της εποχής που ζούμε, η οποία έναν χρόνο μετά, παραμένει εξωφρενικά πρωτόγνωρη.
Ακολουθήστε το WomanToc στο Instagram
κεντρική φωτό: «Celebrating the Birth», Jan Steen (1625/1626–1679), The Wallace Collection