Ολόκληρη η ορχήστρα της Επιδαύρου "κατειλημμένη" από μία κυκλική, μηχανοκίνητη πλατφόρμα, που ξεκινάει να περιστρέφεται με τους πρώτους ήχους των κρουστών. Οι μουσικοί, ένας δεύτερος θίασος μέσα στο θίασο, παίρνουν τις θέσεις τους πάνω στο παραλληλόγραμμο πατάρι στο κέντρο του κύκλου, ενώ οι δέκα ηθοποιοί του Residenz Theater του Μονάχου ξεκινούν την αφήγηση, κινούμενοι συνεχώς επάνω στην περιστρεφόμενη σκηνή που τους φιλοξενεί. Το πρώτο μέρος της "Ορέστειας", η ιστορία του Αγαμέμνονα που γύρισε νικητής από την Τροία και δολοφονήθηκε, μαζί με την Κασσάνδρα που έφερε μαζί του για σκλάβα, από τη γυναίκα του, Κλυταιμνήστρα, ξεκινάει να ξεδιπλώνεται μέσα από μία συνεχή -δίωρης διάρκειας- σύμπραξη ζωντανής μουσικής, ήχων, φωτισμών, απαγγελίας και (ελάχιστης) δράσης.
Η παράσταση που σκηνοθέτησε ο Ούλριχ Ράσε ανήγαγε την τεχνολογία σε καθοριστικό συμπρωταγωνιστή, όχι όμως για να προτείνει μία "φουτουριστική" ιδέα ανάγνωσης της τραγωδίας, αλλά για να πάει πίσω, να επιστρέψει σε μια ανάγνωση της τραγωδίας που εστιάζει στη δύναμη της αφηγηματικότητας, στη ρυθμική συνεκφώνηση των στίχων και των χορικών, στη δημιουργία εκστατικής ατμόσφαιρας που φιλοδοξεί να συμπαρασύρει το κοινό σε μία εμπειρία "μέθης" και σωματικού συντονισμού με τα σκηνικά δρώμενα.
Δείτε περισσότερα στο athinorama.gr