Η Μπίμπι Άντερσον δεν ήθελε να την ρωτούν για τον Ίνγκμαρ Μπέργκμαν. Μερικά χρόνια αφότου η συνεργασία τους είχε τελειώσει - μαζί με την ερωτική σχέση τους - και εκείνη είχε πλέον αναχωρήσει για το Χόλιγουντ, όπου συνέχισε την επιτυχημένη καριέρα της, εκείνος ήταν πια ζευγάρι με την έτερη ξανθιά πρωταγωνίστρια του, την πανέμορφη Λιβ Ούλμαν, την οποία του γνώρισε η ίδια η Άντερσον. Όταν ένας δημοσιογράφος επιχείρησε να την ρωτήσει για τα συναισθήματα της απέναντι σε αυτή την σχέση η αντίδραση της Μπίμπι ήταν αποστομωτική: «Τι θέλετε να σας πω; Ότι έχω πρόβλημα; Ότι ζηλεύω φρικτά; Εγώ έφυγα από τη Σουηδία γιατί ήθελα να κάνω άλλα πράγματα. Θέλω αυτή η συνέντευξη να αφορά εμένα και κανέναν άλλον».
Παρόλα αυτά, η Άντερσον συνδέθηκε με το έργο του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν περισσότερο απ' ότι συνδέθηκε με οτιδήποτε άλλο στην κινηματογραφική της ζωή, κατά πάσα πιθανότητα, σε ολόκληρη τη ζωή της, γενικότερα. Το υπέροχο, ξανθό κορίτσι με το μουδιασμένο χαμόγελο ξετρύπωσε μέσα από την μεγάλη οθόνη χάρη στους ρόλους της στις ταινίες «Άγριες Φράουλες» και «Έβδομη Σφραγίδα», δύο από τις πιο διάσημες ταινίες του κορυφαίου Σουηδού κινηματογραφιστή.
Στην πορεία, όπως η ίδια αποκάλυψε αρκετά χρόνια αργότερα, αισθάνθηκε πολύ πιεσμένη μέσα στο καλούπι του αθώου κοριτσιού με τον οποίο το κοινό την είχε ταυτίσει εξαιτίας των χαρακτήρων που υποδυόταν στα ασπρόμαυρα καρέ του Μπέργκμαν. Μπήκε στην διαδικασία να τον πείσει πως πλέον ήταν σε θέση να μπει στα παπούτσια ενός διαφορετικού ρόλου, μίας γυναίκας πολύ πιο σύνθετης και σκοτεινής, και παράλληλα πολύ πιο αληθινής από ένα αφελές, φωτεινό κοριτσόπουλο. Και κάπως έτσι εγένετο «Περσόνα».
Η θρυλική ταινία του 1966 υπήρξε για το σουηδικό σινεμά η πιο εκκωφαντική στιγμή του σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του '60. Παράλληλα ήταν το φιλμ με το οποίο η Άντερσον ξεδίπλωσε το υποκριτικό ταλέντο της, κάνοντας ολόκληρο τον κινηματογραφικό κόσμο να την αναγνωρίσει ως μία σημαντική καλλιτεχνική αξία, ως κάτι πολύ παραπάνω από μία χαριτωμένη, ξανθιά μούσα ενός σπουδαίου σκηνοθέτη. Ακόμα, ως την γυναίκα που «έχτισε» με τον χαρακτήρα που υποδύθηκε μία μεγάλη ιδέα: του τι σήμαινε να είσαι σύγχρονη γυναίκα στα ταραγμένα 60's. Η πιο μοναχική, πραγματική, χειροπιαστή, ολοκληρωμένη εκδοχή του μοντέρνου, λυπημένου, ενίοτε μπερδεμένου και σέξι θηλυκού που αναζητά τα δικά του πατήματα σε έναν κόσμο που αλλάζει και εκμοντερνίζεται. Έναν κόσμο που ζητούσε δικαιολογημένα από τις γυναίκες να είναι κάτι πολύ πιο χειραφετημένο και πολύπλευρο από αυτό που υπήρξαν οι μαμάδες τους. Η εικόνα της με τα μαύρα γυαλιά ηλίου και το μαύρο T-Shirt να στέκεται με την πλάτη σε έναν λευκό τοίχο θα γίνει σύμβολο όλων των σύγχρονων γυναικών της εποχής, καθορίζοντας σημαντικά την γενιά της. Καθορίζοντας την έννοια του τι σημαίνει να είσαι πραγματικά, ενδιαφέρον θηλυκό, ακόμα και στις μέρες μας.
Στην «Περσόνα» την βλέπουμε για πρώτη φορά και στο πλευρό της Λιβ Ούλμαν, φίλη της από παλαιότερη συνεργασία, και μία ηθοποιός που ενθουσίασε τον Μπέργκμαν από την πρώτη στιγμή που η Μπίμπι την έφερε σε επαφή μαζί του. Λίγο καιρό μετά τον ρόλο που σημάδεψε ανεπιστρεπτί την καριέρα της η Άντερσον, που έχει εντυπωσιάσει κοινό και κριτικούς με την ερμηνεία της, βρίσκει τις πόρτες του Χόλιγουντ ορθάνοιχτες μπροστά της, γενόμενη η πρώτη πραγματικά μεγάλη σταρ που έβγαλε ποτέ η Σουηδία, μετά την Ίνκριντ Μπέργκαμ.
Το 1966 γυρίζει το γουέστερν, το «Dueal at Diablo», με τον Τζέιμς Γκάρνερ που ξεχάστηκε αμέσως, δέκα χρόνια μετά θα έπαιζε στο «I Never Promised you a Rose Garden» του Αντονι Πέιτζ, το 1978 στο «An Enemy of the People» στο πλευρό του Στιβ ΜακΚούιν σε σκηνοθεσία του Τζορτζ Σέφερ. Το 1970 έπαιξε στο «Quintet» του Ρόμπερτ Αλτμαν και στο «The Kremlin Letter» του Τζον Χιούστον, ενώ εμφανίστηκε και σε μίνι-σειρές αλλά και στο Broadway. Οι τελευταίοι της ρόλοι ήταν στο «The Frost» του 2009 και στην τηλεοπτική μίνι - σειρά «Arn: The Knight Templar» του 2010.
Ίσως, λοιπόν, η μία ερώτηση που θα έπρεπε να της κάνει κανείς, αν δεν είχε φύγει ήδη από τη ζωή, το βράδυ της 14ης Απριλίου του 2019, στα 83 της χρόνια, να ήταν η εξής: «Πώς αισθάνεστε κυρία Άντερσον που σε έναν κινηματογραφικό σύμπαν γεμάτος περσόνες ήσασταν αυτή με το πι κεφαλαίο;». Και τότε αυτή θα κατέβαζε μέχρι την κορυφή της λεπτής της μύτης τα μεγάλα, μαύρα γυαλιά της, σύμβολο μίας ολόκληρης εποχής, θα φυσούσε το ξανθό τσουλούφι της που έπεφτε πάντα τεμπέλικα στο μέτωπο της και θα απαντούσε: «Εγώ είμαι η Μπίμπι που όλοι νόμιζαν πως είμαι απλά αθώα και κατάφερα να τους πείσω να με θυμούνται για όλα εκτός από αυτό».
Μία από τις πιο διάσημες σκηνές από την «Περσόνα» του Μπέργκαμ με την Μπίμπι Άντερσον και την Λιβ Ούλμαν.
Ακολουθήστε τo WomanTOC στο Instagram.