Κατά τη διάρκεια του 18ου και 19ου αιώνα, η αυτοϊκανοποίηση ήταν ταυτόσημο της «αυτοκακοποίησης» και θεωρούνταν μια πολύ κακή συνήθεια για το δυτικό κόσμο. Συγκεκριμένα ο Ιουδαϊσμός και ο Χριστιανισμός την είχαν καταδικάσει σε φρικτό αμάρτημα, υποστηρίζοντας ότι είναι μια πράξη, η οποία καταστρέφει τα όργανα που ο Θεός χάρισε στον άνθρωπο για αναπαραγωγή.
Διάφοροι γιατροί και άτομα από το θρησκευτικό κύκλο τόσο στη βικτωριανή Αγγλία όσο και την Αμερική, έγιναν φανατικοί πολέμιοι του αυνανισμού. Με αφορμή το φαινόμενο αυτό, πολλά βιβλία γράφτηκαν, τονίζοντας τις τρομακτικές συνέπειες που δημιουργεί στον οργανισμό.
Σύντομα, η αυτοϊκανοποίηση δεν αντιμετωπιζόταν μόνο ως ηθικό αμάρτημα, αλλά και ως ψυχική ασθένεια που έχρηζε άμεσης θεραπείας.
Το 1894 ο γιατρός John Harvey Kellogg, που εργαζόταν σε σανατόριο του Μίσιγκαν, θέλοντας να θεραπεύσει τον αυνανισμό, δημιούργησε τα γνωστά σε όλους μας δημητριακά.
Ο ίδιος απείχε συνειδητά από το σεξ. Πίστευε ότι η σεξουαλική πράξη ήταν επιβλαβής για τη σωματική, συναισθηματική και πνευματική ευεξία. Με τη σύντροφό του κοιμόντουσαν σε ξεχωριστές κρεβατοκάμαρες, μη έχοντας επαφές και όλα τους τα παιδιά ήταν υιοθετημένα.
Η αυτοϊκανοποίηση ήταν γι' αυτόν, συνεπώς, ένα «απεχθές διπλό έγκλημα», όπως ανέφερε ο ίδιος στο βιβλίο του «Plain Facts for Old and Young: Embracing the Natural History and Hygiene of Organic Life».
Σύμφωνα με το γιατρό, όχι ένα, όχι δύο, αλλά 39 ήταν τα συμπτώματα ενός “ασθενούς” εθισμένου στον αυνανισμό, μεταξύ άλλων η γενική αναπηρία, η ελαττωματική ανάπτυξη, οι ψυχολογικές διακυμάνσεις, η αστάθεια, η θρασύτητα, η κακή στάση του σώματος, οι δύσκαμπτες αρθρώσεις, η επιθυμία για πικάντικα τρόφιμα, η ακμή, η αύξηση των παλμών της καρδιάς και η επιληψία.
Ο Kellogg υποστήριζε με πάθος ότι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να απαλλαγούν οι “πάσχοντες” από αυτή την ασθένεια, ήταν η υγιεινή διατροφή. Θεωρούσε ότι το κρέας, τα φαγητά με έντονες γεύσεις, τα καυτερά και τα γλυκά αύξαναν την σεξουαλική επιθυμία, ενώ οι απλούστερες τροφές όπως τα δημητριακά και οι καρποί κατεύναζαν τη λίμπιντο. Κατά συνέπεια, πίστευε ότι μια τροφή χωρίς έντονη γεύση δεν είναι αφροδισιακή.
Τα κορν φλέικς ανακαλύφθηκαν κατά λάθος, όταν ένα πρωί ο γιατρός και ο αδερφός του Will άφησαν μαγειρεμένο σιτάρι και έφυγαν. Επιστρέφοντας, συνειδητοποίησαν ότι το σιτάρι είχε μπαγιατέψει. Ωστόσο, αποφάσισαν να μην το πετάξουν, αλλά να το αξιοποιήσουν για να φτιάξουν φύλλα ζύμης. Αντί όμως για φύλλα έφτιαξαν νιφάδες τελικά, τις οποίες και τις έψησαν και στη συνέχεια τις μοίρασαν στους ασθενείς. Τις νιφάδες ο Kellogg τις ονόμασε «γκρανόλα» και αυτές ήταν σύμφωνα με τον ίδιο η καταλληλότερη τροφή για να καταπολεμηθεί η αυτοϊκανοποίηση σε συνδυασμό με καθημερινή άσκηση και κολύμβηση.
Οι ασθενείς του σανατορίου λάτρεψαν τις νιφάδες δημητριακών. Το 1906 ο αδερφός του Will αποφάσισε να πλασάρει μαζικά το προϊόν στην αγορά. Για να γίνει όμως πιο εύγευστο στο κοινό, προσέθεσε την απαγορευτική-διεγερτική για τον αδερφό του, ζάχαρη. Και αυτός ήταν και ο λόγος που τα δυο αδέρφια παρέμειναν τσακωμένα για πολλά χρόνια. Παρά την αντίθετη άποψη του John, ο Will ακολουθώντας πιστά το επιχειρηματικό του σχέδιο, κατάφερε να δημιουργήσει την πασίγνωστη εταιρία Kellogg Company. Το 1907 κυκλοφόρησε μάλιστα μια διαφημιστική καμπάνια που προσέφερε δωρεάν ένα κουτί δημητριακών σε όποια γυναίκα έκλεινε με τσαχπινιά το μάτι στον μπακάλη της.
Η προσπάθεια του John Harvey Kellogg δεν περιορίστηκε μόνο στις διατροφικές αλλαγές, αλλά επεκτάθηκε και σε πιο δραστικά μέτρα, προτείνοντας ακραίους τρόπους αντιμετώπισης για τους νέους που επιδίδονταν σε αυτό το “ανήθικο για εκείνη την εποχή σπορ”.